Κοίταζω το ρολόι.
6.23
Τι στο καλό?
Σηκώνομαι και βγαίνω από το δωμάτιο. Κάποιος χτυπάει μανιασμένα το κουδούνι και ο Casper γαυγιζει σαν τρελός. Τον παίρνω στην αγκαλιά μου, κατεβαίνω τις σκάλες και τρέχω στην πόρτα. Κοιτάζω απ'το ματάκι και παραλίγο να ουρλιάξω.
Ανοίγω την πόρτα και μένω άναυδη. Μπροστά μου στέκει ματωμένος ο Cyrus, έχοντας έναν μεγάλο σάκο περασμένο στον έναν ώμο και μια κιθάρα στον άλλον. Κοιτάζει το πάτωμα και η μύτη του στάζει στο χαλακι της εξώπορτας.
- Συγνώμη, για το ακατάλληλο της ώρας. Μπορώ, θα μπορούσα μήπως να, να περάσω μέσα?" Ρωτάει αποχαυνομενα.
Έχω μείνει άφωνη. Κάνω στην άκρη και περνάει μέσα. Κάθεται στο πάτωμα δίπλα από τον καναπέ και βυθίζει το σακαταμενενο πρόσωπο του στις παλάμες του ενώ η μύτη του ακόμα στάζει.
Αφήνω τον σκύλο στο πάτωμα και κλείνω την πόρτα.
Χωρίς να πω λέξη ανεβαίνω τρέχοντας τις σκάλες και μπαίνω στο μπάνιο. Αρπάζω το βαλιτσακι των πρώτων βοηθειών και τρέχω πάλι κάτω. Δεν έχει κουνηθεί καθόλου. Τον πλησιάζω διστακτικά και κάθομαι οκλαδόν απέναντι του με το βαλιτσακι ανοιχτό πάνω στα πόδια μου.
Ακουμπάω το χέρι του και τραντάζεται. Σηκώνει το κεφάλι του και τρομάζω με την εικόνα του προσώπου του τώρα που το παρατειρω καλύτερά.
- Τι- τι συνέβη?" Ρωτάω κομπιαζοντας χωρίς να περιμένω κάποια συγκεκριμένη απάντηση.
- Δεν έχει σημασία... Απλά θέλω βοήθεια. Παρακαλώ." Λέει καθώς με κοιτάζει στα μάτια. Νευω καταφατικά και πλησιάζω πιο κοντά του ώστε να περιποιηθώ τα τραύματα του.
- Αν σε πονάω πες μου να σταματήσω." Λέω και αφήνει ένα πονεμένο χαμόγελο να εμφανιστεί στο πρόσωπο του.
Με ένα βρεγμένο με οινόπνευμα βαμβάκι καθαρίζω όλες τις πληγές προσεκτικά. Τον τσούζει και τον πονάει. Το βλέπω καθώς κάνει γκριμάτσες από τον πόνο. Μα εννοείται πως δεν λέει τίποτα. Έπειτα παίρνει από μόνος του δύο μεγάλα κομμάτια βαμβάκι και πιέζει με δύναμη ένα στο κάθε ρουθούνι του καθώς η μύτη του δεν έχει σταματήσει να τρέχει ούτε στιγμή.
Μόλις τελειώνουμε με το καθάρισμα πηγαίνω να του φέρω λίγο πάγο για τα χέρια του. Είναι πρησμένα και ματωμένα. Ο ίδιος είχε ήδη ξεκινήσει να τα καθαρίζει όταν γυρίζω από την κουζίνα.
Τυλιγει γύρω από τις γροθιές του γάζες λες και είναι κάτι απλό. Το κάνει με μεγάλη ακρίβεια και φαίνεται σφιχτό.
- Cyrus πρέπει να μου πεις τι έγινε." Λέω επίμονα αφού του δώσω τον πάγο.
- Τι θες να σου πω Foxie?" Ρωτάει ειρωνικά και σπάει η φωνή του στο τέλος.
- Την αλήθεια παρακαλώ. Πες τι συνέβη."
- Ωραία. Θες την αλήθεια? Θα την έχεις. Θες να σου πω ότι ο πατέρας μου γυρνάει κάθε βράδυ μεθυσμένος στο σπίτι και σήμερα με έσπασε στο ξύλο? Ορίστε στο είπα. Το τέρας με έδειρε αυτό είναι όλο." Λέει και δάκρυα κυλάνε στα μαυρισμένα μάγουλα του.
Εχω μείνει για άλλη μια φορά άναυδη. Δεν μπορώ να κανω κάτι άλλο πέρα από το να τον αγκαλιάσω. Και αυτό κάνω. Κάθομαι κάτω δίπλα του και περνώ τα χέρια μου γύρω του. Τον σφίγγω τόσο όσο και μετά από λίγο ξεσπάει.
" Το μισώ να με βλέπουν αδύναμο γαμωτο. Το μισώ! Δεν αντέχω να ξέρεις πως λυγίζω. Να ξέρεις πως η ζωή μου είναι σκατα και πως δεν ελέγχω τίποτα. Δεν το μπορώ. Το μισώ. Απλά θέλω όλα να γίνουν όπως πριν. Θέλω τον αδερφό μου πίσω! Θέλω την μάνα μου πίσω και τον μπαμπά μου επίσης. Είμαι μόνος. Σιχαίνομαι να είμαι μόνος! Κουράστηκα Heylor. Με κούρασα. Με βαρέθηκα. Θέλω να φύγω. Λογικά ήρθα για να χαιρετήσω. Θα φύγω απόψε και δεν θα-"
- CYRUS ΣΤΑΜΆΤΑ!" φωνάζω και μένει βουβός.
- Καταλαβαίνω πως όλα είναι σκατα τώρα και πως φαίνονται μαύρα αλλά πάντα το φως θα κάνει την εμφάνιση του. Θα τα καταφέρεις. Θα επιβιώσεις! Θα φτιάξεις την κατάσταση. Δεν θα πας πουθενά. Έχεις άτομα εδώ που σ'αγαπανε και σε νοιάζονται. Έχεις την μαμά σου, την αδερφή σου, τον Nuka, εμένα... Δεν θα σε αφήσω να χαθείς στο μαύρο Cyrus. Σε νοιάζομαι και δεν μπορείς να με απομακρύνεις. Άλλωστε πάντα με ζητάς όταν έχεις πρόβλημα και χαίρομαι που το κάνεις. Είμαι εδώ για σένα. Μπλέξαμε..."
- Heylor..."
- Cyrus..?"
- Μπλέξαμε." Λέει και αφήνει ένα απαλό φιλί στα χείλη μου. Κάνει πως απομακρύνετε αλλά αμέσως ορμάει στα χείλη μου ξανά και πλέον έχει βρεθεί από πάνω μου.
Μπλέξαμε...
ESTÁS LEYENDO
FADING
Novela JuvenilΚάθε χρώμα στην μίζερη ζωή του είχε ξεθωριάσει εδώ και καιρό. Τίποτα δεν είχε νόημα. Η ζωή του ήταν απαίσια. Μα ποτέ δεν παραπονιόταν για αυτό. Γιατί ήξερε πως είχε κάνει κάτι κακό. Κάτι ανεπίτρεπτο. Τα κρατούσε όλα μέσα του και τα έθαβε βαθιά, για...