3. Σκληρή

130 13 0
                                    

«Θα πάρω τις κοτομπουκιες κι ένα μπουκάλι νερό.» Είπα στην κοπέλα πίσω από το ταμείο του φαστ-φουνταδικου ένω στήριξα τα χέρια μου πάνω στον μαρμαρένια πάγκο μπροστά που, όπου εκεί έπεφτε όλο μου το βάρος.

«Θελετε κάποιο αναψυκτικό;» ρώτησε κοιτάζοντας μέ βαριεστημενα.

Κοίταξα τα χρήματα που έχω πάνω μου. Ίσα που μου έφταναν για την παραγγελία μου. «Όχι.»

«Ωραία, περιμένετε στο απέναντι τραπέζι και θα σας φωνάξουμε σε λίγο.»

Κατευθύνθηκα εκεί που μου ειπε η ταμειας κάνοντας ότι αγνοω το άθλιο γουργουρητο της κοιλιάς μου. Κάθισα στην ξύλινη καρέκλα και ξεκίνησα να παίζω με τα δάχτυλα μου πάνω στη γυαλιστερή επιφάνεια του τραπεζιού.

Κοίταξα γύρω μου μπας και βρω με κατι να ασχοληθώ ή τουλάχιστον να απασχολήσω το μυαλό μου και να σταματήσω να σκέφτομαι τον αξιολυπητο ήχο που δημιουργεί το στομάχι μου.

Το μαγαζί ήταν σχεδόν άδειο. Οι μονοι πελάτες που υπήρχαν, εκτός από μένα, ήταν μια γυναίκα με ένα μικρό κοριτσάκι δύο τραπέζια πιο δίπλα και μια άλλη κοπέλα η οποία κρατούσε στα χέρια ένα μεγάλο βιβλίο: "The mortal instruments: city of bones".

Είχα πετυχει ένα παρόμοιο σε μια βιβλιοθήκη που είχα πάει όταν ήμουν μικρή. Η Σάρα με είχε στείλει για να αφήσω έναν τόμο μαγειρικής που είχε δανειστεί. Ήθελε να ξεκινήσει να ασχολείται με την γαστρονομία για να αποδείξει ότι είναι πιο μορφωμένη σε σύγκριση με εμένα, ένα 13χρονο παιδί.

Όταν είχα μπει σε εκείνον τον χωρο είχα εντυπωσιαστεί. Ακόμα και η μυρωδιά με είχε αφήσει με το στόμα ανοιχτο. Για εμένα αυτό το μέρος αποτελούσε ένα μεγαλειο, όχι ότι είχα δει και πολλα αλλά σε σύγκριση με τα κλαμπ και πολλές φορές τους αγώνες αυτοκινήτων που πήγαινα με σκοπό την αποπλάνηση κάποιου, δε συγκρίνοταν.

Από τότε η επιθυμία μου για διάβασμα αυξανοταν όλο και περισσότερο.

Μου καλλιεργήθηκε η ιδεολογία ότι αν δεν μπορώ να ζήσω έτσι όπως θελω ή μάλλον έτσι όπως ήταν το φυσιολογικό να ζήσω, θα πρέπει να διαλεξω άλλη μια ζωη, η οποία θα επιλεγόταν με κριτήριο την υπόθεση που ήταν γραμμένη στο οπισθόφυλλο ενός βιβλίου.

Το κουδουνάκι πάνω από την πόρτα του καταστήματος ακουστηκε προσελκύοντας όλα τα βλεμματα σε εκείνο το σημείο.

Ενα αγόρι στεκόταν εκεί παρατηρωντας λίγο το περιβαλλον. Τα μαλλιά του ήταν καστανόξανθα κι ακαταστατα, καθώς μερικές τούφες έπεφταν μπροστά στα μάτια του. Φορούσε ένα μαύρο δερμάτινο τζακετ πάνω από μια -επισης- μαύρη λεπτή μπλούζα κι ένα ομοχρωμο τζιν από το οποίο κρεμόταν μια ασημένια αλυσίδα στο πλαι του ποδιού του.

Μόνο Μία ΦοράDove le storie prendono vita. Scoprilo ora