44. Φυσιολογική

61 5 1
                                    

Το σώμα μου ξεκολλάει από το δικό του γρήγορα, προτού συνειδητοποιείσει τι ξεστόμισα.

Βαριά καρδιά αργό-χτυπά πίσω από σάπια σάρκα, που περιστοιχίζεται από κόκκαλα αβέβαια για το αν μπορούν να στηρίξουν ολόκληρο άνθρωπο, βουτηγμένο σε λίμνη ντροπής.

Αρνούνται.

Προτιμούν να κάτσουν εκεί, στην βολική φωλιά που έχτισε ο Έντουαρντ μόνο για μένα. Σ' εκείνη που μονάχα αποδοχή κι αγάπη εισπράττω.

Μα το μυαλό απαρνείται.

Λίγο πρίν περάσω την πόρτα και φύγω μακριά του – πριν τον πληγώσω κι άλλο, γυρίζω προς αυτόν.

Λεπτή μυτούλα κόκκινη, μάγουλα βρεγμένα από σταγόνες λύπης και χείλια ήδη πρησμένα από την στεναχώρια που προξένησε το χάος των λέξεων μου.

Όπως πάντα δειλά ψάχνω στα μάτια του μία απάντηση που εγώ δεν μπορώ να δώσω.

Μα αυτά απεικονίζουν προτάσεις γοερές, στολισμένες με ερωτηματικά που για κάποιο λόγο μετατρέπονται σε λεπίδες και στρέφονται εναντίον μου.

Η απολογία μου φαντάζει ολόκληρο κείμενο – και ξέρω πως αν κάτσω να την απαγγήλλω θα καταλήξω στο ίδιο σημείο. Στην αγκαλιά του, βυθισμένη στην δυστυχία μου, ανήμπορη να αποχωριστώ τη διέξοδο μου.

Οπότε φεύγω.

Κίνηση απλή, μα αβάσταχτη σε κάθε βήμα.

Ο κόσμος γύρω μου θολώνει κι η εξομολόγηση του επαναλαμβάνεται στο μυαλό μου, τρελαίνοντας με.

Θα σε αγαπώ.

Θα σε αγαπώ.

Θα σε αγαπώ.

«...θα σε αγαπώ γι' αυτό που είσαι όταν βρίσκεσαι κοντά μου»

Δάκρυα έχουν παγιδευτεί στις πηγές όρασης μου. Το θαμπό βλέμμα μου πέφτει στο λάγνο δικό του κι ως δυστυχή τρέμω στο να βρω κουράγιο να μιλήσω.

«Δεν φαντάζεσαι πόσο σε αγαπάω εγώ...» χροιά που τρέμει στην εξαπόλυση της στον αέρα «... μα σαν φίλο»

Η χαραυγή των συναισθημάτων του μετατρέπεται σε δύση του ηλίου και σταματά μαζί με τον χρόνο γύρω μας.

Μόνο Μία ΦοράDonde viven las historias. Descúbrelo ahora