Theodore's POV
Θυμάμαι όταν ήμουν εννέα χρονών και γεννήθηκε η γλυκιά μου Μιλένα η μαμά μου χαμογελούσε.
Έμοιαζε το πιο ευτυχισμένο άτομο πάνω στην γη.
Όπως και ο Αντέμ.
Δεν θυμάμαι να τους έχω δει ποτέ πιο ευτυχισμένους...
Για αυτό τον λόγο αμέσως αγάπησα την μικρή μου αδελφή.
Επειδή έκανε τους γονείς μου χαρουμενους.
Και για τον ίδιο λόγο την αγάπησαν και η Γιασμίν και την Εσμά.
Είχαμε ορκιστεί και οι τρεις μας ότι θα κάνουμε τα πάντα για να την προστατευσουμε την μικρή μας Μιλένα...
Την βλέπαμε σαν μια μικρή νεραιδουλα που γεννήθηκε μόνο και μόνο για να μας κάνει όλους ευτυχισμένους απλά επειδή γεννήθηκε.
Δεν μας ένοιαζε να έκανε κάτι άλλο...
Να είναι έξυπνη όμορφη η μοναδική.
Θέλαμε μόνο να είναι πάντα καλά για να είμαστε σίγουροι ότι δεν θα καταστραφεί ποτέ η ευτυχία μας...
Και τώρα...
Η μικρουλα έχει ανεβάσει υπερβολικά υψηλό πυρετό.
Σαράντα πυρετό.
Ο παιδίατρος δεν βρήκε τίποτα παθολογικό...
Μας είπε ότι είναι αποτέλεσμα της κακής της ψυχολογικής κατάστασης.
Και πως γίνεται να μην έχει άσχημη ψυχολογία με όλα αυτά που συμβαίνουν?
Όλη μέρα έκλαιγε και ένιωθε τύψεις που έπρεπε να κρυβει από την μαμά την αλήθεια για την Γκαμπριέλα με αποτέλεσμα η μαμά να νιώθει απαίσια για το παιδάκι της...
Ναι... Δεν έπρεπε να φορτώσουμε ένα δεκάχρονο κοριτσάκι με ένα τέτοιο βάρος...
Δεν έπρεπε να την αναγκάσουμε να κρατήσει ένα τέτοιο μυστικό...
Και που το κράτησε δηλαδή?
Και που αρρώστησε?
Η μαμά τελικά έμαθε την αλήθεια και όχι με τον τρόπο που θα έπρεπε.
Μας άκουσε.
Άκουσε εμένα και τον Μπραντ να μαλώνουμε και έτσι έμαθε τα πάντα για την Γκαμπριέλα...
Από εχθές την έχουμε στο σπίτι με ηρεμιστικά.
Θέλει να τρέξει να βρει την κόρη της όμως αυτό δεν πρέπει να συμβεί.