Κεφαλαιο 9.

713 66 3
                                    

Αριανα.
18 ετών.

ΤΟ ΤΑΞΙ ΜΕ ΑΦΗΝΕΙ ΑΠΕΞΩ.
Τον πληρώνω και αφού με βοηθάει με την βαλίτσα πάω προς την πόρτα.

Βρισκω το κλειδί  κάτω από την χαλακι και ανοίγω.Η μαμα μου θα θυμώσει που ήρθα πρώτα εδώ αλλά δεν με νοιάζει.Γιατί θέλω να τον δω.

Έχω να δω τον Σαββα από τα Χριστούγεννα.Και αυτό ήταν για δυο σύντομες μερούλες.

Αφήνω εκεί την βαλίτσα και πάω στο δωμάτιο του.Εύχομουν να ήταν εδώ και ολας αλλά σκέφτηκα ότι ήρθα νωρίς.

Όταν μπαίνω στο δωμάτιο του και δεν ήταν απογοητεύτηκα.Αλλά δεν πειράζει.Θα τον περιμένω.

Κοιτάω γύρω το δωμάτιο.Μου έχει λείψει το δωμάτιο του.Πόσες ώρες έχουμε περάσει εδώ κανωντας το απολύτως τίποτα.

Αχχχ με εποιασε μια νοσταλγία.

Εννοώ οκ είμαι χαρούμενη.Πέρασα στο πανεπιστήμιο που ήθελα και τα πάω καλα στα μαθήματα αν και διαβάζω κάθε μέρα μέχρι αργά.Ήταν αυτό που ήθελα.
Αλλά πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου είχα και τον Σαββα κάπου κοντά μου.Ότι και αυτό θα το κάναμε μαζί.

Πάω στον τοίχο του στο σημείο με τις φωτογραφίες και γελάω με μια που ήμασταν μια σταλιά και τρώγαμε παγωτό.Τότε δεν συμπαθιομασταν ιδιαίτερα.
Πράγμα απίστευτο πλέον.

Όταν ανοίγει η πόρτα και τον βλέπω εκεί η καρδιά μου σχεδόν σταμάτησε.

Ήταν εκεί.Με το γνωστό χαμόγελο του,με τα γνωστά καταπράσινα μάτια του,το κοντοκουρεμένο κούρεμα του την ίδια όμορφη φάτσουλα που έχει.

Το χαμόγελο μου έφτασε μέχρι τα αυτιά και έτρεξα -σχεδόν πέταξα- καταπάνω του.Με σήκωσε ψηλά λες και ήμουν πούπουλο και με στριφογύριζε πολλές φορές στο δωμάτιο του.

Δεν το πιστεύω ότι είναι εδώ.

Τον αγκάλιασα σφιχτά για λίγο.
Πάντα δίπλα του ένιωθα σαν το σπίτι μου.

«Άρια..»ψιθυρίζει και κάνω πίσω να τον δω καλύτερα.

Μου είχε λείψει να το ακούω αυτό.
Μόνο εκείνος με λεει έτσι.

«Σαββα μου»λεω.

Φόραγε τα στρατιωτικά ρούχα του και φυσικά και του πήγαινε το πράσινο.Φαίνονται πιο έντονα τα μάτια του.

Αν Δεν Πεις Το «ΣΑΓΑΠΩ»Where stories live. Discover now