Κεφαλαιο 39.

566 48 0
                                    

Σάββας.
35 ετών.

Αφήνω την τσάντα του κάτω και σκύβω πριν χτυπήσω στην Ελευθερία.

«Θα σε πάρω αύριο μετά το σχολείο να μιλήσουμε εντάξει;»του λεω και εκείνος κουνάει το κεφαλάκι του πάνω κάτω.

Αντράκι μου εσυ.

Χτυπάω την πόρτα και ανοίγει η Ελευθερία.
«Καλώς τον»λεει και του δίνει ένα φιλί.

«Άντε πλύνε χέρια να φάμε»του λεει και εκείνος έρχεται σε εμένα και με αγκαλιάζει.

«Σαγαπω»φωναζω καθώς τρέχει μέσα.
«Τσε εγώ μπαμπά»λεει και χάνετε στο σπίτι.

Ποτέ πήγε 3 ετών;
Πως περνάνε έτσι τα χρόνια...

«Πως πήγε;»ρωτάει.
«Καλά.Του πήρε κάτι αθλητικά η Άρια.Ειναι μέσα στην τσάντα του.Εσκισε τα αλλά στις κούνιες»
«Να την ευχαριστήσεις.Και να της δώσεις χαιρετίσματα.Πως είναι;»
«Καλύτερα.Τωρα που είχε και τον Βασίλη σπίτι πολύ καλύτερα.Ξεχαστηκε.Της κάνει καλό όταν είναι αυτός»
«Τότε να τον παίρνεις όποτε θες σπίτι σου.Και ας έχει σχολείο δεν πειράζει αν λείψει σιγά.Αν βοηθάει»λεει με χαμόγελο.
«Σε ευχαριστώ Ελευθερία.Το εκτιμώ.»απανταω και πάω στο αυτοκίνητο.

Μπαίνω μέσα αλλά δεν βάζω μπρος.
Παίρνω μια μεγάλη ανάσα πρώτα και ακουμπάω το κεφάλι μου στο τιμόνι.

Είναι δύσκολο αυτό.
Είναι πολύ δύσκολο να γυρίσω σπίτι και να την δω έτσι.
Χωρίς χαμόγελο.
Σκεπτική.
Κλεισμένη στον εαυτό της.

Δεν είναι η Άρια μου αυτή.

Το πράγμα πήγε έτσι.
Ειπαμε να μεγαλώσουμε την οικογένεια μας.
Έμεινε έγκυος.
Λίγες εβδομάδες μετά έχασε το παιδί.
Και από τότε είναι χάλια.

Κατηγορεί τον εαυτό της και ότι κάτι έχει και ότι έχασε άλλο ένα αγγελούδι και δεν το αντέχει αυτό.
Και εγώ δεν αντέχω να την βλέπω έτσι.
Με σκοτώνει.

***

Όταν μπαίνω ήξερα ότι θα είναι στο κρεβάτι της.
Και ήταν όντως εκεί.

Σηκώθηκε αυτές τις μέρες γιατί ήταν ο Βασίλης εδώ αλλά τώρα που έφυγε κλείστηκε πάλι στον εαυτό της.

Δεν κοιμόταν.
Κοίταζε το κενό.

Βγάζω παπούτσια και μπουφάν και ξαπλώνω δίπλα της.Μπαινω μέσα στην κουβέρτα και την τραβάω να γυρίσει προς τα εμένα και έκλεισα τα χέρια μου γύρω της.

Αν Δεν Πεις Το «ΣΑΓΑΠΩ»Donde viven las historias. Descúbrelo ahora