«Κοπέλα μου κόψε τις υστερίες σου μην κάνω το μαγαζί καλοκαιρινό και εσένα μαζί.»είπε νευριασμένα ο ΆρηςΤο βλέμμα της Ελένης καρφώθηκε πάνω μου. Ένιωσα τον σφυγμό μου να επιταχύνει. Η παρουσία της και τα ειρωνικά χαμόγελα της παρέας της ήταν μια ωμή πρόκληση. Καθόταν απέναντι, γελώντας επιδεικτικά, σαν να είχε ήδη κερδίσει ένα παιχνίδι που εγώ μόλις μάθαινα να παίζω.
Η Ράνια μου έκανε ένα διακριτικό νεύμα, καθώς έπρεπε να πάω να την βοηθήσω. Με αυτά και με αυτά το ξέχασα τελείως.
Πλησίασα τον μπάρμαν του μαγαζιού.«Ένα σφηνάκι!» είπα αποφασιστικά.
Το άρπαξα κατευθείαν και σε δευτερολεπτα το ήπια μονορούφι, αφήνοντας το άδειο, δυνατά στον πάγκο. Ο μπάρμαν με κοίταξε ανήσυχα.
«Ήρεμα... Δεν σε βλέπω καλά σήμερα.»
«Άλλο ένα.»
«Δεν σου βάζω άλλο, δουλεύεις εδώ άμα σε δει το αφεντικό την έβαψες!» μου έλεγε σιγανά.
Είχε δίκιο. Αν εμφανιζόταν ο κύριος Διονύσης, θα χρειαζόμουν καθαρό μυαλό, όχι θολωμένο από αλκοόλ.
Η Ελένη και η παρέα της σηκώθηκαν και απομακρύνθηκαν. Η Ράνια γύρισε προς το μέρος μου, χαμογελώντας με ικανοποίηση.
«Νατάσσα, μπορείς να φύγεις εσύ. Εξάλλου σε 20 λεπτά σχολάς!»
«Σίγουρα; Μπορείς;» ρώτησα.
«Ναι ρε, άραξε. Αφού φεύγουν σιγά σιγά όλοι, θα έχω και την άλλη κοπέλα εδώ.»
«Εντάξει, σε ευχαριστώ!» αποκρίθηκα και μάζεψα τα πράγματά μου.
Έβγαινα από το καφέ, και στο κατώφλι με περίμενε ο Άρης, όρθιος δίπλα στη μηχανή. Το πρόσωπό μου παρέμενε ανέκφραστο.
«Πάω με τα πόδια, δεν πειράζει.» είπα, αφήνοντας τη φράση μου να αιωρηθεί στον αέρα.
Όλοι ξέρουμε ότι δεν πρόκειται να γίνει αυτό, έτσι λες πάντα.
Ήξερε καλά ότι τα λόγια μου ήταν άμυνα κι εγώ δεν είχα διάθεση. Το βλέμμα του χαμογέλασε, λες και διάβασε την ψυχή μου.
«Τι τρέχει;» πρόσθεσε, πλησιάζοντας.
«Μα την είδες την πατσαβούρα;» ξέσπασα.
Ο Άρης ξέσπασε σε γέλιο. Μου κούνησε το κεφάλι· με κάλεσε να ανέβω. Χωρίς άλλη σκέψη πήγα προς τη μηχανή, τα χέρια μου τρυπώθηκαν στην αγκαλιά του. Κι εκεί, στη βουή της νύχτας, ανακάλυψα πως δεν υπάρχει καλύτερο φάρμακο από την ηρεμία της παρουσίας του. Πόσο γρήγορα έφτασα σπίτι.

ESTÁS LEYENDO
I'm in love with you
Chick-LitΚαθώς περπατούσα ακούω μια αντρική φωνή... «Κοπέλα μου πρόσεχε που πας!» «Ε τι;» είπα και έβγαλα τα ακουστικά μου προσπαθώντας να καταλάβω τι έγινε,κοιτάζω και βλέπω ένα αγόρι με ένα καφέ στο χέρι ο οποίος έχει πέσει πάνω μου. «Δεν βλέπεις μπροστά σ...