Τρέχεις, τρεχεις και δεν φτανεις. Τρεχεις μανιωδώς σε δρόμους χωρις να νοιαζεσαι αν το τιμονι πάει πολυ αριστερά ή πολυ δεξία. Στην θεση του συνοδηγού βρισκεται η ζωή. Κάθεται με σταυρωτά ποδια και τα μαλλια της σε εναν σφιχτό κότσο. Κοιταζει αμέριμνα εξω απο το κλειστό παράθυρο. Το ρολόι στο ταμπλο εχει παγώσει στις 3.32.Εσυ ακόμα τρέχεις. Ο ηχος της μηχανής ειναι το μοναδικο πράγμα που ακούγεται μεσα στην νεκρικη σιγή. Τρέχεις και τρέχεις με κομμένη την ανάσα. Τα μαλλια σου κοιτάζουν πισω. Ο αέρας που μπαίνει απο τα κλειστά παράθυρα σε κανει να νιώθεις ελεύθερος. Τρέχεις και τρέχεις. Η ζωή δεν καταλαβαίνει τίποτα. Λες και βρίσκεται στην πιο ήρεμη βολτα της ζωης της. Ο χαρος τρεχει τρέχει. Το αυτοκίνητο περναει απο μπροστά σου μα δεν το βλέπεις. Η ζωή νιώθει εναν πόνο. Πλεον υπάρχει μονο νεκρικη σιγή. Ο χαρος ακομα στην θεση του ατσαλακωτος κοιτάζει την όμορφη ζωή να σβηνει . Λες και δεν νιώθει ,ανοίγει την τσαλακωμενη πορτα και μπαίνει στο επόμενο αυτοκίνητο.
ŞİMDİ OKUDUĞUN
Ανείπωτα.
ŞiirΕσυ. Εσυ που το διαβαζεις αυτό εδω. Σε προειδοποιώ δεν εχω ιδέα απο ποίηση.Μαλλον αυτο που γραφω είναι λογια που δεν ειπα ποτε. Το μονο που θελω απο εσενα είναι να καταλαβεις τις μπερδεμένες σκεψεις μου και να τις βάλεις σε σειρα. Αν μπορεις..