Το Εκκρεμές της Ψυχής (Pendulum of the Soul).

166 23 20
                                    

"Δεν μου λες εσύ. Δεν σκέφτηκες να με ρωτήσεις πρώτα πριν κανονίσεις να με προσέχει κάποιος όλη την ώρα; Μπορεί να μου φτάνει να με προσέχεις εσύ". Σοβαρά δεν μπορούσα να την καταλάβω ώρες ώρες. Την μια ήταν η Σάρα που δεν την πείραζε μια απόφαση που έπαιρνα, και την άλλη ήταν η Σάρα που την πείραζε η ίδια απόφαση μετά από δέκα λεπτά.

"Ποιος είπε ότι θα σε προσέχει όλη την ώρα; Μόνο όταν δεν θα μπορώ εγώ, και αυτό είναι σε περίπτωση που πρέπει να φύγω, έχω χάσει τις αισθήσεις μου, ή είμαι πολύ απασχολημένος. Και αυτό αν το θέλει ο ίδιος. Στα αλήθεια νομίζεις ότι θα αφήσω κάποιον, τον οποιονδήποτε να σε προσέχει είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο χωρίς να είμαι εγώ μπροστά να προσέχω εκείνον. Αυτό είναι μόνο δικό μου προνόμιο, και κανενός άλλου... Μόνο εγώ μπορώ να σε παρακολουθώ τόσο στενά, ολόκληρη". Αν νόμιζε ότι θα άφηνα κανέναν να κάνει κάτι τέτοιο ήταν πολλά γερασμένη. Πρώτα θα πεθάνω πραγματικά και μετά θα μπορεί κάποιος να το κάνει αυτό στην θέση μου... Βασικά ούτε τότε, θα επέστρεφα από τον τάφο ακόμα και σαν φάντασμα για να του σπάσω τα κόκαλα.

Είχαμε φτάσει ήδη στο σπίτι της Λιν και αυτή είχε αρχίσει ήδη την δουλειά με τον Darius, ενώ εμείς περιμέναμε πότε θα τελειώσουν για να κανονίσουμε που θα μένει ο Darius. Στον δρόμο μας είπε ότι πήρε ήδη άδεια για να μείνει εδώ και να γίνει μέλος της αγέλης από τον Λίο. Το αστείο ήταν πως αυτός έγινε ήδη μέλος και εγώ που βρίσκομαι εδώ πόσο καιρό δεν μπήκα καν στον κόπο να το κάνω. Οι περισσότεροι στην θέση μου θα είχαν μπει στην αγέλη, ακόμα και με τον κατώτερο βαθμό ένας λυκάνθρωπος είναι πιο δυνατός όταν έχει ολόκληρη αγέλη να τον βοηθήσει. Εγώ όμως είχα αποφασίσει να μείνω στην απέξω, ο άλφα των άλφα που ζει ως ωμέγα, όπως οι λύκοι που δεν είναι σε αγέλη και είναι πιο ευάλωτοι από ποτέ.

Καθώς σκεφτόμουν αυτό το πράγμα δεν άκουγα την Σάρα που προσπαθούσε να κερδίσει ξανά την προσοχή μου, ούτε την Λιν που έσπαγε το ξόρκι με το αίμα που είχε πάρει από εμένα. Και σίγουρα δεν άκουγα την πόρτα που χτυπούσε. Όσο ήμουν χαμένος στις σκέψεις μου η Σάρα σηκώθηκε από τον καναπέ που είχαμε καθίσει και άνοιξε. Όταν γύρισε ήταν μαζί με τον Λίο ο οποίος είχε σαρώσει πλήρως εδώ και δύο μέρες φαντάζομαι, αλλά ήταν ακόμα στην τσίτα.

"Ε, ξύπνα που χάθηκες"; Άκουσα την φωνή του αλλά ήταν σαν να μην μπορούσε να με φτάσει, αντίθετα αυτό που με κατέβασε από τα σύννεφα ήταν το χέρι του που με κουνούσε.

Φτιάχνοντας Το Πεπρωμένο (Ο Μαύρος Λύκος Βιβλίο 3) [Now Completed] Onde histórias criam vida. Descubra agora