Chapter 3c- Dark Light

77 12 6
                                    

"Όπως θέλει η βασίλισσά μου. Ίσως να θελήσεις να κλείσεις τα μάτια σου."

"Όλη μου την ζωή τα είχα κλειστά. Βαρέθηκα να κρύβομαι."

"Το ακούτε αυτό; Είναι οι χιλιάδες πεταλούδες μέσα στο στομάχι μου που προσπαθούν να ξεσκίσουν κάθε όργανό μου. Και με κάνει να νιώθω τόση χαρά."

"Απλά τελείωνε." Του είπα και πάτησε τη σκανδάλη.

Τώρα

Άκουσα τον κύριο να βήχει.

Τον ρώτησα αν ήταν καλά.

Μου είπε ότι μάλλον δεν θα έβλεπε ξανά  τον ήλιο. Και ότι αυτό που τον στεναχωρούσε περισσότερο ήταν ότι είχε υποσχεθεί στα παιδιά του.. στις δύσκολες στιγμές του να κοιτάει τον ουρανό, τον ήλιο και θα του δίνουν κουράγιο.

Εκείνη τη στιγμή κάτι μέσα μου έσπαγε.
Κάτι με μπούκωνε και δεν με άφηνε να αναπνεύσω καλά.
Κάτι με έπνιγε.
Τα πόδια μου μούδιασαν.
Το ίδιο και τα χέρια μου.
Στα αφτιά μου ακουγόταν ένας διαπεραστικός ήχος που στην πραγματικότητα δεν υπήρχε. Το μυαλό μου τον δημιούργησε.

Αυτά τα παιχνίδια του μυαλού  είχαν βάλει στόχο τους να με σκοτώσουν..

Μάλλον στην προσπάθειά μου να μην χαθώ στο κενό έκανα φασαρία.

"Evelyn είσαι καλά;" με ρώτησε ο κυριούλης.

"Όχι.. Μου τον πήραν..." Σε αυτές τις μικρές λέξεις η ψυχή μου χτυπιόταν στα πατώματα. Τα δάκρυα δεν έβγαιναν αλλά έκλαιγα.

"Πήραν ποιον;"

"Τον γιο μου... Αυτός..."

Είχα παραλύσει.
Το μυαλό μου είχε σταματήσει να δουλεύει.
Ξάπλωσα στο πάτωμα και βάραγα το κεφάλι μου.
Να σταματήσει αυτός ο ήχος.

Το γέλιο του μωρού μου.
Το κλάμα του μωρού μου.

Φώναζα  το όνομά του. Ξανά και ξανά.

"HARRY!" "HARRY."

Ο κυριούλης ανησυχούσε για εμένα.

Χτυπούσε την πόρτα του κελιού του. Φώναζε στον Jacob να με βοηθήσει.

Μερικά λεπτά αργότερα ένιωσα δύο χέρια γύρω μου.
Σαν το άγγιγμά του Caleb.
Εκείνο το άγγιγμά που με ηρεμούσε.
Σήκωσα το κεφάλι μου να τον κοιτάξω αλλά δεν ήταν εκεί...

Ήταν ο Jacob.
"Θα σταματήσεις να κλαις. Θα δεις. Θα σου μάθω να μην πονάς."

"Θέλω να φύγω.."

"Αν πονάς τόσο τότε θα σε αφήσω."

Τα μάτια μου έλαμψαν. Νόμιζα ότι άκουσα λάθος.
Αλλά το επανέλαβε.

"Θα... Είμαι ελεύθερη;"

"Ναι, Evelyn. Θα είσαι. Αλλά πρώτα θα σε χρειαστώ για κάτι."

"Τι;"

"Το χειμωνιάτικο τραπέζι των πέντε αρχηγών." Χαμογέλασε. "Δηλαδή τεσσάρων. Αφού ο Mitchell έφυγε."

"Μου είχε μιλήσει γι'αυτό το τραπέζι ο Caleb. Με θες για ψυχαγωγία."

"Το ήξερα ότι δεν θα ήταν τόσο εύκολο. Θα σου δώσω λίγο χρόνο να το σκεφτείς. Αλλά να ξέρεις ότι το τραπέζι είναι σε δύο μέρες."

Τράβηξε τα χέρια του πίσω και μπορούσα να καταλάβω από την ανάσα του ότι είχε θυμώσει.

Μόλις έκλεισε την πόρτα.. Ένιωθα το τέλος κοντά.

Δύο μέρες αργότερα θα ήμουν ελεύθερη.
Αλλά ως αντάλλαγμα θα έπρεπε να τα ζήσω όλα ξανά..

Όλα αυτά από τα οποία έτρεξα.

Οπότε έπρεπε να το σκάσω.
Και για να το κάνω αυτό έπρεπε να ξεπεράσω τον εαυτό μου και...
Έπρεπε να σκοτώσω τον Jacob.

Σηκώθηκα αργά από το πάτωμα και ξάπλωσα στο κρεβάτι του κελιού μου.
Ήταν χίλιες φορές καλύτερο από εκείνο στο σπίτι του κυρίου Mitchell.

Εκείνο που κοιμόμουν.
Εκείνο που ένα βράδυ ο Caleb με πήρε αγκαλιά και με έκανε να σταματήσω να φοβάμαι.

Ο Caleb..

Έφυγε επειδή εγώ τον άφησα να φύγει.
Να φτιάξει ο,τι είχε χαλάσει.
Εμάς.
Όμως κάτι μου έλεγε ότι με τόσο σκοτάδι θα καλύπταμε το φως που μας ένωνε...

Ίσως μακριά ήταν καλύτερα...
Ίσως δεν τον αξίζαμε..

Και πονούσα..
Επειδή ήξερα ότι η ζωή του Harry θα ήταν καλύτερη μακριά μου...
Ήθελα μόνο μια τελευταία αγκαλιά..
Να ξέρω ότι δεν θα τον έβλεπα ξανά.
Να μαζέψω όμορφες στιγμές.. να με κάνουν να κοιμάμαι ήρεμη τα βράδια...

Σε αγαπάω γιε μου..

lucentWhere stories live. Discover now