Κεφάλαιο 17

218 11 0
                                    

17

Την στιγμή που ανοίγω τα μάτια μου και κοιτάζω γύρω μου αντιλαμβάνομαι ότι βρίσκομαι σε ένα από τα δωμάτια του νοσοκομείου. Νιώθω πιο δυνατή. Τουλάχιστον εξωτερικά, γιατί εσωτερικά πονάω. Η αμφιβολία και η αγωνία που έχω για τον Brian μου σκίζει τα σωθικά. Θέλω να σηκωθώ, να φύγω, να τρέξω σπίτι του, να πάω να τον βρω. Όμως δεν μπορώ. Ο ορός και τα σωληνάκια που μου έχουν τοποθετήσει στο χέρι, με εμποδίζουν. Με έχουν συνδέσει και με κάποια μηχανήματα. Λες και έχω τίποτα σοβαρό.

Κοιτάζω την ώρα και συνειδητοποιώ πως είναι ακόμη εφτά το πρωί. Έτσι, ίσως αν φύγω τώρα, φτάσω νωρίς. Έχω βέβαια και στην σκέψη μου τον πατέρα μου. Δεν έχω την δυνατότητα να επικοινωνήσω μαζί του και να βρω μια δικαιολογία για το ότι θα αργήσω, μιας και το κινητό μου το άφησα σπίτι. Επομένως, λογικά, θα έχει πεθάνει από την αγωνία του, διότι κάθε φορά που κοιμόμουν αλλού ειδοποιούσα, έστω και με ένα μήνυμα.

<<Γιατρέ, γιατρέ, ελάτε συνήλθε.>> φωνάζει μια νοσοκόμα, μόλις μπαίνει μέσα στο δωμάτιο και με βλέπει με τα μάτια ορθάνοιχτα.

Γιατί συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο; Σιγά... Δύο ώρες κοιμάμαι, δεν κοιμάμαι και δύο χρόνια. Αλλά τουλάχιστον φώναξε το γιατρό. Άντε να έρθει, να μου βγάλει όλα αυτά τα καλώδια, να φύγω και να πάω να βρω τον Brian. Όσο τον περιμένω όμως, συνειδητοποιώ πως δεν φοράω το κολιέ μου. Και μου φαίνεται παράξενο, διότι θυμάμαι ξεκάθαρα πως χθες το κρατούσα με δύναμη, για να σιγουρευτώ πως με ακούει ο Matt. Αλλά πλέον δεν με ενδιαφέρει. Το μόνο που με νοιάζει είναι να είναι καλά ο Brian. Εκείνη την στιγμή, μπαίνει μέσα ο γιατρός και αρχίζει να με εξετάζει εξονυχιστικά. Γιατί όμως; Αφού δεν έχω κάτι σοβαρό. Γιατί δεν με αφήνει να φύγω να τελειώνουμε; Μέχρι και να σηκωθώ και να περπατήσω μου ζητάει.

<<Η υγεία σου έχει βελτιωθεί πολύ. Θα σε κρατήσουμε μέσα ακόμα δυο τρεις μέρες, για να εξετάσουμε την πορεία σου και μετά μπορείς να πηγαίνεις. Αλλά πρώτα πρέπει να μας δώσεις τα στοιχεία σου και αν είσαι ανήλικη, πρέπει να έρθει ένας γονιός σου να υπογράψει για το εξιτήριο σου. Εμείς ψάξαμε, αλλά δεν καταφέραμε να βρούμε κανένα συγγενή σου.>> μου εξηγεί και μου δίνει ένα χαρτί να γράψω τα στοιχεία μου.

<<Κάτσε, για δυο ώρες που είμαι εδώ; Γιατί δεν περιμένατε απλώς να ξυπνήσω.>> τον ρωτάω, ενώ σκέφτομαι από μέσα μου ότι μόλις ξεκουμπιστούν από το δωμάτιο θα φύγω, δίχως να τους δώσω αναφορά.

Τρεις Σταγόνες Έρωτα!Donde viven las historias. Descúbrelo ahora