Λυδια
«Μπορείς να μου πεις τι ακριβώς κανείς;Γιατί μου κρατας τα μάτια;»λέει.
Γελάω.
«Θέλω κάπου να σε πάω οκ;Φτάνουμε»λέω.
«Πως ακριβώς με φτάνεις και μου κρατας τα μάτια μου,μου λες;»μου λέει.
«Στις μιτες είμαι οκ;»λέω.Γελάει.
«Φτάσαμε.Ετοιμος;»λέω.
«Πανε....»λέει και βγάζω τα χέρια μου.
«....τοιμος..»λέει όχι με τόσο ενθουσιασμό.Το σκεφτόμουν αυτό.
Από τότε που μου είπε για τους γονείς του.«Τι είναι αυτό;»λέει.
«Ζωολογικός κήπος.Θυμασαι που μου είπες ότι θα πηγαίνατε με τους γονείς σου;Και περίμενες να έρθουν;Μπορεί να έγινε αυτό που έγινε αλλά σίγουρα θα σε έφερναν και σκεφτηκα...»
«Πας καλά;»φωνάζει.Φενεται....νευριασμενος;!
Μα γιατί;«Ιάσωνα;»λέω.
«Πως σου ήρθε αυτό μου λες;»λέει.Αυτήν την αντίδραση δεν την περιμενα...
«Τι εννοεις;Αφού οι γονείς δεν πρόλαβαν αλλά είμαι σιγουρη οτι θα ήθελαν...»
«Φεύγουμε!»λέει και με τραβάει από το χέρι.
«Τι;»
«Φεύγουμε είπα!»
«Μα πλήρωσα τα εισιτήρια Ιάσωνα...»
«Δεν με νοιαζει»λέει και με τραβάει γρήγορα και μπαίνουμε στο αμάξι.Τι θέλω και κάνω πραγματα γαμωτο.
Δεν καθομαι στα αυγά μου.«Αν σου ερχοντα τέτοιες ιδέες άλλη φορά μην της κανείς!»φωνάζει.
«Εντάξει Ιάσωνα το κατάλαβα!»λέω.Κλαιω τώρα.
Γιατί μου φωνάζει.
Γιατί δεν είχα αυτό στο μυαλό μου όταν κανόνισα για αυτήν την μέρα.«Τώρα γιατί κλαις;!»λέει.
«Γιατί μου φωνάζεις...»λέω.Κοπανάει το χέρι του στο τιμόνι.Δυνατα.
«Γαμωτο!»λέει.
Τώρα ακουμπαει το κεφάλι του στα χέρια μου είναι πάνω στο τιμόνι και γέρνει μπροστά.
Ίσως εκανα βλακεία.
Δεν έπρεπε να τον φέρω εδώ.
Δεν το σκεφτηκα για κακό όμως.
Ήθελα να κάνω κάτι καλό για αυτόν.«Την τύχη μου!»φωνάζει.
Βάζω το χέρι μου στον ώμο του.
«Δεν φταίει ο ζωολογικός κήπος που έχασες τους γονείς σου.Το ξέρεις αυτό έτσι;»λέω σιγά.
Σηκώνει το πρόσωπο του.«Ούτε εσυ φταις...»λέω.
«Κάποιος πρέπει να φταίει όμως...»λέει.
«Έχει σημασία;Θα αλλάξει κάτι;»λέω.Δεν μιλάει.
«Πάμε σπιτι έλα...»λέω.
«Τι;»
«Πάμε σπιτι.Ηθελα να κάνω κάτι ωραίο.Να μην είσαι ακόμα το αγορι που περιμενε στο σαλόνι καθαρός και ντυμένος να έρθουν οι γονείς του για να πάτε στο ζωολογικό κήπο.Ηθελε να μην περιμένεις πια.Αλλα δεν πειραζει.Δεν θες και το καταλάβαινω.Παμε σπιτι»λέω.
«Τώρα γιατί κλαις;»λέει.
«Γιατί τρόμαξα.Αλλα καλά είμαι.Παμε»λέω και σκουπίζω τα δάκρυα.«Έλα εδώ βρε κουτό...»λέει και με φέρνει κοντά του και με αγκαλιάζει.
«Θέλω να είσαι καλά Ιάσωνα..»λέω.
«Είμαι.Μαζι σου είμαι»λέει.
«Ήθελα απλά να βοήθησω»
«Δεν το ξέρεις Λυδια αλλά με εχεις ήδη βοηθήσει.Καθε μέρα με βοηθάς.Δεν εχεις ιδέα...»λέει.Δεν νομίζω.
Μάλλον χειροτερεύω τα πραγματα.«Μόνο και μόνο που είσαι διπλα μου,με τα νεύρα μου και τις φωνές μου σημαίνει τα πάντα για μένα»λέει.
«Δεν θα φυγω Ιάσωνα.Οχι έτσι εύκολα...»λέω και με φιλάει.«Έλα πάμε σπιτι»λέω.
«Πήρες ρεπό;Και πλήρωσες για αυτό;»λέει.
«Ναι αλλά δεν έχει σημασία.Παμε κάπου άλλου.Οπου θες»λέω.Αναστενάζει.
«Πάμε»λέει και βγαίνει έξω από το αμάξι.Τι;
«Δεν χρειάζεται Ιάσωνα.Παμε κάπου άλλου»λέω.
«Εχεις δίκαιο.Δεν φταίει ο ζωολογικός κήπος.Παμε»λέει και βγαίνω έξω.
«Μόνο αν το θες»λέω.
«Το θέλω.Παμε»λέει και μου πιάνει το χέρι και μπαίνουμε μέσα.Και είχαμε μια τέλεια μέρα.Ειδαμε τόσα ζώα,τα ταΐσαμε,βγάλαμε φωτογραφίες,της πρώτες φωτογραφίες μαζί,φάγαμε.
«Θέλω να πάρω μια τέτοια σπιτι μου»λέει.
«Τι;Μαϊμού;Δεν γίνεται αυτό βρε ζωή μου»λέω.
«Ζωή μου;»λέει.Οχ.
«Μου βγήκε αυθόρμητα.Δεν το ήθελα»λέω.
«Μην τολμήσεις και το παρεις πίσω.Μου άρεσε...»λέει και με φιλάει στο μέτωπο.Μαρεσει που είπα ότι αρχίζω να τον ερωτεύομαι.Δεν αρχίζω.
Τον έχω ήδη ερωτευτεί.
BẠN ĐANG ĐỌC
«Εσυ και Εγώ»
Lãng mạn*10ο βιβλιο* Ιάσωνας και Λυδία. Αυτος έχει χάσει την ευτυχία του καιρό τώρα.Και η μοναξιά είναι ο καλύτερος φίλος του. Αυτή γεμάτο ζωή αλλά θυμό μεγαλωμένη χωρίς πατέρα. Τι θα γίνει όταν θα έρθουν κοντά; Τι κριβει ο Ιάσωνας; Μυστικά,ζόρια,ερωτας και...