35.

586 84 4
                                    

ΚΛΕΙΩ

Ο αέρας της Ρώμης ήταν καυτός και κολλούσε πάνω στο δέρμα μου. Όλα όσα ξεπετάγονταν θαρρείς από κάθε στενό αυτής της πόλης σε ταξίδευαν πίσω στον χρόνο. Ένιωθες πως πρωταγωνιστούσες σε κάποια Χολιγουντιανή ταινία και συνειδητοποιούσες το ρομαντικό κλίμα που είχε κατακλύσει τους ταξιδευτές που είχαν καταφτάσει στη Ρώμη για να την γευτούν, να την ανακαλύψουν... Ο Κρις δίπλα μου παρατηρούσε το κάθε μου βλέμμα, την κάθε μου αντίδραση και συνέχιζε να με ξεναγεί χαμογελαστός. Με οδήγησε σε ένα μικρό μαγαζάκι πίσω από την πιάτσα Ναβόνα. Η εικόνα του έμοιαζε να έχει ξεπηδήσει από κάποια καρτ ποστάλ. Ο Κρις σε άψογα ιταλικά παρήγγειλε στον σερβιτόρο το κρασί που είχε διαλέξει για να συνοδεύσει το δείπνο μας και στην συνέχεια επέλεξε μονάχος του σχεδόν κάθε πιάτο που βρισκόταν στον κατάλογο. Τον παρακολουθούσα συνεπαρμένη. Όταν τον είχα γνωρίσει έμοιαζε με κάποιο κακομαθημένο πλουσιόπαιδο. Όταν τον βρήκα ξανά είχε μεταμορφωθεί σε ένα πληγωμένο αγόρι. Και τώρα μπροστά μου είχα έναν άντρα πολύπλευρο. Τα μάτια του έκαιγαν σαν πυρωμένο σίδερο. Η φωνή του ήταν βαθιά ξυπνώντας κάθε γυναικεία αίσθηση. Και το χειρότερο όλων ήταν ο αέρας που απέπνεε.

«Πόσες γλώσσες μιλάς πια;» τον ρώτησα έκπληκτη μόλις ο σερβιτόρος αποχώρησε. Εκείνος γέλασε.

«Αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, ισπανικά. Είχα αποπειραθεί κάποια στιγμή να μάθω ρώσικα αλλά απέτυχα παταγωδώς. Και γνωρίζω μερικές προτάσεις και στα ελληνικά...»

«Υπάρχει άραγε κάτι που δεν μπορείς να κάνεις;» αναρωτήθηκα. Το βλέμμα του σοβάρεψε. Και τότε συνειδητοποίησα την απάντηση του.

«Το να σε φιλήσω εδώ και τώρα. Το να είσαι μόνο δική μου» κατέβασα το βλέμμα μου από τα μάτια του στο άδειο πιάτο που υπήρχε μπροστά μου. Με τη άκρη του ματιού μου συνειδητοποίησα ότι το επίμονο βλέμμα του είχε σταθεί πάνω μου. Για καλή μου τύχη βέβαια ο σερβιτόρος εμφανίστηκε και το τραπέζι γέμισε με λιχουδιές της Ιταλικής κουζίνας. Η ατμόσφαιρα άλλαξε ξανά. Έγινε πιο ανάλαφρη. Ο Κρις χαμογελούσε ξανά.

«Πήρα σχεδόν τα πάντα για να δοκιμάσεις ότι θέλεις» σήκωσα το ποτήρι με το κρασί και ήπια μια γερή γουλιά. Θα μπορούσα να αισθάνομαι αμήχανη απέναντι του. Όμως αισθανόμουν οικεία. Σαν να είχα επιστρέψει σπίτι μου έπειτα από ένα τεράστιο ταξίδι κάπου πολύ μακριά.

Και κάπως έτσι κύλησε η βραδιά. Με κρασί. Αρκετό κρασί. Με φαγητό. Αρκετό φαγητό. Κλεφτές ματιές. Βαθιές συζητήσεις. Και αυτόν. Εκείνον και εμένα. Ένα ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί που συνέχιζε να παραμένει ήρεμο.

ΟΧΙ! ΙΣΩΣ? ΝΑΙ! (vol.1)Tahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon