5

316 57 8
                                    

Το σπίτι της Κλαρίσα στάνφορντ είχε τρεις ορόφους κι έδειχνε από κάθε άποψη μεγαλοπρεπές. Η πέτρα και το τούβλο από τα οποία ήταν χτισμένο ήταν πανάκριβα αναμφίβολα και η Ρόζαλιν που είχε φτάσει ως εκεί παίρνοντας το μετρό κι όχι το αυτοκίνητο της, αναρωτήθηκε πόσοι υπηρέτες να δούλευαν εκεί μέσα. Δεν ένιωθε αγωνία που ετοιμαζόταν να δει την Κλαρίσα, το αντίθετο. Στη διάρκεια της διαδρομής κόντευε να χαμογελάσει συνειδητοποιώντας πόσο μεγάλη ήταν η ροπή της προς τις σκανταλιές. Με τη Νάταλι είχαν περάσει πολύ ωραία, αν και η τελευταία είχε χάσει κάτι από την παλιά της σπιρτάδα, κι αυτό εξαιτίας του γεγονότος πως δυσκολευόταν πολύ να μείνει έγκυος. Η Ρόζαλιν που καθόλου δε σκεφτόταν για τον εαυτό της την πιθανότητα της μητρότητας τουλάχιστον για την ώρα, της είχε προτείνει να κάνει εξωσωματική, και η Νάταλι της είχε απαντήσει πως κι ο Λέσλι το ίδιο της έλεγε τις τελευταίες μέρες. Κουβέντα δεν της ανέφερε η Ρόζαλιν για την επικείμενη αποφυλάκιση του αλεξάντερ, αλλά ούτε βέβαια και για το ραντεβού της με την Κλαρίσα. Η Νάταλι θα τη σκότωνε αν μάθαινε που ετοιμαζόταν να μπλέξει.

Ο μπάτλερ που της άνοιξε, της έφερε αμέσως στο νου τους υπηρέτες των μυθιστορημάτων που διάβαζε σε όλη τη διάρκεια της εφηβείας της. Είχε περιγράψει κάποτε και η ίδια έναν τέτοιον αναλυτικά σε μια από τις παλιές της νουβέλες. Ήταν ξερακιανός και λεπτός, φορούσε γκρίζο κουστούμι και η προφορά και η εκφορά του λόγου του ήταν τέλειες και οι δυο. Την κάλεσε να τον ακολουθήσει, και την οδήγησε σε ένα μεγάλο σαλόνι με κρεμ καναπέδες. Η Ρόζαλιν κάθισε στην άκρη του ενός κι απάντησε ευγενικά στην προσφορά του για να πιει κάτι. Εκείνος τότε έφυγε, ενημερώνοντας την πως η Κλαρίσα θα ήταν μαζί της από στιγμή σε στιγμή.

Και πράγματι, εκείνη τον διαδέχτηκε προτού προλάβει η Ρόζαλιν να μελετήσει τη διακόσμηση του δωματίου. Αμέσως μόλις την είδε να μπαίνει, σηκώθηκε και την πλησίασε.

Η Κλαρίσα ήταν λεπτή μα όχι ασθενική, και φορούσε ένα κατάμαυρο φαρδύ φόρεμα. Από τον λαιμό της κρεμόταν ένα σμαραγδένιο κολιέ, ενώ στο ένα της χέρι κρατούσε ένα ζευγάρι γάντια που δε μπήκε βέβαια στον κόπο να τα φορέσει μέσα στο σπίτι. Τα μάτια της απέπνεαν καλοσύνη, μα δεν τους έλειπε και αυτό που χαρακτήριζε πάντα όλους τους πλούσιους ανθρώπους.

-σε ευχαριστώ πολύ που δέχτηκες να με δεις.

-είναι χαρά μου, έχω ήδη αγοράσει τα βιβλία σου.

Η σαγήνη των ρόδωνWhere stories live. Discover now