1.
Ο ξένος.Τον βλέπω έξω από το μαγαζί μόνο του.Σε μια γωνία.Σκεπτικος.Οπως και τις τελευταίες μέρες.
«Θα εκραγεί αυτό το μυαλό σου από τις πολλές τις σκέψεις»λέω.
«Νικόλα;Τώρα ήρθες;»ρωτάει και μου δείχνει την άδεια θέση απέναντι του.«Παω αυτά μέσα στον Μάριο και έρχομαι»λέω και τρέχω μέσα.Μολις μπαίνω βλέπω την μαμά και τον Μάριο σε ένα τραπέζι.Μολις με βλέπουν πετάω τα κλειδιά του αυτοκινήτου και εκείνος τα πιάνει στον αέρα.
«Ετοιμο το αμαξι»λέω.
«Τι είχε;»ρωτάει.Τι να έχει.Λες και το προσέχει και ιδιαίτερα.Κανενας τους εδώ πέρα.Και μετά έρχονται στο συνεργείο και αναρωτιούνται τι έχουν πάλι.
Τι να έχουν;Αμάξια είναι.Πως θα διατηρηθούν καλά αν δεν τους καίγεται καρφακι;
Θέλουν αγάπη.
«Τι άλλο;Τα λάδια.Θα πρέπει να το πας για σέρβις που και που..»του θυμίζω.
«Μα για αυτό έχω εσενα»λέει με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά.
Κάθε μήνα με κάποιο από τα αμάξια τους θα ασχοληθώ.Μια με του Στέφανου,μια με του Παρη,μια με του Μαριου,μια με τον Παντελή...
Γενικά ελεύθερο χρόνο δεν έχεις με αυτούς.Άρχιζα να ζεσταίνομαι εδώ μέσα.Πιο ωραία ήταν έξω.
«Τι λέτε εσείς εδώ;Θυμάστε τα νιάτα σας;»τους πειράζω.
Δεν είναι τόσο μεγάλοι.Ειναι πολύ νέοι.Ειδικα η μαμά μου.Αλλα εκνευρίζεται ο κύριος από εδώ και όταν εκνευρίζεται έχει πλάκα.
«Θες να πεις κάτι Νικόλα;Γιατι από όσο ξέρω ακόμα νέοι ήμαστε...»λέει.
«Ναι οκ Μάριε.Οτι πεις!»
«Θα πιεις κάτι;Μην ντρέπεσαι.Αλλωστε δεν πληρώνουμε ποτέ εδώ....»λέει εκείνος χαλαρός.Και όντως ποτέ δεν το κάνει.Κανει.Αυτος.Επειδη όλοι οι άλλοι πληρώνουμε κανονικά.Τοσοι που ήμαστε αν ήταν έτσι δεν θα είχε και κανένα κέρδος ο καημένος.
«Το άκουσα αυτό ξέρεις....!»φωνάζει ο Στέφανος από τον παγκο τώρα που καθάριζε κάποια ποτήρια.
Σηκώνομαι επειδή θα αρχίσουν αυτοί οι δυο τώρα.
«Μπα.Παω έξω.Ειναι ο Παντελής μόνος του.Παω να του κάνω παρέα»λέω και βγαίνω αφού τους χαιρετάω.Κάθομαι απέναντι του και μου είχε ήδη παραγγείλει μπυρα.
«Αυτός είσαι!»λέω και πίνω μια γουλιά.Ειναι κρύα.Οτι πρέπει.«Ξανθε μου φίλε...έχω προβλημα»ξεκινάει.
«Το πρόβλημα λέγεται Διονύσης έτσι;»
«Ναι»
«Τι έκανε πάλι;Πες τα στον Νικόλα...»λέω.Ζωηρός ο μικρός.Δεν ακούει τίποτα.
Πράγμα πολύ διαφορετικό από το πως είναι ο Παντελής.***
Λίγα βήματα έξω από το μαγαζί έκανα όταν με σταμάτησε κάποιος.
«Συγνώμη;Νεαρέ;»
Γυρνάω το κεφάλι μου και βλέπω κάποιον να πλησιάζει.
«Παρακαλώ;»λέω καθώς τον παρατηρούσα.Τα μάτια του ήταν το πρώτο πράγμα που προσέξα.Επειδη έμοιαζαν με αυτά που βλέπω εγώ κάθε μέρα στο καθρέφτη.Και μετά τα λίγο μακριά μαλλιά του.Ηταν ξανθός αλλά είχε και πολύ γκρι μέσα.
«Συγνώμη αλλά φενεσαι να μένεις εδώ πέρα...»
«Εδώ πέρα μένω ναι»
«Ψάχνω ένα καλο μέρος για φαγητό.Ξερεις πουθενά εδώ κοντά;»με ρωτάει.Τουρίστες.Καθε χρόνο τα ίδια ρωτάνε.Και από αυτούς έχουμε μπόλικους κάθε καλοκαιρι.
«Πολλά.Αλλα ένα από τα καλύτερα είναι αυτό εκεί πέρα»λέω και σηκώνω το δάχτυλο μου να του δείξω το ξύλινο μαγαζί του Στέφανου.
Αν δεν παινέψεις φίλους τότε ποιους;«Α ναι;»ρωτάει.
«Ναι.Απο τα καλύτερα.Ειναι και φίλος μου βέβαια.»Πιάνει τα γόνατα του τώρα ξαφνικά.Σαν να κουράστηκε.Δεν ξέρω.
«Είστε καλά;»ρωτάω.
«Ναι απλά κουράστηκα.Ολη μέρα περπάταγα»λέει και βλέπω ένα παγκάκι λίγο πιο εκεί έτσι τον παω αμέσως να κάτσει.«Καθήστε εδώ»
«Πολύ καλή ιδέα»λεει και όταν κάθεται τεντώνει τα ποδια του.Φενεται νέος γενικά για να μην άντεξε λίγο περπάτημα.
«Είστε καλά σίγουρα;»ρωτάω.
«Ναι ναι.Αρα εκεί να παω;Το είδα έτσι γεμάτο και σκέφτηκα να παω αλλά μετά λέω μήπως είναι από τα μαγαζιά εκείνα που έχουν χάλια φαγητό αλλά για κάποιο λόγο είναι πάντα γεμάτο»λέει και δεν μπορούσα να μην γελάσω με αυτό.Πάντα υπάρχουν αυτά τα μαγαζιά.
«Αυτό είναι γεμάτο για το φαγητό.Σας το προτείνω»του λέω.
«Ωραία τοτε.Σε ευχαριστώ να σε καλά»λεει.
«Καλές διακοπές να έχετε στην Σαντα Ροζα»Κουνάει το κεφάλι του.
«Δεν ήρθα για διακοπές.Κατι ψάχνω»μιλάει.Πολύ αινιγματικό αυτό.
«Κάτι...;»αναρωτιέμαι.
«Την συγχώρεση.Συγχωρεση ψάχνω...»λέει.Δεν κατάλαβα.Δεν με νοιάζει άλλωστε.Ενα ξένος είναι.Τον άφησα εκεί και συνέχισα τον δρόμο μου.
YOU ARE READING
"Νικόλας" (#2 Σαντα Ροζα Τζουνιορ)
Romance18 βιβλίο. 2ο της σειράς Σαντα Ροζα Τζούνιορ. Ο Νικόλας ήταν ένας συνηθισμένος 19 χρόνος που ζούσε μια ήρεμη ζωή στην Σαντα Ροζα.Ολα άλλαξαν όταν εμφανίστηκε στην ζωή του ο πατέρας που μισεί όσο τίποτα.Οχι όχι δεν τον μισεί.Επειδη απλά δεν τον νοιάζ...