Κεφαλαιο 18.

1K 132 61
                                    

18.
Παγωτό λεμόνι.


Παιρνει δυο σκαμπό και τα σέρνει στην μέση του συνεργείου.

Κάθετε στο ένα.
«Κάτσε!»λέει και μου δείχνει το άλλο.
«Προτιμώ όχι»λέω.
«Είπα κάτσε!»τώρα φωνάζει.

Ήμουν έτοιμος να απαντήσω αλλά αφού τόσο πολύ θέλει να μιλήσει ας το κάνει.Δεν θα βγάλει κάτι.Δεν αλλάζει κάτι.

«Ακούω.»λέω για να τελειώνουμε μια ώρα αρχύτερα όλο αυτό.

«Σε έφερα εδώ στα Πετρολια για να σε γνωρίσω.Και μόνο αυτό δεν έχει γίνεις αυτές τις μέρες.»λέει.Πηγα να απαντήσω αλλά με σταμάτησε.

«Ήμουν δέκα εννιά.Σπουδαγα.Δεν είχα ιδέα για τίποτα από την ζωή.Ειχα την κόπελα μου,τους φίλους μου και αυτό ήταν αρκετό.Δεν θέλω να δικαιολογηθώ απλά θέλω να μπεις στην θέση μου για ένα λεπτό.Εμαθα ότι η Ειρήνη είναι έγκυος.Τρομαξα.Εγω πατέρας;Στα 19;Εγώ δεν ήξερα τίποτα από παιδιά,ειδικά μωρά.Δεν ήμουν έτοιμος,δρν μπορούσα να το κάνω.Της είπα το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό.Να το ρίξει.Ξερω ότι και αυτή μικρή ήταν.Φοβισμενη.Αργησα να το σκεφτώ αλλά ξέρω.Αλλα ένιωθα ότι θα ήταν κρίμα για αυτό το παιδί αυτή η ζωή.Τι θα μπορούσα να του προσφέρω;Τι θα μπορούσα να προσφέρω στην Ειρήνη;»ρωτάει.

Κάτι.Κατι.Οτιδηποτε.Απο το τίποτα όλα θα έφταναν.

«Εξαφανίστηκα.Μου ήρθε όλο πολύ απότομα.Εφυγα.Αλλα θέλω να με πιστέψεις όταν σου λέω ότι νόμιζα ότι σε έριξε.Νομιζα ότι το έκανε αλήθεια.Οταν της το είπα δεν είπε κάτι.Δεν είπε δεν θα το κάνω ή θα κρατήσω το παιδι ότι και αν γίνει και έτσι εγώ νόμιζα ότι θα το έκανε.Οτι ούτε αυτή το ήθελε.Οταν έφυγα και πέρασε καιρός ένιωθα χάλια για αυτό που έγινε.Ετσι που φέρθηκα.Για αυτό που έκανα.Μετανιωσα.»λέει.

Δεν μπορώ παρά να γελάσω με αυτό.

«Δεν με πιστεύεις αλλά όντως μετάνιωσα.Σκεφτηκα καλύτερα τα πράγματα.Ενιωσα χάλια.Αλλα ούτε για ένα δεύτερο δεν σκέφτηκα ότι θα μπορούσε το παιδί αυτό να ζούσε.Ποτε.Αν το ήξερα ή έστω αν είχα και την παραμικρή αμφιβολία θα γύρναγα την γη ανάποδα γιατί αλήθεια μετάνιωσα.Σκεφτομουν ότι έπρεπε να προσπαθήσω.Και ότι γινόταν.Και ξέρω ότι αυτό δεν διόρθωνει τίποτα...»
«Φυσικά και δεν διορθώνει τίποτα...!»

Νευρίασα κάπως.Αρκετα άκουσα.

«Τι έκανες όλα αυτά τα χρόνια Σταύρο;Πες μου.Θελω να μάθω.Επειδη ο παππούς πέθανε όταν ήταν έγκυος η μαμά μου,το ήξερες αυτό;Ότι δεν πρόλαβε να με γνωρίσει το ήξερες αυτό;Ότι φύγαμε από το σπιτι και με το ζόρι βρήκαμε άλλο.Οτι με το που γέννησε καθάριζε σπίτια για να μας συντηρήσει;Τίποτα δεν ξέρεις.Η ζωή σου θα ήταν υπέροχη.Χωρις παιδιά χωρίς δεσμεύσεις.Αλλα της μαμάς μου όχι.Δεν έφτανε η δουλειά την ημέρα και έπρεπε να δουλέψει και το βράδυ.Και τώρα θα ρωτήσεις.Τι δουλειά είναι αυτή βραδιάτικα...
Χόρευε.Σε μαγαζί.»λέω και γουρλωσε τα μάτια του.

"Νικόλας" (#2 Σαντα Ροζα Τζουνιορ)Where stories live. Discover now