Κεφάλαιο 2ο.

3.2K 274 3
                                    

   Ο Βασίλης είχε αφήσει την βαλίτσα μου στον πρώτο δωμάτιο στο διάδρομο. Την άνοιξα βιαστικά και έβγαλα από μέσα το μαγιό μου. Ήταν ένα πολύ απλό μαύρο μπικίνι. Έκλεισα τη πόρτα για να αλλάξω. Φόρεσα από πάνω ένα μακρύ άσπρο κεντητό φόρεμα παραλίας από το οποίο διαγραφόταν τελείως το σκούρο μαγιό. Έβαλα λίγη από την κολόνια μου, την αγαπημένη του Αλέξη, που δύο χρόνια τώρα δεν την είχα αλλάξει, ελπίζοντας πως μόλις με δει –και μυρίσει- θα θυμηθούμε τα παλιά.

   Πέταξα σε μια δερμάτινη καφέ τσάντα κινητό λεφτά και έτρεξα κάτω. Δεν ήθελα ο Σταύρος να παραπονιέται πως τον καθυστερώ. Και πρέπει να το παραδεχτώ, βιαζόμουν να πάμε να βρούμε τους άλλους. Ήθελα τόσο πολύ να δω τον Αλέξη.

«Είμαι έτοιμη»  στάθηκα κοντά στη πόρτα και περίμενα να κλείσει την τηλεόραση.

   Σηκώθηκε νωχελικά και άρχισε να έρχεται προς το μέρος μου. Άρχισε να πλησιάζει επικίνδυνα. Τα γκριζογάλανα μάτια του κάρφωναν τι δικά μου. Πλησίαζε και πλησίαζε μέχρι που σταμάτησε λίγα εκατοστά μπροστά μου. Κοίταζα ψηλά στο πρόσωπό του, αφού ήταν πολύ πιο ψηλός από μένα. Μα τι κάνει; Ενώ συνέχιζε να έχει τα μάτια του στα δικά μου άπλωσε το χέρι του πίσω μου και τράβηξε ένα δερμάτινο μπουφάν από τον καλόγερο. Το φόρεσε πάνω από το γυμνό του σώμα και πήγε προς την πόρτα. Καλά τι το θέλει το δερμάτινο, είπαμε κάνει ψύχρα αλλά όχι και έτσι…

«Έρχεσαι ή…»

   Ένευσα και τον ακολούθησα νοιώθοντας σαν χαζή που είχα μείνει και απλά τον κοίταζα. Άνοιξε την πόρτα του γκαράζ αλλά δεν υπήρχε κανένα αυτοκίνητο το εκεί… Και μετά το βλέμμα μου έπεσε πάνω στην τεράστια μηχανή.

«Πήγαινε έξω και περίμενέ με»

   Έκανα ακριβώς αυτό που είπε. Έξω απ’ το γκαράζ ο αέρας φυσούσε το φόρεμά μου με μανία. Είχα αρχίσει να ζηλεύω τον Σταύρο που πήρε το δερμάτινο. Δυο λεπτά αργότερα ήταν έξω από το γκαράζ πάνω σε αυτό το τέρας. Δεν λέω οι μηχανές είναι απίστευτα σέξι αλλά στην συγκεκριμένη αμφιβάλλω αν έφτανα να ανέβω.

«Πάτα το πόδι σου εκεί πέρα» μου είπε λες και διάβασε την σκέψη μου. Μόλις ανέβηκα άρπαξε τα χέρια μου και τα έβαλε γύρω από τη μέση του. «Κρατήσου γερά»

   Η ταχύτητα και ο άνεμος έκαναν τα μαλλιά μου να λυθούν εντελώς και το λαστιχάκι μου χάθηκε κάπου στη διαδρομή αλλά φυσικά δεν μπήκα στον κόπο να πω τίποτα. Ο Σταύρος σταμάτησε την μηχανή κάτω από κάτι δέντρα δίπλα στην παραλία. Πήδηξα κάτω και το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να αγκαλιάσω τα παγωμένα μπράτσα μου. Κατέβηκε και ο Σταύρος και προχωρήσαμε μαζί προς την παραλία χωρίς φυσικά να μιλάμε.

Η Εκδρομή {GW15}Where stories live. Discover now