Κεφάλαιο 33ο.

2.6K 263 20
                                    

   Θεέ μου Σταύρο, σε παρακαλώ. Σε ικετεύω άνοιξε τα μάτια σου. Ήμουν σε τέτοιο σοκ που οι σκέψεις μου δεν μπορούσαν να αποκτήσουν φωνή. Κρατούσα το ματωμένο του πρόσωπο και έτρεμα τόσο πολύ που δεν μπορούσα να καταλάβω αν ανέπνεε ή όχι. Ας είσαι ζωντανός. Πρέπει να είσαι ζωντανός!

   Προς έκπληξή μου, παρά τον πανικό μου μπορούσα να σκεφτώ κάπως λογικά. Τα χέρια μου πήγαν στις τσέπες του ψάχνοντας για το κινητό του. Τον Μάρκο… πρέπει να πάρω τον Μάρκο. Το τηλέφωνο χτυπούσε επανειλημμένα αλλά δεν έδειχνε να θέλει να το σηκώσει.

   Αλλαγή σχεδίου. Πέταξα το κινητό του από το χέρι μου και πήρα το δικό μου καλώντας αμέσως την Ελένη, αρκετά σίγουρη πως εκείνη τουλάχιστον θα απαντούσε.

«Έλα ρε. Συγγνώμη που έφυγα. Απλά ο Μάρκος-»

«Ελένη ο Σταύρος νομίζω… πως…»

«Τι λες; Δεν καταλαβαίνω… τι σου έκανε ο μαλάκας;»

«Δώσε μου τον Μάρκο» η φωνή μου πρέπει να την τάραξε γιατί σε δευτερόλεπτα άφησε το τηλέφωνο στον Μάρκο. Χαίρομαι τόσο που ήταν μαζί.

«Μαρίνα; Τι έγινε;»

   Δεν μπήκα σε πολλές λεπτομέρειες. Του εξήγησα όσο πιο συνοπτικά μπορούσα όσα είχαν συμβεί –παραλείποντας φυσικά τις συζητήσεις μου με τον Σταύρο- και προσπάθησα να του εξηγήσω που μπορεί να ήμασταν. Ευτυχώς ήξερε που γίνονταν οι κόντρες και υπέθεσε πως δεν θα ήταν πολύ δύσκολο να βρει αυτό το πάρκο.

«Μαρίνα. Κράτα τον, Μαρίνα. Σε λίγο είμαι εκεί» είπε και έκλεισε βιαστικά το τηλέφωνο.

   Δεν υπήρχε περίπτωση να τον αφήσω δευτερόλεπτο από κοντά μου. Με προσπάθεια κατάφερα να ανασηκώσω κάπως το σώμα του φέρνοντας τον στην αγκαλιά μου. Το κεφάλι του κρέμασε στον ώμο μου, με μάτια κλειστά. Δεν μπορούσα να τον κοιτάζω έτσι. Η εικόνα του με σκότωνε, αλλά όφειλα να φανώ δυνατή, να τον κρατήσω μέχρι να έρθει ο Μάρκος.

   Ενέπνεε. Ήμουν σίγουρη γι’ αυτό. Οι ανάσες του ήταν αργές κα το στήθος του ανεβοκατέβαινε με δυσκολία. Τον είχαν χτυπήσει πολύ άσχημα. Άσχημα και δειλά! Χάιδεψα το πρόσωπό του παίρνοντας τις τούφες των μαλλιών του που είχαν βραχεί από το αίμα, μακριά από τα μάτια του.

«Σταύρο. Σε παρακαλώ. Μη… μη… Σταύρο μίλα μου, ξύπνα γαμώτο.» μες στην απελπισία μου του φώναζα με οργή σαν να τον μάλωνα μα μόνο οργή δεν ένοιωθα εκείνη τη στιγμή. Ήθελε περισσότερο από τίποτα άλλο να ξυπνήσει.

Η Εκδρομή {GW15}Where stories live. Discover now