ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
Η ΒΡΑΔΙΝΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ
Η Μάρα βγήκε από την εκκλησία βιαστικά και έπεσε πάνω σε κάποιον. Γύρισε να ζητήσει συγγνώμη, αλλά σταμάτησε βλέποντας τον Λουκά μπροστά της.
«Ρε συ! Έπαιξες πολύ καλά! Μπράβο! Χρόνια πολλά και πάλι».
«Ευχαριστώ πολύ! Χαίρομαι που σας άρεσε».
«Φαίνεσαι λίγο αγχωμένη, έγινε κάτι;»
Η Μάρα δεν του είχε πει κάτι για τον πατέρα της, και δεν ήξερε αν έπρεπε να το κάνει τώρα.
«Όχι, όχι εντάξει είμαι, λίγο κουρασμένη απλά».
Ο Λουκάς την κοίταξε με το χαρακτηριστικό του χαμόγελο, που ώρες-ώρες η Μάρα δεν μπορούσε να καταλάβει αν ήταν ειρωνικό ή όχι.
«Σίγουρα; Μπορείς να μου μιλήσεις. Το ξέρεις» είπε χωρίς κανένα ίχνος ειρωνείας στην φωνή του.
«Ναι κύριε, το ξέρω. Όλα καλά» του χαμογέλασε η Μάρα. Μέσα της όμως ήξερε ότι τίποτα δεν ήταν καλά. Όλα πήγαιναν χάλια. Μέσα σε μία μόνο στιγμή ένιωθε πως η μέρα της καταστράφηκε, πως όλα είχαν καταρρεύσει. Ήθελε να μιλήσει στον Λουκάς. Αλλά όχι εδώ. Έπρεπε να είναι ήρεμη και να μιλήσουν μόνοι τους. Εκείνος, σαν να κατάλαβε ότι η Μάρα σκεφτόταν κάτι, ακούμπησε το χέρι του στον ώμο της και την σκούντησε απαλά.
«Ένα αγόρι σε έψαχνε αφού τελειώσατε» της είπε πειράζοντάς την, για να αλλάξει θέμα.
Η Μάρα κοκκίνησε και του διηγήθηκε σύντομα την συνάντησή τους στο πλοίο για Ικαρία και μετά σε μία καφετέρια, και πως έτσι ξεκίνησαν να μιλάνε σχεδόν κάθε μέρα.
«Έκανες τάμα τελικά;»
«Άμα δεν ειρωνευτείτε δεν μπορείτε!»
Ο Λουκάς γέλασε.
«Άντε πήγαινε, μην σε κρατάω από το ραντεβού σου».
«Δεν είναι ραντεβού κύριε!»
«Μάρα!»
«Παππού!» Η Μάρα έτρεξε στην αγκαλιά του παππού της που εμφανίστηκε μέσα στο πλήθος. «Ήρθες τελικά;»
«Δεν θα το έχανα με τίποτα! Ήσουν καταπληκτική! Γειά σου Λουκά!» είπε και έσφιξε το χέρι του καθηγητή που στεκόταν δίπλα.
«Γεια σου Θανάση, πώς είσαι;»
«Καλά παιδί μου, εσύ;»
«Μια χαρά. Καταπληκτική η μικρή» είπε χαμογελώντας και έδειξε με το βλέμμα του την Μάρα.
YOU ARE READING
Κάτω Από Την Επιφάνεια
AdventureΗ Μάρα ήταν ένα πολυάσχολο κορίτσι, γεμάτη ενέργεια και περιέργεια για νέα πράγματα. Στα δέκατα έκτα γενέθλιά της και μετά την συναυλία της, την βρίσκει ο πατέρας της, που είχε πλέον βγει από την φυλακή, κάνοντας το αίμα να παγώσει στις φλέβες της...