ΚΕΦΑΛΑΙΟ 17
Ο άνδρας την κρατούσε σφιχτά, και πού και πού μουρμούριζε καθησυχαστικά λόγια, προσπαθώντας να την βοηθήσει να ηρεμήσει, πράγμα που εν τέλει συνειδητοποίησε ότι πέτυχε, όταν οι λυγμοί της σταδιακά σταμάτησαν και οι ρυθμοί της αναπνοής της άρχισαν να επιστρέφουν στο κανονικό.
«Κάπου εδώ να διευκρινίσω ότι σε μισώ...δεν το τόνισα αρκετά πριν» μουρμούρισε ρουφώντας την μύτη της.
«Ό,τι πεις» ειρωνεύτηκε ο Μάιλς και έπνιξε ένα γελάκι, χαϊδεύοντας απαλά το κεφάλι της. «Είσαι καλύτερα;»
«Ναι...» μουρμούρισε εκείνη. «Τώρα διέγραψε από την μνήμη σου αυτή τη σκηνή...Ούτε μπροστά στην Μαριάνθη δεν έχω κλάψει έτσι...»
Ο Μάιλς γέλασε απαλά. «Δεν χρειάζεται να ντρέπεσαι. Καλύτερα να ξεσπάς. Μην κάνεις τις ίδιες βλακείες που έκανα εγώ».
Η Μάρα απόρησε και σήκωσε το κεφάλι της για να τον κοιτάξει. «Τί εννοείς;»
«Ούτε εγώ ήθελα να ξεσπάω μπροστά σε κόσμο, αλλά μετά από ένα σημείο το είχα φτάσει στα άκρα και γινόμουν χειρότερα προσπαθώντας να μην δείξω αδυναμία...Τέλος πάντων, δεν είναι κουβέντα για τώρα αυτή...»
«Και πότε θα την κάνουμε; Αφού όταν κλείσουμε τον πατέρα μου φυλακή θα...» άφησε την φράση της μετέωρη, μη θέλοντας να ξεστομίσει τον δεύτερο λόγο για τον οποίο είχε μουσκέψει την μπλούζα του άνδρα με τα δάκρυά της. Έστρεψε πάλι χαμηλά το κεφάλι της και το ακούμπησε στο στέρνο του, παραμένοντας σιωπηλή. Χάθηκε στις σκέψεις της, καρφώνοντας το βλέμμα της στα δάχτυλά της: έτριβε νευρικά το ύφασμα στην άκρη του μανικιού της μπλούζας του Μάιλς, ανάμεσα στον δείκτη και τον αντίχειρά της. Πάντοτε όταν σκεφτόταν, ασυναίσθητα κατέληγε να κρατάει κάτι στα χέρια της, ή να τραβάει νευρικά κάποιο ύφασμα από τα ρούχα της. Άκουσε ένα βραχνό βουητό, στο δεξί της αυτί με το οποίο ακουμπούσε στο στέρνο του άνδρα, όταν εκείνος μίλησε, που κάλυψε τον ήχο των χτύπων της καρδιάς του, οι οποίοι είχαν αυξηθεί ελαφρώς.
«Το ότι τα πράγματα...θα αλλάξουν κάπως, δεν σημαίνει ότι δεν θα μιλάμε καθόλου...» μουρμούρισε σκεπτικός. Δεν ήταν σίγουρος για αυτά που έλεγε.
«Ναι...σίγουρα» ψέλλισε εκείνη απογοητευμένη, και συνέχισε να απασχολεί τα δάχτυλά της με το μανίκι της μπλούζας του.
Ο Μάιλς την ταρακούνησε ελαφρά. «Ρε συ, μην τα σκέφτεσαι αυτά τώρα!»
Η κοπέλα σήκωσε το κεφάλι της και τον κάρφωσε με βλέμμα που πέταγε σπίθες. Στην πραγματικότητα όμως δεν ήταν θυμωμένη, αλλά απογοητευμένη.
YOU ARE READING
Κάτω Από Την Επιφάνεια
AdventureΗ Μάρα ήταν ένα πολυάσχολο κορίτσι, γεμάτη ενέργεια και περιέργεια για νέα πράγματα. Στα δέκατα έκτα γενέθλιά της και μετά την συναυλία της, την βρίσκει ο πατέρας της, που είχε πλέον βγει από την φυλακή, κάνοντας το αίμα να παγώσει στις φλέβες της...