ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ

16 1 4
                                    


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

«Ελάτε, ελάτε, μην αργούμε!» αναφώνησε εύθυμα ο Θανάσης καθώς περιφερόταν πέρα-δώθε στο σπίτι και γέμιζε το σακίδιό του με τα απαραίτητα για την επερχόμενη πεζοπορία τους.

Η Μάρα και ο Μάιλς τον παρατηρούσαν κουρασμένα, καθισμένοι στον καναπέ του σαλονιού. Ο άνδρας στήριζε το κεφάλι του στο χέρι του βαριεστημένα, ενώ κοπέλα είχε ξαπλώσει πίσω και προσπαθούσε με δυσκολία να μην αποκοιμηθεί. Η μικρή Ανατολή, η αδερφή της, καθόταν στον απέναντι καναπέ, μαζί με την Ευδοκία, και εκτός φυσικά από τον κατενθουσιασμένο Θανάση, έμοιαζε να είναι η μόνη που ανυπομονούσε έστω και λίγο.

«Γιατί κοιμάστε όρθιοι; Είναι χαρά θεού έξω! Και τί καλύτερο από μία πεζοπορία στο βουνό;»

«Εγώ διάβαζα μέχρι αργά παππού, γράφω διαγώνισμα την Δευτέρα...» μουρμούρισε η Μάρα.

«Εσύ Μάιλς τί έχεις πάθει;» ρώτησε ο Θανάσης και έπειτα εξαφανίστηκε στον διάδρομο.

Ο Μάιλς σήκωσε το βλέμμα του και κοίταξε ερωτηματικά την Ευδοκία, που έμοιαζε το ίδιο μπερδεμένη. «Αν θυμάσαι καλά, χθες το βράδυ έμεινα μόνος μου να μαζεύω το δέντρο και όλα τα Χριστουγεννιάτικα στολίδια που είχες αραδιάσει σε όλο το σπίτι, γιατί σε έπιασε η μέση σου» είπε ο Μάιλς μόλις ο Θανάσης επέστρεψε.

«Α, ναι...ε θα σε κεράσω παγωτό για τον κόπο σου όταν φύγουμε» είπε ο Θανάσης αδιάφορα και πετάχτηκε προς το γραφείο του, στην άλλη άκρη του σαλονιού.

«Μόλις τώρα δεν ανέφερα ότι τα στολίδια ήταν Χριστουγεννιάτικα;» ρώτησε ο Μάιλς και γύρισε προς το μέρος της μισοκοιμισμένης Μάρας.

«Τον βλέπεις προσγειωμένο στην γη; Κάνει πέρα-δώθε μόνος του εδώ και πόση ώρα. Ούτε που ξέρει τί λέει».

«Μα παγωτό; Είναι Φεβρουάριος!»

«Είναι χαρά θεού έξω!» ειρωνεύτηκε η κοπέλα.

«Παραμένει Φεβρουάριος» μουρμούρισε ο Μάιλς.

Η Μάρα ανασήκωσε αδύναμα τους ώμους της. Έγειρε προς το πλάι, ακουμπώντας το κεφάλι της στον ώμο του άνδρα και ανέβασε τα πόδια της πάνω στον καναπέ.

«Μάρα μην κοιμάσαι! Είμαι έτοιμος. Φεύγουμε! Γεια σου αγάπη μου!» είπε ο Θανάσης και αφού έδωσε ένα φιλί στην Ευδοκία βγήκε από την πόρτα.

«Ωχ τι έχουμε να περάσουμε και σήμερα» μουρμούρισε ο Μάιλς καθώς σηκωνόταν.

Η Μάρα άπλωσε το χέρι της άτονα και ο άνδρας το τράβηξε για να την βοηθήσει να σηκωθεί.

Κάτω Από Την ΕπιφάνειαWhere stories live. Discover now