ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15
Ο Μάιλς χαμήλωσε τον ήχο της τηλεόρασης. Σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς το ψυγείο. Το άνοιξε, και πήρε από μέσα ένα μπουκάλι μπύρας. Έβγαλε το καπάκι και αφού επέστρεψε στον καναπέ, έγειρε στα μαξιλάρια πίσω, κλείνοντας τα μάτια του που έτσουζαν από τα εγκλωβισμένα δάκρυα. Αφέθηκε στο άκουσμα του βιολιού από το δωμάτιο, πράγμα που τον βοήθησε να χαλαρώσει. Ήπιε μία γουλιά από το παγωμένο ποτό και το άφησε στο τραπέζι. Έπειτα έβγαλε ένα τσιγάρο από το πακέτο στην τσέπη του και ξεκίνησε να το στριφογυρίζει νευρικά στα μακριά δάχτυλά του. Είχε αφεθεί στην όμορφη μελωδία μέσα από το δωμάτιο, όταν ξαφνικά το τσιγάρο γλίστρησε από τα χέρια του και έπεσε στο πάτωμα. Έσκυψε να το πιάσει, και τότε πρόσεξε ένα από τα συρτάρια στο ξύλινο μέρος δίπλα στα πόδια του τραπεζιού, μισάνοιχτο. Ήταν εκείνο στο οποίο είχε φυλάξει τα άλμπουμ με τις φωτογραφίες που είχε πάρει από την Ικαρία λίγους μήνες πριν. Το άνοιξε ολόκληρο και πήρε από μέσα το άλμπουμ που βρισκόταν πάνω-πάνω. Ήταν εκείνο με φωτογραφίες από τον γάμο του. Το άφησε γρήγορα πίσω στο συρτάρι∙ ήξερε ότι δεν ήταν σε θέση να το κοιτάξει. Ύστερα πήρε το άλλο. Αυτό είχε μέσα διάφορες φωτογραφίες, από όταν ήταν παιδί, μετά στον στρατό, σε διακοπές με τους φίλους του, βόλτες με τις μηχανές και μερικές στο τμήμα.
Καθώς ξεφύλλιζε τις σελίδες, το βλέμμα του έπεσε πάνω σε μία συγκεκριμένη φωτογραφία. Έδειχνε εκείνον, τελείως ξυρισμένο, πράγμα που ζωγράφισε μία γκριμάτσα στο πρόσωπό του, και τον έκανε να υποθέσει ότι επρόκειτο για φωτογραφία που είχε τραβηχτεί τουλάχιστον δέκα με δεκαπέντε χρόνια πριν. Βρισκόταν στην πίσω αυλή του σπιτιού του Θανάση, το βράδυ. Στην αγκαλιά του κρατούσε με το ένα χέρι ένα μελαχρινό μωρό, που φορούσε ένα άσπρο φόρεμα. Δεν άργησε να συνειδητοποιήσει ότι ήταν η Μάρα. Ένιωσε ένα σφίξιμο στο στομάχι. Ποτέ του δεν θα περίμενε να τον επηρεάσει τόσο μία παρόμοια κατάσταση, ούτε τα λόγια του Λουκά, τα οποία ταλάνιζαν το μυαλό του για πολλή ώρα. Άφησε το άλμπουμ ανοιχτό στο τραπέζι και ήπιε μία γενναία γουλιά από την μπύρα του, πριν γείρει πάλι πίσω στα μαξιλάρια. Τότε συνειδητοποίησε ότι από το δωμάτιο δεν ακουγόταν τίποτα. Η μελωδία είχε σταματήσει.
Η πόρτα άνοιξε, και άκουσε τα βήματά της αργά, πάνω στο ξύλινο πάτωμα.
«Έτοιμη;» ρώτησε χωρίς να γυρίσει, όμως δεν έλαβε απάντηση.
Γύρισε απότομα και την κοίταξε. Η κοπέλα στεκόταν ακίνητη, με το κινητό της ανοιχτό στο χέρι της. Ο Μάιλς παραξενεύτηκε, αλλά μόλις πρόσεξε τα βουρκωμένα μάτια της, σηκώθηκε απότομα όρθιος. «Τί έγινε;»
YOU ARE READING
Κάτω Από Την Επιφάνεια
AdventureΗ Μάρα ήταν ένα πολυάσχολο κορίτσι, γεμάτη ενέργεια και περιέργεια για νέα πράγματα. Στα δέκατα έκτα γενέθλιά της και μετά την συναυλία της, την βρίσκει ο πατέρας της, που είχε πλέον βγει από την φυλακή, κάνοντας το αίμα να παγώσει στις φλέβες της...