Κεφάλαιο 1ο.

10.5K 581 13
                                    

Ήταν πρωί, γύρω στις 9. Μπήκα στο σχολείο και κάθισα στο θρανίο. Νύσταζα πραγματικά. Το προηγούμενο βράδυ είχα βγει και προφανώς άργησα να γυρίσω σπίτι.

Είχα ξαπλώσει στο θρανίο, δεν ήξερα καν τι είχαμε πρώτη ώρα. Ακριβώς μπροστά μου κάθισε ο Τζέικ, ένας από αυτούς στην παρέα.

-Καλημέρα, είπε.

-Γεια, είπα.

-Τι έχεις κούκλα; ρώτησε.

-Ότι έχω και τις άλλες φορές, είπα. Βαριέμαι, νυστάζω και θέλω τσιγάρο.

-Τότε δεν υπάρχει λόγος να κάθεσαι εδώ, είπε. Σήκω.

-Τι; ρώτησα.

-Πάμε από πίσω, είπε. Και δεν εννοώ αυτό που κατάλαβες.

Σηκώθηκα και βγήκαμε από την τάξη. Καθώς περπατούσαμε έπεσα πάνω σε κάποιον.

-Πρόσεχε γαμώ το κέρατο σου, είπα.

Ούτε καν είδα ποιος ήταν. Ποιος νοιάζεται.

Πήγαμε πίσω, εκεί που συχνάζουμε συχνά με τους άλλους. Όλοι, ήταν ίσα ή λίγο μεγαλύτεροι από μένα. Και όλοι είχαν μείνει. Ο Τζέικ ήταν ένα χρόνο μικρότερος, αλλά ήταν αυτός που έχω κάνει κάτι περισσότερο. Δεν είχαμε σχέση εννοείται, δεν είμαι εγώ για τέτοια. Όπως και με τον Πολ, τον μεγαλύτερο της παρέας.

Ανάψαμε, ένα τσιγάρο ο καθένας.

-Θες να έρθεις σπίτι μου σήμερα; ρώτησε. Ο αδελφός μου θα φύγει.

-Δεν τον έχω γνωρίσει ποτέ εδώ που τα λέμε, είπα.

-Έλεος Σιντ, είπε γελώντας. Θα πήγαινες με τον αδερφό μου;

-Άμα ήταν ωραίος γιατί όχι; ρώτησα. Εδώ έχω πάει με όλη την παρέα πάνω από 2 φορές.

-Και με μένα, είπε.

-Ναι ειπα με όλη την παρέα, είπα και φύσηξα τον καπνό.

-Το κάπνισμα απαγορεύεται στο σχολείο νεαρή, ακούστηκε μια φωνή.

Δεν έκανα καν το κόπο να τον κοιτάξω, ήταν ούτως ή άλλως καθηγητής.

-Να σου πω στο μουνί μου; είπα. Θα με παρεξηγήσεις;

-Η συμπεριφορά σου είναι απαράδεκτη, φώναξε. Όταν θα σου μιλάω θα με κοιτάς!

-Έλα καντην όμως, είπα.

-Στο γραφείο του διευθυντή στο διάλειμμα, φώναξε.

-Καλά καλά μην μας πρήζεις, είπε ο Τζέικ. Θα έρθει. Φύγε.

Τα πάντα μου, εσύ. Nơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ