Κεφάλαιο 6ο.

7.9K 492 13
                                    

Τελικά κάτι βρήκα για να βγάλω κάποια χρήματα. Με τα παιδιά θα πηγαίνουμε σε κάποια πάρτυ και εκδηλώσεις και θα προωθούμε μπάφο και κοκαΐνη.

Μετά το σχολείο αφού πήγαμε σπίτι του Πολ και βγάλαμε τα μάτια μας για αρχή πήγαμε σε εκείνο το διαμέρισμα που ήταν το αφεντικό. Εννοείται φόρεσα ένα μαύρο διάφανο κολάν και μια ανοιχτή μαύρη μπλούζα. Και όντως, το αφεντικό ήταν αυτό που ήθελα εκείνη τη στιγμή να πηδήξω.
Μελαχρινός, μποντιμπιλντεράς με τατουάζ και ψηλός, τριανταπεντάρης. Τον έλεγαν Ρικ.

Περίμενα να φύγει ο Πολ και μετά ξαναπήγα στο γραφείο του αφού είχαμε συνεννοηθεί.

-Εσύ λοιπόν είσαι το γκομενάκι που γαμάει ο Πολ, είπε και χαμογέλασε. Κάθισε.

Κάθισα επάνω του και άναψα ένα τσιγάρο.

-Δεν σου αρέσει η αναμονή αποτι φαίνεται, είπε και έβαλε το χέρι του μέσα από το εσώρουχο μου.

Ένιωθα τη στύση του να είναι πολύ σκληρή.

-Τότε τι περιμένεις για να μπεις; ρώτησα.

-Θα προτιμούσα να πας πρώτα κάτω από το γραφείο, είπε και μου έβγαλε την μπλούζα.

Αφού πήγα κάτω από το γραφείο και τον ικανοποίησα με στοματικό ανέβηκα πάνω του και εκείνος μπήκε μέσα μου βίαια.

-Να έρχεσαι πιο συχνά, είπε μόλις τελείωσε.

Υπό κανονικές συνθήκες δεν θα έβγαινα αυτό το βράδυ, όμως ο Πολ βρήκε ένα καινούριο κλαμπ εδώ κοντά και είπε να πάμε.

Πήγαμε και όντως ήταν γεμάτο κόσμο, από νέους που είτε κάπνιζαν μπάφο, είτε έπιναν, είτε γαμιόντουσαν.

Η έκπληξη μου, ήταν ότι πέρα από μπάφο αυτή τη φορά έφεραν και κοκαΐνη. Είχα ενθουσιαστεί.

Ζαλιζόμουν. Νόμιζα ότι θα μείνω στον τόπο. Μόλις και μετά βίας βγήκα έξω και τηλεφώνησα στο πρώτο νούμερο πού βρήκα μπροστά μου. Ήταν πολύ αργά. Ούτε που θυμάμαι την ώρα. Όλα γυρίζουν.

-Σίντνεϊ; ακούστηκε μια γνώριμη βραχνή αντρική φωνή. Που είσαι;

-Πήρα να σου πω ότι είμαι λιώμα ρε, φώναξα γελώντας. Και μετά από εδώ θα γαμιέμαι όλη νύχτα.

-Που στο διάολο είσαι Σίντνεϊ; ρώτησε.

Του είπα που είμαι και του έκλεισα το τηλέφωνο στα μούτρα. Κάθισα κάτω στο πεζοδρόμιο. Ο Πολ ήρθε και μου έφερε ενα ποτήρι βότκα. Λες και δεν μου έφτανε όλα αυτά που είχα πιει. Όλα μαύριζαν. Ζαλιζόμουν. Είχα λιποθυμήσει στο πεζοδρόμιο.

Τα πάντα μου, εσύ. Donde viven las historias. Descúbrelo ahora