«Είναι όνειρο! Είναι όνειρο!» Φώναξα μέσα στον ύπνο μου. Ξύπνησα αμέσως ιδρωμένη.. Κοίταξα γύρω μου και υπήρχε το απόλυτο σκοτάδι μέσα στο δωμάτιό μου. Άνοιξα το φως του κομοδίνου μου και κοίταξα το ρολόι μου. Ήταν 4:30 τα μεσάνυχτα. Είδα στον ύπνο μου την γιαγιά μου πως μου έλεγε να ξεχάσω ποια είναι η μάνα μου και πως θα μου πουν την αλήθεια! Της φώναζα ότι ήταν όνειρο και μετά ξύπνησα. Κι όμως.. Δεν ήταν όνειρο! Ήμουν όντως στην Άνδρο και λίγες ώρες πριν.. Για την ακρίβεια τεσσερισήμιση ώρες πριν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι άκουγα την Ευγενία να λέει ότι είμαι η κόρη της.
Πήρα μια βαθιά ανάσα και έσφιξα τα δόντια μου! Τα πρώτα δάκρυα κύλησαν...Δεν άντεχα πια άλλο! Ως πότε θα κρατούσα ακόμα μέσα μου όλα όσα με βασάνιζαν; Ως πότε θα περίμενα την κατάλληλη στιγμή για να ζητήσω εξηγήσεις από την Ευγενία για όλα αυτά που έκανε; Μέχρι πριν λίγες ώρες ήμουν μια χαρά μέσα στο χριστουγεννιάτικο κλίμα ξέγνοιαστη εκείνη την περίοδο από το μίσος, τον πόνο... Και σαν κεραυνός έπεσαν όλα αυτά που άκουσα.
Εκείνο το πρωί ξημέρωνε Κυριακή. Η Ευγενία ήθελε ξανά να μας κάνει το τραπέζι. Είχα πάρει την απόφασή μου και δεν άλλαζε. Θα μιλούσα μπροστά σε όλους για όλα όσα είδα και έζησα το περασμένο καλοκαίρι. Αρκετά τα είχα θάψει μέσα μου όλο περιμένοντας να βρω την κατάλληλη στιγμή. Εάν σώπαινα και εκείνο το διάστημα μετά από αυτά που άκουσα να λέει η μαμά μου με την Ευγενία , τότε το βάρος των ερωτημάτων θα έτρωγε λίγο λίγο την ψυχή μου. Πιστεύω ότι ήταν το καλύτερο που μπορούσα να κάνω. Γιατί όχι μόνο εγώ έμαθα, αλλά και τα ξαδέρφια μου.... Ένα ξεδίπλωμα του παρελθόντος ήταν έτοιμο να ανέβει στην σκηνή...
«Άργησες..» Μού είπε ο Ανδρέας που μού άνοιξε την πόρτα. Οι γονείς μου είχαν πάει μια ώρα νωρίτερα στην Ευγενία και στον Παύλο ενώ εγώ είχα περάσει από την Μαντώ για να ξεχαστώ. Ήμουν ιδιαίτερα φορτισμένη γιατί της εκμυστηρέυτηκα τα πάντα για αυτά που είχαν συμβεί. Η Μαντώ παρά το σοκ που έπαθε, με ενθάρρυνε να μιλήσω εκείνο το μεσημέρι και να απαιτήσω την αλήθεια!
«Ήμουν στην Μαντώ Ανδρέα! Γιατί δεν φάγατε εμένα περιμένατε;» Είπα..
«Πού ακριβώς ήσουν Αιμιλία;» Με ρώτησε η Αλεξάνδρα μόλις άκουσε το όνομα ''Μαντώ''
«Αλεξάνδρα, ό,τι και να έχει συμβεί μεταξύ σας είναι δικό σας θέμα. Η Μαντώ ήταν πάντοτε φίλη μου. Λυπάμαι» Απάντησα πηγαίνοντας να καθίσω στο τραπέζι. Δεν μου απάντησε! Πήρε την κανάτα και έβαλε νερό στο ποτήρι της. Απαξιωτικά άρχισε να πίνει νερό.
![](https://img.wattpad.com/cover/70563809-288-k227047.jpg)
YOU ARE READING
Θέλω Μόνο Να Ξέρω Γιατί...
Historical Fiction2010... Ανατροφή στην Άνδρο, μισές σπουδές στην Αθήνα και μισές στην Αγγλία. Νομική! Το επάγγελμα του πατέρα της και του αδερφού του! Ο θάνατος της γιαγιάς της και της θείας της αρκούν για να αλλάξουν τη ζωή της οριστικά! Η ψυχολογία της αγνώριστη σ...