Η ζωή μοιάζει με ένα τρένο που διαρκώς κινείται δίχως συγκεκριμένο προορισμό, απλά ταξιδεύει και ταξιδεύει μέχρι το τέλος της διαδρομής, μέχρι να βρει ένα φως που θα το οδηγήσει στην έξοδο. Άλλα τρένα είναι κολλημένα στον ίδιο σταθμό και άλλα αλλάζουν συνεχώς σειρές που είναι αφιερωμένες σε διαφορετικούς ανθρώπους. Κατά την διάρκεια της διαδρομής καμία φορά ξεκινάς μόνος, οι συνεπιβάτες σου αποφασίζουν να φύγουν για να μπουν καινούργιοι άνθρωποι στο βαγόνι, άνθρωποι με τα δικά τους χαρακτηριστικά, τις δικές του νοοτροπίες, ιδέες και αντιλήψεις και εκεί που απλά μένεις στάσιμος κοιτώντας τα φώτα που τρέχουν μαζί σου καθώς τα προσπερνάς η ζωή σου γυρνά εκατόν ογδόντα μοίρες όταν το βλέμμα σου πέφτει πάνω σε εκείνον τον ένα, που πήρε το τίποτα από μέσα σου και το έκοψε με ένα κεραυνό που μόνο εσύ μπορείς να δεις και όταν πέσεις στην παγίδα του....τίποτα δεν θα είναι ποτέ το ίδιο.
-ΕΣΥ!
Αναστέναξε καθώς χύθηκε μέσα στην αγκαλιά του, αφήνοντας το σκοτάδι να καλύψει τα μάτια της και το χέρι της να πέσει από τον λαιμό του αργά παραδίνοντας όλο το σώμα της πάνω του.
Το φως του ηλίου έδιωξε την θολούρα από τα κουρασμένα μάτια της και την έκανε να ξυπνήσει μέσα σε ένα άγνωστο δωμάτιο αλλά συνάμα πανέμορφο, μινιμαλιστικό ντυμένο στα χρώματα του λευκού και του μπεζ. Κοίταξε γύρω της αναστατωμένη, μην ξέροντας που βρίσκεται. Άσπρα σεντόνια κάλυπταν το σώμα της και ότι είχε συμβεί ώρες πριν ήταν καλά καλυμμένο σε αυτά τα άδεια σκεπάσματα.
Ξαφνικά μέσα στον πανικό της ακούει έναν ήρεμο βηματισμό προς το μέρος της και ένα περίεργο συναίσθημα σφίγγει σιγά την κοιλιά της λες και έπαθε ηλεκτρισμό, λες και ένιωθε ένα γνωστό αίσθημα ενθουσιασμού καλυμμένο από φόβο. Ένα συναίσθημα που μπορούσε να της προκαλέσει μόνο ο.....
- Ryan!;
Ο Ryan εμφανίζεται μπροστά της σαν απο μηχανή Θεός με ένα δίσκο πρωινού με το βλέμμα του μαγεμένο κάτω από την ομορφιά της, η θέα όμως του γυμνού στήθους του έκανε την Ελένα να σκύψει το κεφάλι της δαγκώνοντας ασυναίσθητα τα κατακόκκινα χείλια της, κόκκινα όπως το πρόσωπο της.
-Τι συνέβη; Πως κατέληξα εδώ;
-Δεν θυμάσαι; Χθές μετά την συνέδρια μας σε είδα στον δρόμο και παραλίγο να σε πατήσει ένα αμάξι, έτρεξα και σε τράβηξα στην αγκαλιά μου, το μόνο που είπες είναι ένα «ΕΣΥ» και μετά λιποθύμησες. Δεν μπορούσα να κάνω και πολλά όποτε σε έφερα σπίτι μου.
DU LIEST GERADE
Παράνομη αθωότητα
Romantik«Το είπες; «Σαγαπω», είπες «Είσαι όλη μου η ζωή»; Πρόλαβες να δώσεις ένα τελευταίο φιλί; Πρόλαβες να αγγίξεις τον έρωτα για τελευταία φορά και να τον σφίξεις στον σώμα σου; Βρες τα λόγια, κανε τις λέξεις πράξεις και απλά ζήσε γιατί ίσως αύριο...