Αρχίζω και φοβάμαι...

128 15 1
                                    

Η μητέρα του γούρλωσε τα μάτια της αλλά όχι προς τον άντρα της αλλά προς την μεριά του γιου της. "Πως ξεστόμισες τέτοια πράγματα εναντίον του πατέρα σου; Πιστεύεις μια παρακατιανή, μια τιποτένια από τον πατέρα σου και την οικογένεια σου; Πού ξέρεις αν του την έπεσε και αυτή;" Ο πατέρας του Δημήτρη με κοιτούσε με ένα άγριο βλέμμα, ήταν σαν να ήθελε να με χτυπήσει μέχρι να μην μπορώ να πάρω ανάσα. "Πας καλά κοπέλα μου; Ίσα ίσα που εγώ σε συμπαθούσα. Γιατί να σου κάνω κακό; Εγώ σε υποστήριζα και εσένα αλλά και την σχέση σου με τον γιο μου. Θα τα πω όλα. Εσύ μου την έπεσες, εσύ με φίλησες και εγώ σου είπα ότι είμαι παντρεμένος και ότι έχεις σχέση με τον γιο μου αλλά δεν άκουγες. Μια μέρα μάλιστα με κάλεσε στο δωμάτιο της και κλείδωσε την πόρτα. Της είπα ότι δεν πρέπει, ότι αυτό που σκέφτεται είναι τρέλα αλλά δεν άκουγε τίποτα. Όρμησε κατά πάνω μου και άρχισε να με φιλάει με μανία και με πέταξε πάνω στο κρεβάτι. Ευτυχώς την έσπρωξα και έφυγα. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι πέρασα με αυτήν την λυσσαλέα. Όμως θα φύγω γιατί θίχτηκε η αξιοπρέπεια μου..." "Ντροπή σου πουτανάκι... Χάλασες μια οικογένεια. Αναρωτιέμαι πόσες έχεις χαλάσει..." και μου άστραψε ένα χαστούκι. Πήγα πίσω από τον Δημήτρη. Είπαν τόσα για εμένα και δεν ντρέπονται. Πραγματικά. Νιώθω σκουπίδι και δεν ξέρω αν πραγματικά ο Δημήτρης τους πίστεψε. Λες να έπεσα στα μάτια του; Μα εγώ δεν έκανα τίποτα... Απολύτως τίποτα... Βασικά έκανα. Που ενώ τον είχα καταλάβει, εθελοτυφλούσα. Ο Δημήτρης έφυγε χωρίς να με κοιτάξει και χωρίς να μιλήσει. Πήγα να κατέβω στην κουζίνα αλλά το μετάνιωσα. Την ώρα που έμπαινα στο δωμάτιο μου έβγαινε ο πατέρας του Δημήτρη. "Θα μου το πληρώσεις πολύ ακριβά τσουλακι κι αυτά που σου έκανα ήταν απλά μια γεύση. Αυτά που πρόκειται να πάθεις αργότερα ούτε που τα φαντάζεσαι. Αυτά που έπαθες ήταν μόνο η αρχή. Να φοβάσαι και την σκιά σου. Εγώ από δω και πέρα θα κάνω την ζωή σου κόλαση" είπε και έφυγε... Πόσο πιο χάλια μπορεί να πάει η ημέρα μου; Και ο Δημήτρης δεν με πίστεψε μάλλον... Τόση ήταν η αγάπη του... Αργότερα τον είδα με κάτι βαλίτσες. "Δημήτρη; Φεύγεις;" "Ναι αν θυμάσαι έχω μπροστά μου ένα ταξίδι..." "Με πιστεύεις ή όχι;" "Πραγματικά δεν ξέρω τι να πιστέψω..." "Αν πάμε στον γιατρό, τότε θα με πιστέψεις;" "Δεν χρειάζεται να φτάσουμε ως εκεί... Σε πιστεύω λοιπόν" το είπε με έναν τόνο αμφιβολίας. Αμφιβάλλει... Αυτό ήταν... Τον έχασα μάλλον... Αφήνει την βαλίτσα του κάτω και έρχεται στην αγκαλιά μου. "Συγγνώμη που αμφέβαλα έστω και για λίγο... Είμαι εντελώς μαλάκας... Συγχώρησε με... Όταν γυρίσω από το ταξίδι θα γίνουν οι αρραβώνες μας το συντομότερο... Μόνο μην με αφήσεις, σε χρειάζομαι" Εγώ έκλαιγα. Ήθελα να φύγω αλλά όταν αγαπάς μένεις. Μένεις και συμβιβάζεσαι, μένεις και ρίχνεις νερό στο κρασί σου. "Απλώς ήθελα κατανόηση αλλά καταλαβαίνω..." "Δηλαδή με συγχωρείς; Θες να είσαι μαζί μου;" "Φυσικά και θέλω..." "Θα είμαι μαζί σου και θα σε κάνω να ξεπεράσεις όλα αυτά που πέρασες". Με φίλησε, μπήκε στο αυτοκίνητο και έφυγε. Έμεινα μόνη μου σε αυτό το σπίτι. Έπρεπε να το προσέχω και να το φροντίζω. Εξάλλου είχε προσλάβει και μια καθαρίστρια οπότε δεν θα ήμουν και ολομόναχη. Λες να πάρω και την μητέρα μου να έρθει να μην είμαι μόνη μου. Φοβάμαι λίγο. Την παίρνω και μετά από πολλά χτυπήματα το σηκώνει. "Περίμενε λίγο... Ναι. Έλα Αλεξία μου. Τι κάνεις;" "Καλά είμαι μαμά. Που είσαι; Γιατί ακούγεται τόση φασαρία;" "Είμαι με έναν άντρα και πάμε ένα ταξιδάκι. Ήθελες κάτι;" "Όχι μανούλα μου. Πώς τον λένε τον άντρα που είστε μαζί;" "Σπύρο... Θα στον γνωρίσω κάποια στιγμή αλλά θέλω να είναι η κατάλληλη..." Ύστερα από λίγο το κλείσαμε. Στα αυτιά μου αντηχούσαν τα λόγια του πατέρα του Δημήτρη... "Αυτά που έγιναν δεν έχουν καμία σχέση με αυτά που θα σου συμβούν...."

Η ΝταντάWhere stories live. Discover now