Το χρέος

228 18 2
                                    

Είχε μείνει σιωπηλή για λίγα λεπτά. Έμοιαζε να είχε χαθεί στις σκέψεις της. Όταν της είπα ξανά τι συμβαίνει τότε με κοίταξε στα μάτια. "Να...χρωστάω λεφτά στην τράπεζα. Πήρα δάνειο και έβαλα υποθήκη το σπίτι και δεν έχω να το ξεπληρώσω τώρα και αν δεν δώσω ένα ποσό μέχρι το τέλος της βδομάδας θα μου πάρουν το σπίτι..." "Πόσα χρωστάς και συγκεκριμένα γιατί πήρες δάνειο;" "Γιατί χρωστούσα... Και ακόμα χρωστάω. Τα έφτιαξα με κάποιον μικρότερο και τα πήρε όλα κι έφυγε. Έπρεπε να κλείσω τρύπες." "Αχ βρε μαμά! Θα δω τι μπορώ να κάνω. Θα ζητήσω από τον Δημήτρη προκαταβολή για να ξεπληρώσουμε κάποιο μέρος του χρέους! Μακάρι να μου το έλεγες πιο νωρίς!" "Τι να σου έλεγα....? Ότι είχα κολλήσει με έναν πολύ μικρότερο μου; Ότι ήταν εθισμένος στα χαρτιά; Ότι με παρέσυρε και εμένα;; Πες μου τι να σου έλεγα;; Δεν ήθελα να μάθεις κάτι. Δεν ήθελα να δεις την κατάντια μου" "Πόσο καιρό γίνεται αυτό;;" "Από τότε που βρήκες την αγγελία..." " Αν είναι θα επιστρέψω σπίτι για να σε βοηθήσω" "Όχι Αλεξία μου... Εγώ φταίω εγώ και το ξερό το κεφάλι μου που αφέθηκα... Να συνεχίσεις να φροντίζεις την μικρή γλυκιά οπτασία." "Ευχαριστώ πολύ και μην στεναχωριέστε... Όλα θα φτιάξουν" "Ευχαριστώ μικρούλα. Όντως είναι αγγελούδι" "Μαμά πρέπει να φύγουμε. Όμως θα ξανάρθω σύντομα ελπίζω με την προκαταβολή στο χέρι. Για την ώρα πάρε αυτά τα λεφτά να τα δώσεις και για να πάρεις πράγματα στο σπίτι. Πριν είδα ότι είναι άδειο σχεδόν το ψυγείο." Φιληθήκαμε και έφυγα με ένα βάρος στην ψυχή. Λες να έφταιγα εγώ;; Ίσως έπρεπε να ήμουν πιο κοντά της, ίσως αν δεν έφευγα να προλάβαινα να το σταματήσω... Όλα τα κακά εμάς βρίσκουν. Μα τι έχει κάνει η οικογένεια μου πια για να περνάμε όλα αυτά τα δεινά; Πραγματικά αναρωτιέμαι.... Έχουμε φτάσει στο σπίτι. Κατεβαίνουμε και ανεβαίνουμε τα σκαλιά. Δεν έχει γυρίσει ο Δημήτρης από την δουλειά ακόμα. Είναι ακόμα απόγευμα. Βγαίνουμε έξω και απολαμβάνω μια κρύα σοκολάτα μαζί με την μικρή καθώς συζητάμε διάφορα. Πότε βράδιασε ούτε που το κατάλαβα. Ανεβάζω την μικρή επάνω καθώς είχε κοιμηθεί στην αγκαλιά μου. Την φιλάω, την σκεπάζω και κλείνω το φως και την πόρτα. Κατεβαίνω κάτω και περιμένω τον Δημήτρη. Δεν έχει εμφανιστεί ακόμα. Να αρχίσω να ανησυχώ;; Ανεβαίνω πάνω για να κάνω ένα ντουζ. Με το που μπαίνω μέσα όμως το νερό είναι κρύο οπότε πάω στου Δημήτρη το μπάνιο. Ελπίζω να καθυστερήσει λίγο να μην διαπληκτιστούμε πάλι. Πωπω ζεστό νεράκι τρέχει πάνω μου και το σώμα μου το απολαμβάνει. Το σώμα μου αφήνεται και νιώθω μια χαλάρωση και μια ανακούφιση. Έχω γυρίσει πλάτη και στηρίζω την πετσέτα στο κεφάλι και στο σώμα μου γυρίζω και βλέπω τον Δημήτρη χωρίς παντελόνι και μπλούζα. Είχα μείνει να κοιτάζω το σώμα του με τους κοιλιακούς, με τις τρίχες στο στήθος. Όλα τα λεφτά. Με κοιτάζει, τον κοιτάζω και γλιστράω. Ευτυχώς με έπιασε. Κοιταζόμαστε και γίνεται το μοιραίο. Επιτέλους...φιλιόμαστε!!!

Η ΝταντάWhere stories live. Discover now