Από την άλλη η μητέρα μου και αυτός ο ακατανόμαστος φύγανε ξημερώματα από το κλάμπ και πήγαν σε ένα ξενοδοχείο για να συνεχίσουν την βραδιά τους. Δεν θέλω να μπω σε περισσότερες λεπτομέρειες γιατί θα κάνω εμετό. Ευτυχώς από την μια μόνη μου αλλά από την άλλη δεν κατάφερα να κλείσω τα μάτια μου και πολύ. Μόλις τα έκλεινα και με έπαιρνε λίγο ο ύπνος εμφανιζόταν μπροστά μου με αυτό το μοχθηρό βλέμμα, αυτό το σατανικό γέλιο που πεταγόμουν πάνω. Άλλες φορές πάλι άκουγα σαν βήματα,τριξίματα και γενικά θορύβους που με έκαναν να κρύβομαι κάτω από τα σκεπάσματα. Αρχίζω να τρελαίνομαι; Σηκώνομαι πάω στο μπάνιο κάνω ένα μπάνιο βάζω τα πρόχειρα ρούχα μου και κάθομαι στην πολυθρόνα μαζεμένη, με τα πόδια πάνω στον καναπέ. Πίνω ζεστή σοκολάτα και αργότερα παίρνω τα κλειδιά και πηγαίνω στο πλησιέστερο φαρμακείο. Αγοράζω ένα τεστ εγκυμοσύνης. Έπρεπε να βεβαιωθώ. Ίσως ήταν καμία ανωμαλία του κύκλου μου. Φτάνω, το παίρνω και επιστρέφω στο σπίτι. Ευτυχώς δεν είχε κόσμο. Όταν μπήκα μέσα ήταν η μητέρα μου. Είπα ένα ξερό καλημέρα και μπήκα στο μπάνιο. Ήθελα να σιγουρευτώ. Είχα τόσο άγχος που προσπέρασα έτσι την μητέρα μου. Περιμένω και οι παλμοί μου έχουν ανέβει. Ούτε όταν έδινα πανελλήνιες εξετάσεις τέτοιο άγχος. Ύστερα από λίγο βλέπω δύο γραμμές. Ωχ θετικό. Άρα είμαι όντως έγκυος! Άρχισα να χαμογελάω και να χαϊδεύω την κοιλίτσα μου και δάκρυα χαράς να βγαίνουν από τα μάτια μου. Πήγα να τσιρίξω αλλά η σκέψη που ήρθε στο μυαλό ξαφνικά τα μαύρισε όλα. Ποιανού είναι το παιδί κι αν είναι του Δημήτρη πως θα του το πω; Αφού είναι με την Μαρία κι εγώ δεν θέλω να φανώ ξανά το τρίτο πρόσωπο κι εξάλλου ίσως δεν με αγάπησε ποτέ. Ένα στοίχημα μπορεί να ήμουν, μια ξεπέτα που θα έλεγε και η μητέρα του. Ξέρω μέσα μου πως σε καμία περίπτωση δεν είναι ο πατέρας του Δημήτρη... Οι γυναίκες τα αισθάνονται αυτά. Έχουν ένστικτο... Κι εγώ το ξέρω πως αυτός ο άνθρωπος δεν είναι ο πατέρας. Πάω να ντυθώ και να βγω έξω να πάρω καθαρό αέρα αλλά με σταματάει η μητέρα μου. "Συμβαίνει κάτι;" "Όχι γιατί ρωτάς;" "Έχεις αλλάξει συμπεριφορά και ήθελα να σε ρωτήσω τι φταίει; Φταίει που θέλω να ξαναφτιάξω την ζωή μου; Τόσο κακό είναι; Γιατί μας πας κόντρα; Δεν θες να με δεις ευτυχισμένη;" "Μα αυτός δεν είναι κατάλληλος για εσένα... Ψάξε για αυτόν... Θα δεις ότι δεν είναι αυτό που λέει..." "Γιατί; Τον ξέρεις;" "Εεε... όχι απλώς φαίνεται ο άνθρωπος!" "Δεν θέλω να μου λες τι θα κάνω στην ζωή μου. Εγώ σου είπα τι να κάνεις με την δική σου;;" Την έχει παραμυθιάσει σίγουρα... Δεν εξηγείται αλλιώς. Αχ βρε μαμά γιατί είσαι τόσο αμυαλη και πιστεύεις ότι σου πει ο καθένας, γιατί καταπίνεις αμάσητο ό,τι σου πουν; Εκείνη την στιγμή μπαίνει ο πατέρας του Δημήτρη μέσα κουνιστός και λυγιστός μέσα στο σπίτι με κάτι βαλίτσες. "Τι κάνουν τα κορίτσια μου; Μέχρι έξω ακούγονται οι φωνές. Τι έγινε;" ρωτάει και με κοιτάζει με το άγριο του μάτι. "Τι είναι όλες αυτές οι βαλίτσες;" "Ααα δεν σου είπε η μητέρα σου;" "Να μου πει τι;" "Μετακομίζω εδώ. Αποφασίσαμε να συγκατοικήσουμε. Δεν είναι υπέροχο;" "Εμένα με ρωτήσατε?" "Για ποιον λόγο να σε ρωτήσουμε κόρη μου; Δεν είναι και δικό σου το σπίτι!!" Αυτό ήταν παίρνω τα πράγματα μου και φεύγω. Άκουσε εκεί να μου μιλάει έτσι η μάνα μου. Μάνα σου λέει. Να την βράσω. Πάω μέσα στο δωμάτιο και χτυπάω δυνατά την πόρτα. Κάθομαι στο κρεβάτι μου και αρχίζω να χαϊδεύω την κοιλίτσα μου πάλι. "Αχ βρε μωράκι μου,σε τι κόσμο θα σε φέρω; Εγώ να ξέρεις ότι δεν θα σου μιλήσω ποτέ έτσι... Πάντα θα σε βάζω πάνω από όλους και από όλα... Για μένα θα είσαι μόνο εσύ... Θα κάνω ότι καλύτερο μπορώ για να σε προστατεύσω... Εσύ είσαι η δύναμη μου, για σένα θα παλέψω απέναντι σε όλους και σε όλα φτάνει να μείνεις μαζί μου." "Βρε αγάπη μου γιατί της μίλησες έτσι;; Την πλήγωσες! Κι αν φύγει;" "Μα δεν βλέπεις πως σαμποτάρει την σχέση μας; Ζηλεύει επειδή αυτή χώρισε ενώ εγώ περνάω φανταστικά μαζί σου..." "Ναι δεν αποκλείεται να συμβαίνει και αυτό. Την έχω δει πως με κοιτάει... Αλλά μπορεί να κάνω και λάθος." "Αποκλείεται να συμβαίνει κάτι τέτοιο εξάλλου αυτή είναι κολλημένη ακόμη με τον Δημήτρη..." "Μάλλον έχεις δίκιο... Θα ήταν η ιδέα μου. Ας μην το συνεχίσουμε όλο αυτό. Τι σου έλεγε πριν και τσακωθήκατε;" "Ότι δεν είσαι καλός και να ψάξω για σένα και για το παρελθόν σου." "Α, ώστε έτσι σου είπε. Σου είπε και κάτι άλλο;" "Σαν τι;" "Δεν ξέρω... Οτιδήποτε" "Όχι μόνο αυτά μου είπε." "Στο είπα ότι θέλει να πετύχει κάτι. Θέλει να με απομακρύνει από εσένα αλλά για ποιον λόγο όμως;" Η μητέρα μου θα έβγαινε για λίγη ώρα έξω μιας και την κάλεσε η γειτόνισσα για το καθημερινό τους κουτσομπολιό. "Αγάπη μου θα βγω για λίγο. Πάω κάτι πράγματα που μου ζήτησε η γειτόνισσα η κυρία Λίτσα και επιστρέφω. Δεν θα αργήσω και πολύ..." "Έγινε αγάπη μου" της ανταπάντησε αυτός από το μπάνιο. Μόλις άκουσε την πόρτα να κλείνει βγήκε από το μπάνιο και ήρθε στο δωμάτιο μου. Άνοιξε με πάταγο την πόρτα και με έπιασε από τον λαιμό. "Τι έγινε; Πήγες να τα αποκαλύψεις όλα στην μητέρα σου μικρό τσουλάκι;" "Άσε... με....με πνί...γεις" Με σήκωσε από το πάτωμα και με πέταξε με δύναμη στον τοίχο. "Πονάω... Πονάω πολύ" φώναζα καθώς είχαν κάνει την πρώτη τους εμφάνιση τα αίματα από την κοιλιά μου και από το κεφάλι μου. Ζαλιζόμουν και ξαφνικά όλα σκοτείνιασαν γύρω μου. Αυτός έφυγε και πήγε στο μπάνιο τάχα μου ότι δεν είδε, δεν άκουσε τίποτα. Η μητέρα μου μπήκε στο σπίτι αργότερα μετανιωμένη και χτύπησε την πόρτα μου για να ζητήσει συγγνώμη. Εγώ δεν ανταποκρινόμουν και μπήκε μέσα. "Σπύρο... Σπύρο... Η κορούλα μου" Όταν άνοιξα τα μάτια μου ήταν από πάνω μου η μητέρα μου και αυτός. "Πού βρίσκομαι;" "Στο νοσοκομείο βρίσκεσαι κορούλα μου..." "Τι έγινε; Πώς βρέθηκα εδώ;" "Ήσουν αιμόφυρτη κάτω..." "Το...το μωρό μου; Πώς είναι; Είναι καλά; Γιατί δεν μιλάτε;" "Δυστυχώς...το έχασες!!" "Όχι, όχι, όχι αποκλείεται! Μου κάνετε πλάκα. Έτσι; Εσύ τα φταις όλα! Βρωμοσκουπίδι! Αυτός... Αυτός" "Μην τα βάζεις μαζί του κορίτσι μου. Δεν άκουσε. Ήταν στο μπάνιο!" "Αυτός με χτύπησε... Αυτός είναι ο..." "Πάμε έξω. Ας αφήσουμε την Αλεξία να ξεκουραστεί. Πέρασε πολλά. Δεν ξέρει τι λέει και ποιος φταίει!" Άρχισα να κλαίω και ένιωθα την καρδιά μου για άλλη μια φορά να γίνεται σμπαράλια, σαν να της ξεριζώνουν ένα κομμάτι. Υπέφερα... "Εσύ φταις... Εσύ είσαι ο βιαστής μου!!! Εσύ μου κατέστρεψες ό,τι όμορφο είχα...." Μα δεν με άκουγε κανείς. Σιωπή... "Συγγνώμη...εγώ φταίω που σε άφησα να φύγεις. Εγώ φταίω που δεν κατάφερα να σε κρατήσω, να σε προφυλάξω από αυτό το κάθαρμα και την μητέρα μου..." Ύστερα από λίγο αποκοιμήθηκα.
Ας πάμε όμως και στο σπίτι του Δημήτρη που κι εκεί γίνεται χαμός. Η μικρή δεν έχει αποδεχτεί ότι η Μαρία θα μένει στο σπίτι τους από εδώ και πέρα, ότι θα παντρευτεί τον πατέρα της που αυτή περίμενε πως και πως να γίνει παρανυφάκι αλλά όχι στο γάμο του Δημήτρη με την Μαρία αλλά με την πριγκίπισσα του την Αλεξία. "Μικρή τι κάνεις εκεί;" της είπε ο πατέρας της. "Πήρα την γιαγιά και θα πάω να μείνω μαζί της." "Όχι δεν θα πας" "Θα πάω. Χάλασες ότι όμορφο υπήρχε μέσα σε αυτό το σπίτι... Πέσαμε μέσα στο σκοτάδι ξανά. Και φταις εσύ για αυτό. Διώξε την και φέρε μου πίσω την Αλεξία μου." "Δεν γίνεται αυτό. Η Μαρία περιμένει το αδερφάκι σου και ναι έκανα λάθος και αυτό το λάθος θα το πληρώνω μια ζωή... Όμως είσαι μικρή και δεν μπορείς να καταλάβεις πως νιώθω, πως σφίγγω τα δόντια μου για να είμαι κοντά της, δεν ξέρεις πως κρατιέμαι για να μην τα διαλύσω όλα και τρέξω στην Αλεξία. Οι πράξεις μας έχουν πάντα ένα τίμημα, μια συνέπεια και εγώ πρέπει να το πληρώσω... Θες να μεγαλώσει αυτό το παιδί χωρίς πατέρα;" "Τότε κι εγώ θα φύγω. Σε λίγο θα είναι εδώ η γιαγιά για να με πάρει." "Τι άκουσα καλά; Ξεκουμπίζεται; Εεε... εννοώ φεύγει;" "Ναι μάγισσα φεύγω. Κατάφερες να μας διαλύσεις!!" Αργότερα ήρθε η γιαγιά της από την πλευρά της μητέρας της και την πήρε.... Ο Δημήτρης άρχισε να κλαίει... "Όλος μου ο κόσμος διαλύθηκε..." Έβγαλε κάτω από το μαξιλάρι του μια μπλούζα μου και άρχισε να την μυρίζει καθώς ξάπλωσε. "Δεν θα σε ξεχάσω... Δεν θα ξεχάσω τον έρωτα μας! Στο υπόσχομαι!!"
YOU ARE READING
Η Νταντά
RomanceΗ Αλεξία, μία κοπέλα που είναι μέσα στην ανεμελιά, στην χαρά και δεν την πτοεί τίποτα όταν συναντήσει τον Δημήτρη όλα θα αλλάξουν στην ζωή της. Ο πλούσιος Δημήτρης είναι ένας ξινός, στριμμένος με ένα 6χρονο παιδί που δεν γνώρισε ποτέ την μητέρα του...