Τώρα φεύγω...

150 16 1
                                    

Σοκαρίστηκα. Έγκυος? Από πού κι ως πού? Μα αφού... αφού δεν έχουν κάνει τίποτα από τότε που χώρισαν και πιο πριν... Με είχε διαβεβαιώσει ο Δημήτρης. "Λες ψέματα. Πας να το φορτώσεις του Δημήτρη γιατί δεν μας ήθελες ποτέ μαζί.... Μίλα κι εσύ Δημήτρη... Πες σε όλους ότι λέει ψέματα..." Ο Δημήτρης δεν μιλούσε. Μόνο με κοιτούσε με ένα ύφος μεταμέλειας. "Γιατί ήρθες εδώ Μαρία?" "Ήρθα γιατί είσαι ο πατέρας του παιδιού μου κι έχεις κι εσύ ευθύνες." Πήγα καταπάνω της. "Λες ψέματα... Δημήτρη γιατί δεν μιλάς κι εσύ? Γιατί σωπαίνεις?" "Δεν με πιστεύεις? Ορίστε και οι φωτογραφίες μας που κάναμε έρωτα. Εντάξει σκεφτόταν εσένα, φώναζε το ονομά σου όταν με έκανε δική του αλλά δεν με πειράζει. Φτάνει που θα τον έχω! Μόνο αυτό με ενδιαφέρει!!!"

"Πώς μπόρεσες Δημήτρη? Πώς?" "Δεν θυμάμαι και πολλά

Oops! This image does not follow our content guidelines. To continue publishing, please remove it or upload a different image.

"Πώς μπόρεσες Δημήτρη? Πώς?" "Δεν θυμάμαι και πολλά... Θυμάμαι όμως και πολύ καλά μάλιστα το σκηνικό με τον πατέρα μου. Δεν το άντεχα αυτό. Δεν άντεχα να σε σκέφτομαι στην αγκαλιά του πατέρα μου...." Οι καλεσμένοι μας κοιτούσαν και σίγουρα θα έλεγαν τι ζευγάρι είναι αυτό. "Εμένα ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που έκανες εσύ... Εγώ δεν το προκάλεσα. Ενώ εσύ..." "Ήμουν μεθυσμένος που να πάρει η οργή..." Έτρεξα όσο πιο γρήγορα μπόρεσα και ανέβηκα πάνω στο δωμάτιο. Αποφάσισα να φύγω όσο πιο μακριά γίνεται από αυτό το σπίτι. Ο Δημήτρης με ακολούθησε ενώ μάζευα τα πράγματα μου. "Τι πας να κάνεις εκεί? Λογικέψου λίγο σε παρακαλώ. Σε αγαπάω. Δεν το βλέπεις?" "Να γελάσω τώρα ή μετά? Αν είναι αγάπη αυτό τότε να την βράσω... Ενώ ξέρεις τι πέρασα κάθεσαι και τα συγκρίνεις? Πόσο μαλάκας είσαι!!! Πόσο σας αρέσει οικογενειακώς να πληγώνετε και να καταστρέφετε ζωές! Τουλάχιστον θα είσαι με κάποια που σου μοιάζει. Που δεν έχει καρδιά, συναισθήματα. Είναι μια άψυχη σκύλα. Και σίγουρα οι δικοί σου θα χαρούν πολύ. Μην σου πω ότι θα κάνουν και πάρτι." Με έπιασε μια ζάλη και λιποθύμησα. Όταν συνήλθα ήταν δίπλα μου ο Δημήτρης. Αηδίασα και μόνο με την παρουσία του. Σηκώθηκα γρήγορα από το κρεβάτι, αν και ακόμα ζαλιζόμουν,πήρα την βαλίτσα, γύρισα να τον κοιτάξω μια τελευταία φορά, ήταν με δάκρυα στα μάτια κι αυτός. Ήταν σαν να με παρακαλούσε να μείνω, να μην τον εγκαταλείψω, όμως εγώ δεν είχα το κουράγιο, την δύναμη να το παλέψω. Κατέβηκα την σκάλα ενώ τα μάτια μου είχαν βουρκώσει. Γύρισα και είδα την Μαρία να με κοιτάζει με αυτό το χαιρέκακο βλέμμα της και να γελάει. Την ώρα που έφευγα, μπήκε η μητέρα του μέσα. Γύρισε και μου είπε κάτι. "Στο είπα ότι δεν θα αντέχατε μαζί. Εσύ είσαι μια υπηρέτρια, μία του δρόμου και με καμία δύναμη δεν θα στεριώνατε μαζί. Καλύτερα που έγιναν έτσι τα πράγματα, για να το πάρεις απόφαση και να ξυπνήσεις. Ελπίζω να μην ονειρεύεσαι ακόμα ότι μπορεί να είστε μαζί και να τον αφήσεις ήσυχο. Την ώρα του περνούσε μαζί σου, όπως και ο άντρας μου γιατί φαινόσουν ότι ήσουν πουτανάκι. Ελπίζω να μην σε ξαναδώ ποτέ μπροστά μου και φυσικά να μην ξαναεμφανιστείς μπροστά στον γιο μου γιατί μόνο κακό του προξενείς." "Τουλάχιστον δεν είμαι πουτάνα στην ψυχή σαν και του λόγου σου..." κι έφυγα δίχως να κοιτάξω άλλο πίσω μου. Γιατί όταν αγαπάς πρέπει  να πονάς? Γιατί είναι λες και σου ξεσκίζουν τα σωθικά? Γιατί πρέπει να πονάς? Έτρεξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα και μπήκα μέσα σε ένα ταξί. Έφτασα στο σπίτι μου, μπήκα μέσα και μπήκα κατευθείαν μέσα στο δωματιό μου. Το σπίτι ήταν ακατάστατο, βρώμικο και μύριζε. Άνοιξα τα παράθυρα και άρχιζα να συμμαζέυω το σπίτι. Ένιωσα όταν τελείωσα το σπίτι πολύ κουρασμένη. Έκανα ένα μπάνιο και ξάπλωσα να κοιμηθώ. Αργότερα ξύπνησα από κάτι θορύβους. Ακουγόντουσαν κάτι φωνές, κάτι γέλια, κάποιοι σαν να φιλιόντουσαν και κατάλαβα ότι είχε έρθει η μητέρα μου με τον καινούργιο της γκόμενο. Ντύθηκα αλλά όταν βγήκα είχε φύγει. Έπεσα στην αγκαλιά της. "Μαμά μου...." κι άρχισα να κλαίω. "Γιατί δεν ήσουν εδώ όταν σε χρειαζόμουν;" "Γιατί κι εγώ έχω ζωή. Γι αυτό. Δεν μπορώ να σε νταντεύω συνέχεια. Έχεις μεγαλώσει. Αλλά πες μου τι έγινε;" "Χώρισα με τον Δημήτρη γιατί πήγε με την πρώην του και τώρα είναι και έγκυος" "Πωπω. Ούτε σε σαπουνόπερα να παίζατε. Έπρεπε να τον συγχωρήσεις. Δεν αφήνουν έτσι τις μεγάλες αγάπες." "Και τι περίμενες δηλαδή; Να είμαστε όλοι μια ευτυχισμένη οικογένεια και να ξεχάσω αυτό που έγινε;" "Όταν αγαπάς κάποιον τον συγχωρείς." "Του συγχώρεσα πολλά ακόμα και όταν δεν με πίστεψε..." "Λοιπόν μην ανησυχείς. Σήμερα το βράδυ θα βγούμε έξω να γνωρίσεις και τον άντρα που αγαπώ και θέλω στην ζωή μου" "Μαμά δεν έχω όρεξη να βγω... Νιώθω ότι δεν έχω δυνάμεις." "Να βρεις. Θα το κάνεις για την μανούλα σου. Δεν θέλω ηττοπάθειες. Χαμογέλα και κοίτα μπροστά. Υπάρχουν και αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια." Επειδή δεν ήθελα να την στεναχωρήσω πήγα να ντυθώ. Έβαλα ένα μάξι απλό φόρεμα, βάφτηκα ελαφριά, φόρεσα το ψεύτικο χαμόγελο μου και βγήκα έξω. Πήγαμε σε ένα κλαμπ με πολλή δυνατή ελληνική μουσική. Πήγαμε στο μπαρ να παραγγείλουμε και περιμέναμε το αμόρε της μητέρας μου. Καθώς είχα γυρισμένη την πλάτη μου ήρθε και πήρε την μητέρα μου αγκαλιά από πίσω και την φίλησε. "Αλεξία μου από δω να σου γνωρίσω τον Σπύρο" Γούρλωσα τα μάτια μου. Μα αυτός είναι ο πατέρας του Δημήτρη. Ο βιαστής, η σιγανοπαπαδιά. Τι δουλειά έχει με την μητέρα μου; "Γεια σου. Είμαι ο Σπύρος. Η μητέρα σου μου έχει πει τα καλύτερα για σένα. Χάρηκα" και μου έδωσε το χέρι του με ένα σαρδόνιο χαμόγελο.

Η ΝταντάWhere stories live. Discover now