Ο Δημήτρης με ξανακοίταξε. "Πώς δεν έκανες τίποτα; Μπορούσες να την σκοτώσεις με αυτά που έβαλες μέσα." "Μα τι έβαλα επιτέλους;;;" "Δοκίμασε λοιπόν αφού δεν ξέρεις τι έβαλες..." Το δοκίμασα και πραγματικά άρχισα να φτύνω το φαγητό και να θέλω απεγνωσμένα νερό. Εγώ δεν θυμάμαι να το έκανα έτσι. Κάποιος άλλος το έκανε. Το σίγουρο είναι όμως ότι δεν το έκανα εγώ. Και τότε θυμήθηκα. Η μικρή! Η μικρή τα έκανε που γελούσε. Αχ βρε Λιζάκι μου τι έκανες;;; "Λοιπόν; Είδες;" Χαμήλωσα το κεφάλι μου. Φυσικά και δεν θα κατηγορούσα την μικρή. Δεν ήθελα να τσακωθούν. "Κι αν έτρωγε η κόρη μου;; Ευτυχώς που δεν έφαγε. Κανονικά θα έπρεπε να διώξω με τις κλωτσιές από εδώ μέσα αλλά θα σου δώσω μια ευκαιρία. Μην με απογοητεύσεις πάλι..." Ύστερα ανέβηκε πάνω. Μάζεψα το τραπέζι καθώς έτρεχαν από τα μάτια μου δάκρυα. Έπλυνα τα πιάτα κι ύστερα πήγα στο δωμάτιο της μικρής. Κοιμόταν. Την σκέπασα καλύτερα την φίλησα κι έκλεισα την πόρτα σιγά σιγά. Πήγα στο δωμάτιο μου και ξέσπασα σε λυγμούς. Ένιωθα ότι εγώ έφταιγα, ότι αν κοιτούσα το φαγητό και όχι το τηλέφωνο δεν θα είχε πάει στραβά τίποτα. Αλλά όχι. Δεν μπορούσα να ξεχάσω την μητέρα μου που υπέφερε τόσα για να με μεγαλώσει.... Μάλλον αποκοιμήθηκα...
-Μα πως το έκανε αυτό;; Γιατί ήθελε να κάνει κάτι τέτοιο;; Δεν θα συγχωρέσω ποτέ αυτό το λάθος. Για εμένα τέλος όλα αυτά. Από αύριο επιστρέφει ο παλιός Δημήτρης.
Το πρωί που ξύπνησα πήγα να κατέβω. Ήθελα να φτιάξω πρωινό αλλά αντί για αυτό είδα το τραπέζι στρωμένο και σερβιρισμένο το πρωινό. Πήγα να ανέβω όταν άκουσα κάτι γελάκια. Ποιος άλλος να ήταν εκτός του Δημήτρη και της Μαρίας? Κάθισα εκεί και τους άκουγα πως γελούσαν και είδα να της κρατάει το χέρι και....και να την φιλάει! Αυτό παραπάει! Γιατί κάθομαι και το βλέπω όλο αυτό;; Ανέβηκα πάνω όπου είδα την μικρή Λίζα να κάθεται και να παίζει με τις κούκλες της. Όταν με είδε ήρθε κοντά μου. "Αλεξία μου έκλαιγες χτες;;" "Όχι καρδιά μου κάτι μπήκε στο μάτι μου." "Εγώ φταίω. Έτσι δεν είναι;" "Αυτό δεν έχει σημασία. Αλλά θέλω να μου υποσχεθείς ότι δεν θα το ξανακάνεις. Εντάξει;" "Ναι Αλεξία μου. Συγγνώμη 😪" "Έλα εδώ μικρή μου" και την πήρα αγκαλιά. Όταν κατέβηκα με την Λίζα είχαν φύγει ο Δημήτρης με την Μαρία. Έτσι περνούσαν οι μέρες. Δεν συναντιόμασταν πια κι αν συνέβαινε αυτό μόνο για να ρωτήσει για την μικρή. Έτσι κι εγώ αποφάσισα να βάλω φρένο και στην καρδιά μου και στο μυαλό μου που μέρα με την μέρα η αγάπη μου για αυτόν μεγάλωνε, άνθιζε αν κι αυτός δεν με έβλεπε πια, αν κι ακόμα δεν σήμαινα κάτι για αυτόν. Καιγόταν η καρδιά μου, τα σωθικά μου, ένιωθα κάθε μέρα ότι μου έμπηγαν μαχαίρια και τα γύριζαν κι εγώ να ματώνω, να πονάω δίχως έλεος. Φτάνει όμως. Θα τα παγωσω όλα τα συναισθήματα μου, ότι έχει σχέση με αυτόν. Μου μιλάει ψυχρά κι εγώ το ίδιο. Δεν με ενδιαφέρει πια αν και ξέρω πως αυτό είναι ένα τεράστιο ψέμα. Εκείνο το βράδυ η μικρή κοιμήθηκε νωρίς ύστερα από το τόσο παιχνίδι κι εγώ κλείστηκα στο δωμάτιο μου. Σε λίγο άκουσα κλειδιά να γυρίζουν στην πόρτα και να την ανοίγουν. Ήταν ο Δημήτρης να όχι μόνος. Αλλά με αυτήν. Γελούσαν και ανέβηκαν τα σκαλιά. Αργότερα άρχισαν να κάνουν έρωτα κι εγώ έκλαιγα και προσπαθούσα να κλείσω τα αυτιά μου με το μαξιλάρι αλλά οι φωνές τους τόσο διαπεραστικές. Μετά από λίγο ακούγονταν μόνο οι βαριές ανάσες τους κι ύστερα τίποτα... Κατέβηκα κάτω να πιω νερό και δυστυχώς ή ευτυχώς ήταν κι αυτός εκεί.... Με κοιτούσε με αυτά τα λαμπερά μάτια... Και ύστερα έφυγε.... Τόσο πολύ δεν άντεχε να με βλέπει;;;
YOU ARE READING
Η Νταντά
RomanceΗ Αλεξία, μία κοπέλα που είναι μέσα στην ανεμελιά, στην χαρά και δεν την πτοεί τίποτα όταν συναντήσει τον Δημήτρη όλα θα αλλάξουν στην ζωή της. Ο πλούσιος Δημήτρης είναι ένας ξινός, στριμμένος με ένα 6χρονο παιδί που δεν γνώρισε ποτέ την μητέρα του...