Η... επιστροφή

176 16 1
                                    

Οι οικογενειακές στιγμές πολλαπλασιάστηκαν. Βγαίναμε βολτες, κάναμε πικ-νικ βλέπαμε ταινίες, μαγειρεύαμε όλοι μαζί και αυτό από την μια με τρόμαζε αλλά από την άλλη με ενθουσίαζε με έκανε μία άλλη. Ήμουν μία άλλη. Ο Δημήτρης με έκανε καλύτερη. Με έμαθε να πιστεύω πάλι στην οικογένεια, με έμαθε να πιστεύω στον γάμο, στην συντροφικότητα, στην θαλπωρή που μου έλειπε όλο αυτόν τον καιρό. Χαίρομαι που σκέφτομαι αλλιώς τον γάμο και την συμβίωση. Άλλωστε κάθε κορίτσι ονειρεύεται πως θα ήθελε να είναι ο γάμος του. Κι εγώ τον είχα ονειρευτεί αλλά μετά... όσο μεγάλωνα κατάλαβα ότι οι άνθρωποι χωρίζουν άρα τι τον θέλουν τον γάμο και στην ουσία γιατί να είσαι μαζί με κάποιον αφού θα χωρίσουν αργότερα; Μέχρι τώρα. Μέχρι που γνώρισα τον Δημήτρη και άρχισα να καταλαβαινω πόσο λάθος ήταν η θεωρία μου και γενικά η θεωρία για την ζωή. Ο Δημήτρης συμβολίζει την εξαίρεση του κανόνα. Δεν ξέρω αν υπάρχουν πολλοί που να μοιάζουν σαν τον Δημήτρη αλλά θέλω να πιστεύω πως υπάρχουν. Πάντα στα ζευγάρια υπάρχουν οι εντάσεις, οι τσακωμοί αλλά όταν υπάρχει έρωτας, αγάπη, σεβασμός, επικοινωνία όλα φτιάχνονται, όλα είναι εφικτά. Ο γάμος σε φέρνει πιο κοντά ακόμα με το ταίρι σου. Σε ενώνει ολοκληρωτικά. Ενώνει και το σώμα αλλά ιδιαίτερα την ψυχή σου. Σήμερα αποφασίσαμε να πάμε στο λουνα παρκ. Τι χαρά. Ένιωθα και έκανα σαν μικρό κοριτσάκι. Ήμουν έτοιμη στο αψε - σβήσε. Μόλις πήγαμε χοροπήδαγα και χτυπούσα τα χέρια μου. Το χαμόγελο μου παίζει να είχε φτάσει μέχρι τα αυτιά μου. Ο κόσμος επίσης με κοιτούσε με ένα βλέμμα σαν να έλεγε "Τι τρελή που είναι" αλλά δεν με νοιάζει τι λένε ή τι θα πουν. Τράβηξα τον Δημήτρη και μπήκαμε μέσα. Κάναμε τα πάντα. Από αμαξάκια, μπαλαρίνες, ταψιά, σκοποβολή, ψάρεμα, τρενάκια του τρόμου, με απότομες διαδρομές και το κανονικό. Πήραμε και μαλλί της γριάς. Ήταν εξαίσιο. Εγώ πήρα και δεύτερο. Μου άρεσε πάρα πολύ. Μην σας πω ήθελα και άλλο αλλά συγκρατήθηκα. Ύστερα καθίσαμε κάπου να φάμε και να ξεκουραστούμε πριν επιστρέψουμε στο σπίτι. Εγώ από την μια ήθελα να πάω σπίτι αλλά από την άλλη ήθελα να κάτσω και άλλο έξω. Ήταν τόσο όμορφη μέρα, τόσο πεντακάθαρος ο ουρανός, φαινόταν η πανσέληνος που φώτιζε και δίπλα τα μικροσκοπικά αστεράκια και αυτό σε μάγευε και σε γαλήνευε. Φάγαμε και κάτσαμε σε ένα πάρκο. Από εκεί περνούσαν διάφορα άτομα. Άλλοι ήταν ζευγάρια, άλλοι φίλοι και μαθητές και άλλοι με τα σκυλάκια τους που δεν σου πήγαινε η καρδιά να μην τα χαιδέψεις. Ο Δημήτρης μας έχει αγκαλιά και εγώ είμαι πανευτυχής. Δεν θέλω ούτε ζητάω κάτι περισσότερο. Μου είναι αρκετό όλο αυτό. Ύστερα είπαμε να φύγουμε μιας και η μικρή σχεδόν είχε αποκοιμηθεί πάνω μας. Όταν φτάσαμε απ'έξω από το σπίτι ήταν παρκαρισμένο άλλο ένα αυτοκίνητο. Από ότι καταλαβαίνω ανήκει σε κάποιον πλούσιο γιατί είναι ακριβή μάρκα και αρκετά μεγαλοπρεπές. Κατεβαίνουμε και έχω στην αγκαλιά μου την μικρή. Ο Δημήτρης κατεβαίνει και κοιτάζει σαν να είδε φαντάσματα. "Μητέρα, Πατέρα τι θέλετε εδώ;" "Πού ήσουν τέτοια ώρα; Μας έχεις και περιμένουμε απ'έξω σαν τους ξένους!!" αναφώνησε η μητέρα του. "Έτσι υποδέχεσαι τους γονείς σου;" συμπλήρωσε ο πατέρας του. "Και αυτή ποια είναι; Η υπηρέτρια;" είπε κοιτάζοντας με με μισό μάτι η μητέρα του. "Όχι αυτή είναι η Αλεξία. Ο έρωτας της ζωής μου" "Τιιι;;;" είπε με έναν τόνο αηδίας τώρα, απόγνωσης, έκπληξης τι να πω;

Η ΝταντάWhere stories live. Discover now