Οι μέρες κύλησαν σαν νεράκι και μάλιστα θα έλεγα αν και φοβόμουν και την σκιά μου ευχάριστα. Δεν είχα κάποιο δυσάρεστο γεγονός. Αν και μου έλειπε και ο Δημήτρης αλλά και η μικρή. Η μητέρα μου περνούσε τέλεια στις διακοπές της και αυτό δεν το μάθαινα από την ίδια αλλά από τις φωτογραφίες που ανέβαζε στο ίνσταγκραμ. Σήμερα θα γυρνούσε ο Δημήτρης μου από το επαγγελματικό ταξίδι του. Νομίζω όμως ότι κάτι άλλαξε. Δεν σήκωνε πολλές φορές τα τηλέφωνα, ήταν κάπως αφηρημένος να το πω, στεναχωρημένος ίσως και τα δύο. Πιστεύω ότι ακόμα τον πονάει αυτό που συνέβη ανάμεσα στον πατέρα του, τον Σπύρο και σε εμένα. Προσπαθεί ακόμη να το χωνέψει. Αλλά τι να πω κι εγώ που το έζησα. Κάθε βράδυ βλέπω τον ίδιο εφιάλτη. Ότι έρχεται κοντά μου, μου κλείνει το στόμα και μετά με βιάζει. Κι εγώ δεν μπορώ, δεν με αφήνει να αρθρώσω λέξη. Μόνο δάκρυα βρέχουν το μαξιλάρι καθώς γέρνω το κεφάλι μου προς την μια πλευρά. Δεν μπορώ να βλέπω το βλέμμα του, το πρόσωπο του να γελάει, να δείχνει ποιος έχει το πάνω χέρι, να δείχνει ότι αυτός κέρδισε κι εγώ έχασα. Ότι όλα μπορεί να τα υποτάξει και ότι τα κατάφερε και με εμένα. Μακάρι να αφανιζόταν αυτό το θλιβερό γεγονός όχι μόνο από εμένα αλλά και σε όποιον συνέβη ή μπορεί να συμβεί. Ακούω έναν θόρυβο και αμέσως τρέχω στο κρεβάτι μου και κρύβομαι κάτω από τα σκεπάσματα σαν μικρό παιδί που φοβάται είτε γιατί φοβάται το σκοτάδι ή κάποιο φάντασμα 👻. Δεν αντέχω να ζω με αυτό. Έχει κολλήσει πάνω μου σαν την βδέλλα και δεν λέει να βγει. Ακόμα και με το μπανιο, δεν φεύγει. Τρίβω, τρίβω, τρίβω μα τίποτα. Βλέπω τις μελανιές στα χέρια μου, νιώθω πάλι σαν να μου πιάνει πάλι βίαια τα χέρια καθώς πάλευα και να μου τα ακινητοποιεί. Να κάνει ότι θέλει σε κάθε μέρος του κορμιού μου κι εγώ να μην μπορώ να κάνω τίποτα. Να μην έχω τίποτα. Ακόμα και αυτό που μου ανήκει είναι λες και δεν μου ανήκει. Εννοώ το σώμα μου. Ακούω την πόρτα να ανοίγει. Σίγουρα θα είναι ο Δημήτρης μου. Η αγάπη μου. Κατεβαίνω γρήγορα τα σκαλιά κι ας είμαι με τα εσώρουχα. Τον βλέπω να αφήνει την βαλίτσα του δίπλα από τον καναπέ, κάνει να γυρίσει και πέφτω στην αγκαλιά του. Μου είχε λείψει όσο δεν φαντάζεται. Με φιλάει απαλά στα χείλη μου. "Μου έλειψες χαζούλα μου" μου λέει και με ξαναφιλαει με τόσο πάθος. Πρώτη φορά με φιλάει έτσι. Δεν λέω και τις άλλες φορές φιλούσε υπέροχα αλλά τώρα είχε πιο πολύ φλόγα, πάθος. Είναι επειδή θα του έλειψα. "Τι έπαθες βρε;;" "Μου έλειψες πολύ... Σκέφτηκα πολύ... Θύμωσα, νευρίασα μα κατέληξα το πόσο σε αγαπώ και σε λατρεύω. Δεν θύμωσα με εσένα μα με τον εαυτό μου που δεν σε προστάτεψα, δεν κατάλαβα, δεν σε πήρα μακριά από αυτό το τέρας. Συγγνώμη αγάπη μου που δεν κατάλαβα τι περνούσες... Μα μην ανησυχείς. Δεν θα σε ξαναενοχλήσει. Έφυγε για ένα ταξίδι από όσο έμαθα από την μητέρα μου." "Δεν ξέρω αν αυτό μπορεί να με καθησυχάσει αλλά για την ώρα μου είναι αρκετό..." "Αποφάσισα να αραβωνιαστουμε και μάλιστα το γρηγορότερο δηλαδή αύριο το απόγευμα. Καθυστέρησα πολύ σε αυτό το ταξίδι. 3 εβδομάδες είναι αρκετές. Θέλω να είμαστε μαζί. Να ευλογήσει ο παπάς τις βέρες μας για την ώρα και αργότερα να ευλογήσει εμάς και τα στεφάνια μας. Ξέρεις τι θέλω; Όταν γίνεις γυναίκα μου και σε χορτάσω να κάνουμε πολλά παιδιά. Θέλω να τρέχουν εδώ και εκεί. Αυτό θα μας συμπληρώσει... Θα συμπληρώσει εμάς και θα δεθούν τα δεσμά μας πιο βαθιά. Θα ριζωθούν και δεν θα μπορέσουν ποτέ να ξεριζωθούν όσο κι αν σκάψεις. Αυτό ονομάζεται ολοκλήρωση..." "Ναι το θέλω πολύ... Μπορεί να μην εκπλήρωσα τα όνειρα μου, μα τώρα το όνειρο μου είσαι εσύ και η Λίζα φυσικά και θέλω να σας κάνω ευτυχισμένους. Να σου χαρίσω παιδιά, να τους δώσουμε την αγάπη που δεν πήραμε, να μοιραζόμαστε τα καλά και τα κακά, τις ανηφόρες και τις κατηφόρες της ζωής." Πήγαμε μαζί πάνω και μπήκε για ντουζ εγώ ξάπλωσα δεν αισθανομουν και πολύ καλά τώρα τελευταία. Ίσως είναι το άγχος και ο φόβος για όλο αυτό που συνέβη... Έρχεται ο Δημήτρης στο κρεβάτι τυλιγμένος από την μέση και κάτω με την πετσέτα του. Κοιτάζω το σώμα του και μου έρχεται εγκεφαλικό. Μου είχε λείψει αυτός αλλά και κάθε εκατοστό του κορμιού του. Αυτός σαν να το μάντεψε και ήρθε κοντά μου. "Πονηρούλα μου" μου είπε κι άρχισε να με φιλάει πρώτα στα χείλη, ύστερα πίσω από το αυτί και μετά στο λαιμό. Την συνέχεια να φανταστώ την ξέρετε. Τώρα βρίσκομαι στην αγκαλιά του και δεν με νοιάζει τίποτα. Ακόμα και αν γκρεμιστεί ολόκληρος ο φούρνος. Έτσι πέρασε η μέρα δεν σηκωθήκαμε από το κρεβάτι παρά μόνο όταν χτύπησε το κουδούνι και ήταν ο ντελιβεράς με τις πίτσες. Αυτή η νύχτα ήταν η πιο όμορφη και η πιο ήρεμη από όλες. Το πρωί με ξύπνησαν τα υγρά φιλιά του που γέμιζε το κορμί μου. "Καλημέρα φως μου. Πρέπει να σηκωθείς. Σήμερα είναι η ημέρα μας..." "Έχουμε χρόνο... Άσε με να κοιμηθώ λίγο ακόμα..." "Σε λίγο έρχεται η κομμώτρια, η κυρία με τις τουαλέτες για να διαλέξεις ποια θα φορέσεις και η μακιγιέρ." "Πότε τα κανόνισες όλα αυτά;" "Χτες καθώς ερχόμουν. Ανυπομονούσα!! Εγώ θα φύγω για να ετοιμαστείς και να μην είμαι μέσα στα πόδια σου και το απόγευμα θα σε δω στην πίσω αυλή." "Ανυπομονώ..." Με φίλησε για ακόμα μια φορά κι έφυγε. Σηκώθηκα και ζαλίστηκα λίγο. "Αχ, από το τρακ θα είναι σίγουρα" μονολόγησα. Ντύθηκα και κατέβηκα κάτω καθώς με είχαν πιάσει οι λιγούρες μου. Έφαγα και ανέβηκα πάνω να κάνω ένα μπάνιο. Με το που τελείωσα, ήρθαν πάνω στην ώρα και οι κοπέλες για να με ετοιμάσουν. Δεν ξέρω γιατί αλλά με έχει πιάσει ένα κακό προαίσθημα σαν κάτι ότι δεν θα πάει καλά αλλά το αποδιώχνω από την σκέψη μου. Βάζω ένα γαλάζιο φόρεμα 👗 τα μαλλιά μου τα ισιωνουν και πιάνουν τις μπροστινές μου τούφες και τις πιάνουν πίσω σαν στεφάνι. Με βάφουν με κόκκινο κραγιόν, 💄 και με μπλε σκιά τα μάτια μου, ενώ τονίζουν με λίγο κόκκινο τα μάγουλα μου. "Είστε πανέμορφη"αναφωνούν και οι 3. "Φτου φτου..." είπαν και έφυγαν. Εγώ δεν είχα κατέβει κάτω παρά μόνο τώρα και ήταν σαν παράδεισος από το δωμάτιο μου και μετά ροδοπέταλα κάτω ενώ στις σκάλες και από τις δύο πλευρές μάτσα από λουλούδια. Τις πόρτες συντρόφευαν μπαλόνια 🎈🎈🎈🎈 και κοντά στο τραπέζι ο Δημήτρης με ένα πλατύ χαμόγελο και ανυπομονησία. Έφτασα κοντά του και με φίλησε και ύστερα είπε"Είσαι πανέμορφη! Δεν μπορώ να πάρω τα μάτια μου από πάνω σου!!" Ο παπάς άρχισε να ευλογεί τις βέρες ώσπου μια στιγμή μπήκε μέσα η Μαρία. "Σταματήστε! Δημήτρη έχω καθυστέρηση και το παιδί που περιμένω είναι δικό σου!!!!''
YOU ARE READING
Η Νταντά
RomanceΗ Αλεξία, μία κοπέλα που είναι μέσα στην ανεμελιά, στην χαρά και δεν την πτοεί τίποτα όταν συναντήσει τον Δημήτρη όλα θα αλλάξουν στην ζωή της. Ο πλούσιος Δημήτρης είναι ένας ξινός, στριμμένος με ένα 6χρονο παιδί που δεν γνώρισε ποτέ την μητέρα του...