Η πρόσληψη

272 18 1
                                    

Ύστερα από λίγη ώρα ήρθε ο γιατρός που εξέτασε την μικρή. Ευτυχώς δεν είχε τίποτα. Το μόνο που είχε ήταν ότι είχε τρομάξει. Εγώ περίμενα στο σαλόνι. Ο γιατρός είχε απηυδήσει με τις τόσες και επανειλημμένες ερωτήσεις του Δημήτρη για το αν η κόρη του είχε κάτι. Μετά από λίγο έφυγε. Εγώ πήρα το θάρρος και ανέβηκα στο δωμάτιο της μικρής Λίζας. Πήγα να χτυπήσω την πόρτα αλλά είχαν μια συζήτηση που φυσικά αφορούσε εμένα και δεν μπορούσα να φύγω πριν ακούσω τι λένε. Ξέρω πως λέγεται αυτό αλλά δεν μπορούσα να κάνω και διαφορετικά.
"Μπαμπά μπορεί να μείνει?" "Θα μείνει λοιπόν" ανταπάντησε ο Δημήτρης. Την φίλησε και η μικρή έκλεισε τα ματάκια της κι ύστερα από λίγο αποκοιμήθηκε. Εγώ έφυγα σιγά σιγά και πήγα πάλι στο σαλόνι που ήταν πάλι αυτή η μάγισσα, η Μαρία. " Ακόμα εδώ είσαι? Δεν σε χρειαζόμαστε άλλο. Μπορείς να μας αδειάζεις την γωνιά!" Εκεί που πήγα να την βάλω στην θέση της ακούω από πίσω μου την φωνή του Δημήτρη να της ανταποκρίνεται. "Δεν έχει να πάει πουθενά. Αλεξία προσλαμβάνεσαι." Όταν το άκουσε αυτό η Μαρία άφρισε, πήρε τα πράγματα της κι έφυγε σαν σίφουνας από το σπίτι. "Θέλω να σε ευχαριστήσω που έσωσες την μικρή μου αλλιώς δεν ξέρω τι θα έκανα πραγματικά. Έπρεπε να την είχα ακούσει και να σε προσλάμβανα κατευθείαν δίχως δεύτερη σκέψη. Η μικρή μου ξέρει να ξεχωρίζει ανθρώπους. Αλλά αν την πάρεις την δουλειά θα πρέπει να εγκατασταθείς κι εδώ. Όπως βλέπεις εγώ έχω πολλή δουλειά και δεν θα είμαι σπίτι συνέχεια. Οπότε θέλω κάποιον για το σπίτι και το παιδί." Σκεφτόμουν την μητέρα μου. Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να τα βγάλει πέρα μόνη της. Αλλά πιστεύω ότι θα τα κατάφερνε και μόνη της. Θα έπρεπε όμως να της το πει, να το συζητήσουν. "Με ακούς?" είπε ο Δημήτρης και με έβγαλε από τις σκέψεις μου. "Ναι" ανταποκρίθηκα. "Απλώς χρειάζομαι λίγο χρόνο γιατί δεν μένω μόνη μου" "Είσαι δεσμευμένη?" μου είπε με έναν περίεργο τόνο. "Όχι. Απλώς ζω με την μητέρα μου και θέλω να ξέρω αν θα τα καταφέρει χωρίς εμένα." "Ωραία. Μπορείς να πάρεις όσο χρόνο θες. Από αύριο πάντως πιάνεις δουλειά." Εγώ του χαμογέλασα πήρα τα πράγματα μου κι έφυγα. Τελικά αυτή η ημέρα πως εξελίχθηκε έτσι? Από την μια κακά ψυχρά και ανάποδα και μετά μια στιγμή...πουφ... από εκεί που δεν το περιμένεις συμβαίνει κάτι αναπάντεχο, κάτι όμορφο που δεν το περιμένεις ούτε στα όνειρα σου. Χαίρομαι που ξέχασα το κινητό μου λοιπόν...
Πηγαίνω σπίτι. Βλέπω την μητέρα μου και έχει αποκοιμηθεί στον καναπέ με ανοιχτή την τηλεόραση. Την κλείνω, την σκεπάζω με την κουβέρτα και πάω για ύπνο γιατί αύριο είναι μια μεγάλη γεμάτη εκπλήξεις μέρα....

Η ΝταντάWhere stories live. Discover now