Η Νίνα πήρε στο χέρι της ένα μπρασελέ παρόμοιο με εκείνο που είχε λάβει η Καρολάιν πριν από κάμποσο καιρό, αυτό εδώ ήταν ωραιότερο, αφού διέθετε τρεις ορχιδέες πλεγμένες μεταξύ τους. «Τι με ρωτάς; Δε σε καταλαβαίνω, το μόνο που ξέρω για την Άνναμπελ Άλιστερ είναι πως ήταν σύζυγος του Τζον, και μητέρα των δύο του παιδιών». Η Σοφία κάγχασε. «Σωστά, η κόρη του χαροπαλεύει εδώ που τα λέμε, αλλά τι τα θες, αυτά παθαίνουν οι αδύναμοι άνθρωποι». «Θα μπορούσες σε παρακαλώ να μου εξηγήσεις τον λόγο της ερώτησης σου»; «Και βέβαια, δίπλα σου υπάρχει ένα άλμπουμ φωτογραφιών, πάρε το στα χέρια σου σε παρακαλώ». Η Νίνα έστρεψε το βλέμμα στο τραπεζάκι του καφέ, αφήνοντας δίπλα της την κασετίνα αφού την έκλεισε. Είδε πράγματι το άλμπουμ και το πήρε. Ήταν παλιό, αλλά η εξωτερική του επένδυση είχε αντικατασταθεί με μια καινούρια από σκληρό γυαλιστερό χαρτί. «Κοίτα αν έχεις την καλοσύνη την πρώτη φωτογραφία της τρίτης σελίδας. Σου το χαρίζω κι αυτό μαζί με την κασετίνα, μα θα έλεγα να το μελετήσεις με την ησυχία σου όταν θα είσαι μόνη». Η Νίνα συμμορφώθηκε κατευθείαν με την προτροπή της άλλης κι άνοιξε το άλμπουμ. Η φωτογραφία στην οποία αναφερόταν η Σοφία έδειχνε την ίδια πολύ νεότερη βέβαια, καθώς και μια άλλη γυναίκα, πανέμορφη κι ολόδροση. «Την αναγνωρίζεις μήπως από κανένα παλιό κοσμικό περιοδικό»; Τα χέρια της Νίνα άρχισαν να τρέμουν. «Αυτή δεν είναι η Άνναμπελ; Είχα διαβάσει κάμποσα δημοσιεύματα παλιότερα που αναφέρονταν στο τραγικό της τέλος. Βρέθηκε νεκρή μέσα σε ένα αυτοκίνητο». Η Σοφία έσμιξε τα φρύδια. «Το γνωρίζω Νίνα, και μάλιστα πολύ καλά». «Ήσουν φίλη της; Πού τραβήχτηκε αυτή η φωτογραφία»; Η Σοφία χαλάρωσε για μια στιγμή και χάθηκε στις σκέψεις της. «Σε ένα από τα καλύτερα θέατρα του Παρισιού, όχι μόνο εκείνης της εποχής αλλά και του σήμερα. Η Άνναμπελ ήταν στενή μου φίλη για αρκετά χρόνια, μα όλα άλλαξαν από τη στιγμή που μπήκε στη ζωή μου ο Τζον Άλιστερ». «Δε γίνεται, δε σε καταλαβαίνω». Η Νίνα είχε μπει ολοφάνερα στον πειρασμό να αρχίσει να φυλλομετρά το άλμπουμ όντας βέβαιη πως μέσα σε αυτό φώλιαζαν και πολλά θαμμένα μυστικά που αφορούσαν και την ίδια. «Δεν υπάρχει λόγος να ταράζεσαι, είσαι εδώ για να μάθεις ένα τουλάχιστον μέρος της αλήθειας'. «Τότε μην καθυστερείς να μου την αποκαλύψεις». Είχε υψώσει ελαφρά τον τόνο της φωνής της, κάνοντας τη Σοφία να χαμογελάσει. «Πόσα χρόνια νομίζεις πως είναι μεγαλύτερος μου ο Τζον»; Η Νίνα δεν απάντησε και η Σοφία το εκμεταλλεύτηκε. «Στην πραγματικότητα ούτε ένα, εγώ τον περνάω μερικά». «Και λοιπόν»; «Προσπαθώ να σου εξηγήσω γιατί έχεις αυτή τη διαφορά ηλικίας με τα αδέρφια σου». Η Νίνα αν κι ένιωσε μια πικρή φωτιά να απλώνεται μέσα της, μπόρεσε να σηκωθεί και να κάνει λίγα αβέβαια βήματα μέσα στο σαλόνι. «Κάθισε κάτω, έχεις δύο αδέρφια, την Έβελιν και τον Άλμπερτ Άλιστερ. Μπορεί να έχεις ακούσει πολλές παράξενες φήμες, η αλήθεια όμως είναι πως η Άνναμπελ δυσκολεύτηκε αρκετά να μείνει έγκυος σε αντίθεση με εμένα». Η Νίνα αυτή τη φορά δεν την υπάκουσε. «Ήσουν πολύ νέα όταν τον γνώρισες, έτσι δεν είναι»; «Και βέβαια, ούτε είκοσι πέντε, η καριέρα μου όμως εξελισσόταν υπέροχα ήδη, και η Άνναμπελ ήταν στο πλευρό μου. Την είχα γνωρίσει στο μπαλέτο, ήθελε κι εκείνη να χορέψει, αλλά παρά τις προσπάθειες της δεν τα κατάφερε, αν και το σώμα της ήταν εντελώς κατάλληλο για να γίνει κι εκείνη μπαλαρίνα». «Και τότε γιατί δεν έγινε»; «Επειδή από τη μια δυσκολευόταν πολύ να διαχειριστεί την κατάσταση ψυχολογικά, ξέρεις τώρα, στρες καθημερινό κι αγωνία για την επιτυχία όλης της παράστασης, κι από την άλλη είχε την έμφυτη τάση να βοηθάει τους άλλους και να τους φροντίζει. Ανέκαθεν αγαπούσε το καλό μακιγιάζ και κάθε είδους καλλυντικά, έτσι, όταν το πήρε απόφαση πως δε θα χόρευε πλάι στους καλύτερους παρτενέρ της εποχής, άλλαξε ελαφρώς πορεία κι άρχισε να παίρνει μαθήματα μακιγιάζ. Έτσι παρέμεινε κοντά μου. Βεβαίως όταν όλα αυτά τελείωσαν μπήκε στο πανεπιστήμιο με λαμπρά αποτελέσματα στις σπουδές της, μα αυτό δεν είναι κάτι που θα πρέπει να σε ενδιαφέρει εσένα τώρα». «Πολύ σωστά τα λες, καθόλου δε με ενδιαφέρει, μίλησε μου για τον Τζον, πόσο σίγουρη είσαι πως είναι ο πατέρας μου»; «Όσο σίγουρη θα μπορούσε να είναι μια γυναίκα που δεν είχε κοιμηθεί με κανέναν άλλο άνδρα ούτε πριν αλλά ούτε και μετά, και μάλιστα για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Ερχόταν στο Παρίσι για να δει τις παραστάσεις του μπαλέτου. Από την πρώτη στιγμή τον γοήτευσα. Στην αρχή αρκούταν απλά να μου στέλνει ωραίες ανθοδέσμες με τα αγαπημένα μου λουλούδια, μετά άρχισε να κρύβει και μέσα σε αυτές διάφορα μικρά κουτάκια με κοσμήματα, όλα χρυσά και πανάκριβα. Εγώ του τα επέστρεφα, αλλά κάποτε ήρθε στο καμαρίνι μου να με βρει και μου ξεκαθάρισε πως καλά θα έκανα να το σταματήσω αυτό, διότι η συμπεριφορά μου τον έθιγε. Ακόμη θυμάμαι πως τότε είχα τον ρόλο μιας γοργόνας, το έργο ήταν ενός Τσέχου μα δε φαντάζομαι να το ξέρεις»... Η Νίνα της γέμισε για Τρίτη φορά το ποτηράκι, χωρίς να ανησυχήσει μήπως έχανε η Σοφία τον ειρμό της αφήγησης της εξαιτίας του δυνατού ποτού. «Τέλος πάντων, όπως γίνεται συνήθως στις περιπτώσεις αυτές, καταλήξαμε να βγούμε για φαγητό, και να πάμε μετά για ένα ποτό αφού δεν είχα παράσταση την άλλη μέρα. Είχα τον κόσμο στα πόδια μου και έκανα το λάθος να μην το κρύψω από την Άνναμπελ. Μα ήταν η καλύτερη μου φίλη βλέπεις. Δε γνώριζα τότε πως η Άνναμπελ ήταν τρελά ερωτευμένη με τον Τζον πολύ πριν τον δω εγώ για πρώτη φορά... Στην αρχή δε μου είπε τίποτα, κι έτσι εγώ άρχισα να ζω το όνειρο μου. Από τη μια οι επιτυχίες στην επαγγελματική μου ζωή διαδέχονταν η μια την άλλη, κι όσο για τα πράγματα στην προσωπική μου ζωή, γίνονταν κι αυτά όλο και καλύτερα. Ο Τζον με φλέρταρε κομψά και διακριτικά στην αρχή, μα κάπως πιο επιτακτικά στη συνέχεια. Είχε αρκετά χρήματα και σκόπευε να υποτάξει τον κόσμο ολόκληρο με τον δικό του τρόπο. Εμένα με γοήτευε ο δυναμισμός του, κι ο κυριαρχικός τόνος που χρησιμοποιούσε μερικές φορές στην κουβέντα, ούτε που με απασχολούσε. Όμως καθώς έβγαζε όλο και περισσότερα χρήματα, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν και να δυσκολεύουν». «Με ποιο τρόπο»; Η Νίνα κάθισε ξανά στην πολυθρόνα της. Μπορεί η αφήγηση της Σοφίας να έμοιαζε βγαλμένη από παλιό μυθιστόρημα, αποτελούσε όμως στην πραγματικότητα κομμάτι της ζωής της. «Κάποτε μου ζήτησε να ακυρώσω μια εμφάνιση στη Ρώμη, για να τον ακολουθήσω σε μια κρουαζιέρα επαγγελματικής όμως φύσης, αν και η κοσμικότητα και η διασκέδαση θα ήταν τα επιφανειακά προσχήματα. Από την επιτυχία της θα εξαρτιόταν και η αγορά μιας θαλαμηγού. Εγώ αρνήθηκα, προσπαθώντας να του δώσω να καταλάβει πως αν έλειπα, τα πάντα θα έμπαιναν σε κίνδυνο. Μου υπενθύμισε πως η αντικαταστάτρια μου για τέτοιες περιπτώσεις είχε ήδη βρεθεί κι αυτό δεν ήταν ψέμα αφού η κοπέλα μας ακολουθούσε παντού, παίρνοντας μάλιστα πολύ συχνά και μέρος στις πρόβες για να είναι έτοιμη για κάθε ενδεχόμενο. Τσακωθήκαμε πολύ, τελικά πήγε με άλλη συνοδό στην κρουαζιέρα, μα αυτή ήταν η αρχή του τέλους». «Και η συνοδός αυτή δεν ήταν άλλη από την Άνναμπελ σωστά»; «Ναι, πολύ σωστά, αν κι εγώ άργησα να το μάθω αυτό. Τους είδα τυχαία να φιγουράρουν στο εξώφυλλο μιας γνωστής εφημερίδας. Έχω ένα πολύ μεγάλο αρχείο με αποκόμματα της εποχής, και θα σου επιτρέψω να το δεις μια μέρα αν το θέλεις». «Νομίζω πως θα το ήθελα». Η Σοφία συγκατένευσε. «Οι τριγμοί στη σχέση μου με τον Τζον διαδέχονταν πια ο ένας τον άλλο, τις νύχτες όμως όταν αυτό ήταν βολικό εξακολουθούσε να με αποζητά με την ίδια φλόγα. Ήμουν πάντα εκεί για αυτόν. Κατάλαβα πως είχα μείνει έγκυος το καλοκαίρι που θα σταματούσαμε για λίγο τις παραστάσεις επειδή όλοι στο μπαλέτο ήταν υπερβολικά κουρασμένοι μιας και το πρόγραμμα εκείνης της χρονιάς ήταν πολύ φορτωμένο. Καταλαβαίνεις καλά αφού είσαι γυναίκα καριέρας το πόσο πανικοβλήθηκα. Άλλαξα γιατρό θέλοντας να σιγουρευτώ και τον πλήρωσα αδρά για να μη μιλήσει. Η Σοφία Καμένσκα περίμενε το παιδί του Τζον Άλιστερ. Τη θαλαμηγό του την αγόρασε, και ο κόσμος των ναυτιλιακών ήδη υποκλινόταν μπροστά του. Έκλεισα δωμάτιο σε ένα πανάκριβο ξενοδοχείο, με υπαλλήλους όμως που ήταν σε θέση να κρατάνε καλά τα μυστικά των πελατών τους. Εκεί άρχισα να σκέφτομαι σοβαρά για το ποιο θα έπρεπε να είναι το επόμενο μου βήμα. Η μητρότητα δε με είχε απασχολήσει ποτέ, εγώ το μόνο που ήθελα ήταν να χορεύω και να δίνω συνεντεύξεις για τη δουλειά μου. Ήθελα να γίνομαι πότε πριγκίπισσα και πότε ηρωίδα βγαλμένη από κάποιο σπουδαίο μελόδραμα. Ούτε λόγος λοιπόν για γάμο και οικογένεια, τον Τζον όμως τον ήθελα παρά την αυταρχικότητα που επιτέλους είχα αρχίσει να αντιλαμβάνομαι πως επεδείκνυε. Πήρα την απόφαση να πάω και να τον βρω για να του τα πω όλα, κάνοντας τη σκέψη πως ίσως εκείνος να έβρισκε μια λύση. Και από τους δυο γιατρούς είχα μάθει πως αν έπαιρνα την απόφαση να προχωρήσω σε άμβλωση, τότε θα έπρεπε να το κάνω σύντομα. Δεν του τηλεφώνησα, ήξερα που ήταν το γραφείο του στο Λονδίνο. Αυτό αποτελούσε παράπτωμα από μόνο του αφού χαλούσε τη συμφωνία που είχαμε κάνει οι δυο μας για να συναντιόμαστε μόνο κάτω από πλήρη μυστικότητα. Μαντεύεις μήπως τα υπόλοιπα»; Η πόρτα άνοιξε και μπήκε πάλι μέσα η άλλη γυναίκα, αφήνοντας τους στο τραπεζάκι έναν δίσκο με ζεστά κέικ σταφίδας και κανέλλας, καθώς και μια γεμάτη τσαγιέρα. Κοίταξε τη Σοφία ερωτηματικά, που με το δικό της βλέμμα της έδωσε να καταλάβει πως τα πάντα ήταν εντάξει. Μετά έφυγε ήσυχα. Η Νίνα σέρβιρε πρώτα τη μητέρα της. «Νομίζω πως ναι, έπιασες τον Τζον σε μια ακατάλληλη στιγμή, ήταν παρέα με την Άνναμπελ». «Ναι, έκαναν στενή παρέα οι δυο τους εκείνη την ώρα. Με είδαν, μα δεν έκανα και καμιά σπουδαία προσπάθεια να τους κρυφτώ. Τα έχασαν, άρχισαν να λένε τις γνωστές αηδιαστικές ανοησίες, λες και όσα είχα μόλις δει θα μπορούσαν ποτέ να παρερμηνευτούν. Τους ευχήθηκα να είναι καλά μαζί. Δεν είχα καμιά αμφιβολία πως η Άνναμπελ θα γινόταν η κυρία Άλιστερ μέσα στους επόμενους μήνες, κι επαληθεύτηκα περίτρανα. Όπως αντιλαμβάνεσαι, παράτησε τα πάντα και του αφοσιώθηκε, άλλωστε αυτό ήταν και το μεγαλύτερο όνειρο της. Βέβαια τα παιδιά άργησαν κάπως να έρθουν, μην ακούς όσα λέγονται, οι πλούσιοι ξέρουν να καλύπτουν τα νώτα τους. Το ξέρεις πως ακόμη κι εγκυμοσύνες προσποιήθηκε η Άνναμπελ; Το ξέρεις πως έδινε ως και ψεύτικα στοιχεία για την ηλικία της; Ήταν χρόνια μικρότερη μου». Η Νίνα κούνησε αρνητικά το κεφάλι. «Κι ύστερα τι απέγινε»; «Μα τι άλλο; Εκείνη προσπάθησε να μου τηλεφωνήσει αρκετές φορές, και τελικά δέχτηκα να τη συναντήσω σε ένα ακριβό εστιατόριο, μόνο για να ικανοποιήσω την περιέργεια μου. Την ανάγκασα να μου πει τα πάντα, και λύγισε, ο δυναμισμός δεν ήταν ένα από τα δυνατότερα της σημεία. Φλέρταρε τον Τζον όσο εγώ έκανα πρόβες, και όλα πήραν τον δρόμο τους μέσα στη θαλαμηγό». «Καταλαβαίνω». «Μπα, ελπίζω πως όχι, η προδοσία δε χωνεύεται εύκολα. Της είπα να μη με αναζητήσει ποτέ ξανά, όμως οι δρόμοι μας επρόκειτο να διασταυρωθούν βίαια αρκετά χρόνια αργότερα, αλλά δεν είναι αυτή η μέρα για να την ακούσεις κι εκείνη την ιστορία». «Και τα κοσμήματα αυτά πότε σου τα έδωσε ο Τζον»; «Κάθε φορά που χόρευα στο παρισινό αυτό θέατρο που με είχε πρωτοδεί, μου χάριζε κι από ένα». Η Νίνα δοκίμασε το τσάι της. «Και με την εγκυμοσύνη τι έκανες»; «Έκλεισα ραντεβού σε μια καλή ιδιωτική κλινική. Ντύθηκα για να πάω, και δεν έφτασα ποτέ». Η Σοφία γέλασε πριν συνεχίσει να μιλάει: 'Φαίνεται πως υπήρχε μέσα μου έστω και υποτυπώδες το ένστικτο της μητρότητας. Παρέμεινα κρυμμένη για το υπόλοιπο της κύησης. Διάλεξα τη θετή σου μητέρα και φρόντισα να γίνουν όλα σωστά». Η Νίνα συγκατένευσε. «Λυπάμαι που δε μπορώ να σου πω κάτι συγκεκριμένο αυτή τη στιγμή, αλλά όλα αυτά είναι πολλά για εμένα, και δυσκολεύομαι να τα πιστέψω και»... Η Σοφία αναδεύτηκε στην πολυθρόνα της. «Κανείς δε σου ζητάει να πεις ο,τιδήποτε αυτή τη στιγμή, για να ακούσεις ήρθες εδώ, και προφανώς για να κρίνεις». Η Νίνα δε μίλησε. «Μένουν κι άλλα να μάθεις, κι όποτε έρθεις ξανά θα σου τα εκμυστηρευτώ κι αυτά. Σήμερα έκανα την αρχή για να σου δώσω ακόμη λίγη δύναμη. Δεν εξαρτάσαι οικονομικά ούτε από τον Γουίλλιαμ Λάγκερτον ούτε από κανέναν. Τα χρήματα μου είναι δικά σου και δεν είναι και λίγα, μα φυσικά δε συγκρίνονται με αυτά του πατέρα σου. Αύριο θα σε καλέσει ο δικηγόρος μου». «Μα δεν»... «Δε σκοπεύω να πάθω τίποτα απολύτως Νίνα, αλλά ήρθε η ώρα να τακτοποιήσω όλες μου τις εκκρεμότητες». «Δεν ξέρω τι να πω». «Είχα την ελπίδα πως δε θα σε άκουγα να επαναλαμβάνεσαι. Πότε θα έρθεις ξανά»; Η Νίνα σηκώθηκε. «Πώς το κατάλαβες πως θέλω να φύγω»; «Θα πας σε ένα ωραίο ξενοδοχείο και θα ανοίξεις το καλύτερο μπουκάλι μπράντι που θα βρεις εκεί. Θα πιεις για εσένα και την καινούρια σου ζωή, και για εμένα και για τον πατέρα σου που δεν έχει ιδέα για την ύπαρξη σου. Μετά θα γυρίσεις στο σπίτι σου και θα αδειάσεις στο πάτωμα όλα τα κοσμήματα της κασετίνας και μισομεθυσμένη θα αρχίσεις να τα δοκιμάζεις, βλέποντας παράλληλα και τις φωτογραφίες». «Έχεις δίκιο, αυτό θα κάνω». «Να περιμένεις το τηλεφώνημα του δικηγόρου μου νωρίς αύριο Καντρέλ λέγεται, κι όποτε νιώσεις έτοιμη να ακούσεις και τα υπόλοιπα, τότε έλα να με βρεις. Σε προειδοποιώ όμως, θα χρειαστεί να φανείς δυνατή». Η Νίνα πήγε προς την πόρτα. «Με τρομάζεις». Η Σοφία ανασήκωσε τους ώμους. «Δεν έχεις λόγο να τρομάζεις, κανείς δεν έπαθε τίποτα ακούγοντας μια ιστορία, όσο φρικτή κι αν είναι. Να πας στο καλό, και να βεβαιωθείς πως το μπράντι θα είναι όντως το καλύτερο». Η Νίνα έμεινε όρθια για λίγο να την κοιτά, κι ύστερα βγήκε από το σπίτι χωρίς να προσθέσει τίποτα άλλο. Κρατούσε πάντως στα χέρια της τόσο το άλμπουμ όσο και την κασετίνα.
YOU ARE READING
Η κατάρα των Λάγκερτον
RomanceΠρώτο βιβλίο: Μια τεράστια οικονομική δυναστεία... τρεις γενιές να σβήνουν μέσα στο αίμα και στην προδοσία... ένα παλάτι της συμφοράς και της απληστίας... ένας απαγορευμένος έρωτας που απειλεί να καταστρέψει τα πάντα... σκάνδαλα και πάθη, ίντριγκες...