11

123 23 13
                                    

Η Αραμπέλα δυσκολεύτηκε πολύ να κρατήσει τα προσχήματα εκείνη τη μέρα. Αυτό που την έσωσε ήταν μόνο η απουσία των υπόλοιπων τριών μελών της οικογένειας της για τόσες πολλές ώρες. Χαιρόταν που η Καρολάιν είχε ρωτήσει τη γνώμη της για τον δούκα του Μπαθ καθώς και για την επικείμενη σύνδεση της με σχέση μαζί του. Είχε αποφασίσει πως αυτό θα ήταν ένα από τα θέματα για τα οποία θα κουβέντιαζε με τον Καρλ όσο θα απολάμβανε μαζί του ένα ποτό. Το μεγαλύτερο της πρόβλημα ήταν το υπηρετικό προσωπικό και κυρίως η προσωπική της καμαριέρα καθώς κι εκείνη της Καρολάιν, με την οποία και είχε αναγκαστεί να συμμαχήσει προκειμένου να μη χάνει τίποτα από όσα συνέβαιναν στη ζωή της κόρης της. Όταν έφυγαν όλοι, πήγε και κλείστηκε στην κρεβατοκάμαρα της κι άρχισε να ανοίγει ντουλάπες και συρτάρια. Εκεί κρατούσε τα ρούχα που της άρεσε πιο πολύ να φοράει, είχε όμως κι έναν άλλο διαθέσιμο χώρο που ήταν κι αυτός γεμάτος και με άλλα ρούχα καθώς και με πλήθος γυναικείων αξεσουάρ. Προτίμησε να περιοριστεί στις επιλογές της κρεβατοκάμαρας της για να μην κινήσει υποψίες. Γνώριζε καλά πως ο Καρλ θα την ήθελε όπως κι αν ήταν, επικράτησε πανηγυρικά όμως η δική της επιθυμία να γίνει όσο πιο όμορφη μπορούσε για το χατίρι του. Τη δικαιολογία πάντως για τη βραδινή της έξοδο την είχε προετοιμάσει από χθες. Θα πήγαινε να γιορτάσει τα γενέθλια μιας καλής της φίλης με την οποία είχε ήδη συνεννοηθεί. Αμφέβαλλε βέβαια αν ο Γουίλλιαμ θα τη ρωτούσε ποτέ για το πού είχε πάει. Μετά από άπειρες εσωτερικές διαβουλεύσεις με τον εαυτό της αποφάσισε να φορέσει ένα βαθύ μπλε φόρεμα, που ήταν φτιαγμένο από μετάξι και της έφτανε λίγο κάτω από τα γόνατα. Είχε στο στήθος του έναν νάρκισσο και η Αραμπέλα επέλεξε να το ταιριάξει με ένα σετ από ζαφειρένιους νάρκισσους που το είχε αγοράσει η ίδια σε ένα ταξίδι της γύρω από την Ευρώπη. Άλειψε μετά το μπάνιο με τα αρωματικά έλαια, πρόσωπο και σώμα, με κρέμες που μύριζαν γαρδένια και γιασεμί και μετά, τηλεφώνησε στην αισθητικό που φρόντιζε καθημερινά την Καρολάιν και την παρακάλεσε με τη γνωστή της ευγένεια να έρθει στο σπίτι τους λίγο νωρίτερα για να βοηθήσει και την ίδια αν μπορούσε. Η κοπέλα κατέφτασε χωρίς καμιά καθυστέρηση, κι αφού παίνεψε το ντύσιμο της Αραμπέλα, άνοιξε τη βαλίτσα της που δεν την αποχωριζόταν στιγμή, κι άρχισε να κάνει το θαύμα της. Η Αραμπέλα κοκκίνισε με την ίδια της τη σκέψη. Σε τι κατάσταση θα επέστρεφε στο σπίτι; Τι θα γινόταν με το μακιγιάζ της; Βέβαια κατά πάσα πιθανότητα η ώρα θα ήταν προχωρημένη όταν θα γύριζε, όμως και πάλι, θα έπρεπε να κάνει μια σωστή απόπειρα να βαφτεί προτού γυρίσει. Την καμαριέρα της πάντως θα την έδιωχνε, γιατί μπορεί να της είχε εμπιστοσύνη, δε μπορούσε όμως να βάλει και το χέρι της στη φωτιά.

Η κατάρα των ΛάγκερτονWhere stories live. Discover now