36

38 7 0
                                    

Την συνεχιζόμενη απουσία της Αραμπέλα την αντιλήφθηκε πρώτος ο Γουίλλιαμ. Μπορεί να συνομιλούσε την ίδια στιγμή με πολλούς ανθρώπους, μα ήξερε τέλεια και τις συνήθειες της συζύγου του, που σε τέτοιες βραδιές είχε τη δυνατότητα σχεδόν μαγικά να βρίσκεται ταυτοχρόνως σε όλα τα σημεία. Στην αρχή δεν έδωσε σημασία, όταν όμως είδε πως η ώρα περνούσε, έκανε λίγα βήματα και την κάλεσε στο κινητό. Όχι μόνο δεν του απάντησε αλλά ήταν κι απενεργοποιημένο. Θορυβήθηκε στη στιγμή, αλλά όσο πιο διακριτικά μπορούσε, ζήτησε από τους ανθρώπους της ασφάλειας να την εντοπίσουν στο ξενοδοχείο. Κι ύστερα επέστρεψε στη δεξίωση, ευτυχώς κανείς άλλος δε φαινόταν να την αναζητά. Δέκα λεπτά αργότερα ήρθε να του μιλήσει ο υπεύθυνος για τις κάμερες. Ο Γουίλλιαμ κατάλαβε πως δε θα ήταν καλό να τα ακούσει κανένας άλλος αυτά που είχε να του πει, και του έγνευσε να τον ακολουθήσει. Μπήκαν στο γραφείο του διευθυντή του ξενοδοχείου, κι εκεί, ο Γουίλλιαμ κάθισε στην άκρη μιας καρέκλας. «Λοιπόν; Σε ακούω, βρήκες κάτι»; Ο άνδρας που ήταν δεν ήταν τριάντα χρόνων, έφερε αμήχανα το δεξί του χέρι στα μαλλιά του. «Μάλιστα κύριε Λάγκερτον, δε βρίσκεται εδώ η σύζυγος σας. Πήρε το αυτοκίνητο της κι έφυγε πριν από τρία τέταρτα της ώρας περίπου». Ο Γουίλλιαμ έβρισε από μέσα του. Είχε ήδη αρχίσει να μοιράζει σε όλους τις ευθύνες που τους αναλογούσαν, και δεν άφηνε έξω τον εαυτό του. Επίτηδες είχε ζητήσει από την Κάθριν να μη μιλήσει στον Καρλ για τη συμμετοχή της στην αποψινή δεξίωση, για να κάνει την Αραμπέλα να πιστέψει πως εκείνος την έβλεπε κρυφά πίσω από την πλάτη της, κι έτσι να τον αφήσει. Μα αν εκείνη είχε στενοχωρηθεί τόσο που να μη μπορούσε να το διαχειριστεί; «Πού πήγε»; «Αυτό δεν το ξέρουμε, οι κάμερες τη δείχνουν να στρίβει στη γωνία του δρόμου αλλά από εκεί και πέρα δε μπορούμε να πάμε εμείς». Ο Γουίλλιαμ κούνησε το κεφάλι υπενθυμίζοντας στον εαυτό του πως δε θα ήταν σωστό να πανικοβληθεί. «Πολύ καλά, ίσως και να ένιωσε άσχημα εξαιτίας της φόρτισης μετά από όλα αυτά τα γεγονότα και να θέλησε να μείνει για λίγο μακριά από όλους. Μπορείς να πηγαίνεις, και σε παρακαλώ πολύ, μη μιλήσεις σε κανέναν για αυτό». Ο άλλος βγήκε γνέφοντας του πως δεν υπήρχε πρόβλημα, κι ο Γουίλλιαμ επέστρεψε στη δεξίωση. Ευτυχώς που οι πρώτοι καλεσμένοι δεν άργησαν να φύγουν, κι έτσι τα πράγματα έγιναν ευκολότερα. Ωστόσο, κάποιοι από αυτούς που έμειναν ακόμη, παρατήρησαν πως η Αραμπέλα έλειπε, κι άρχισαν τις ερωτήσεις. Ο Γουίλλιαμ πήγε να μιλήσει στα παιδιά του, που είχαν βαλθεί να ψάχνουν για τη μητέρα τους. «Δε θέλω να ανησυχήσετε, έχει φύγει εδώ και πάνω από μία ώρα, θα τη βρούμε, στο σπίτι πάντως δεν επέστρεψε». Ο Κρίστοφερ χλόμιασε, ενώ η Καρολάιν έριξε μια ματιά στην οθόνη του τηλεφώνου της. «Τι πάει να πει έχει φύγει; Με κάποιον θα πρέπει να μίλησε». «Όχι, τους ρώτησα διακριτικά τους πιο κοντινούς μας ανθρώπους». «το κινητό της»; «είναι κλειστό». Η Καρολάιν τους παράτησε σύξυλους κι έφυγε από την αίθουσα που άδειαζε πια με γοργούς ρυθμούς. Βρήκε τον Καρλ στην έξοδο, να ξεπροβοδίζει τους τελευταίους καλεσμένους. Στο πλευρό του έστεκε η Νίνα Γουίζελ βοηθώντας τον όσο καλύτερα μπορούσε. Η Καρολάιν τους χαιρέτισε χαμογελώντας, κι όταν εκείνοι έφυγαν, στράφηκε στον Καρλ. «Με συγχωρείς μπορώ να σε απασχολήσω για μια στιγμή»; «Και βέβαια, τι συμβαίνει»; Πήγαν μαζί προς τα μέσα, μα η Νίνα δεν τους ακολούθησε, αφού το κατάλαβε πως η Καρολάιν δεν ήθελε να ακούσει. «Ξέρω πόσο περίεργα είναι τα πράγματα για όλους μας Καρλ, όμως δε μπορούμε να βρούμε τη μητέρα μου. Έφυγε εδώ και πολλή ώρα χωρίς να πει τίποτα σε κανέναν. Μήπως γνωρίζεις εσύ κάτι για αυτό»; Κατάλαβε από το σοκ που διάβασε στα μάτια του πως η άγνοια του ήταν αληθινή. «Όχι βέβαια, την έψαξα κι εγώ πριν από λίγο αλλά δεν τη βρήκα, κι έπειτα προσπάθησα να την καλύψω για να μην προκύψει κανένα πρόβλημα, ελπίζω να είναι καλά». «Κι εγώ το ίδιο, εντάξει, θα τα πούμε αργότερα». Η Καρολάιν τον αποχαιρέτισε με ένα κοφτό κούνημα του κεφαλιού, και μετά πήγε να μιλήσει στο δούκα του Μπαθ που την περίμενε υπομονετικά στην άκρη του διαδρόμου. Τα χαρακτηριστικά και του δικού του προσώπου ήταν τραβηγμένα. «Τι τρέχει; Δεν την έχει εντοπίσει κανείς ακόμη»; Έκανε να της πιάσει το χέρι μα άργησε μερικά δευτερόλεπτα, κάνοντας τη να εξοργιστεί, και να του αρπάξει εκείνη το χέρι του για να του το σφίξει. «Ξέρεις κάτι Άρνολντ; Δεν κρυβόμαστε από κανέναν πια». «Τι λες Καρολάιν; Αφού συμφωνήσαμε πως θα κινηθούμε»... Η κοπέλα γλίστρησε τα δάχτυλα της με ένταση ανάμεσα στα δικά του κάνοντας ένα μικροσκοπικό βήμα ακόμη προς το μέρος του. «Ξέρω τι ακριβώς συμφωνήσαμε, αλλά όπως είσαι σε θέση να αντιληφθείς, ο καθένας εδώ κάνει αυτοβούλως τις δικές του επιλογές. Όσο για τη μητέρα μου, όχι, κανείς δεν την έχει εντοπίσει ως εδώ». Ο άνδρας της έσφιξε τα δάχτυλα σαν για να τη στηρίξει και να της δώσει κουράγιο. Καταλάβαινε πολλά περισσότερα για όλα όσα διαδραματίζονταν στους κόλπους της πανίσχυρης αυτής οικογένειας από όσα θα τολμούσε ποτέ να της πει, και σε καμία περίπτωση δεν την αδικούσε που επέλεγε να κρατήσει άλλη στάση από εκείνη τη στιγμή και στο εξής. «Έλα, μη βάζεις κακό με το νου σου, θα δούμε τι θα κάνουμε, πάμε να βρούμε τον αδερφό σου και τον πατέρα σου». Η Καρολάιν τον ακολούθησε πειθήνια φαινομενικά, μέσα της όμως ευχαριστούσε την καλή της τύχη για πολλοστή φορά που της τον είχε στείλει κοντά της, τώρα στα δύσκολα, η σχέση τους θα δοκιμαζόταν σκληρά μα και σοβαρά. Βρήκαν τον Γουίλλιαμ και τον Κρίστοφερ να στέκουν όρθιοι στο κέντρο του γραφείου του πατέρα της, ο οποίος διέθετε ένα ανάλογο δωμάτιο σχεδόν σε κάθε κτίριο που ανήκε στον όμιλο των Λάγκερτον. Ο Άρνολντ ετοιμάστηκε να μπει, μα η Καρολάιν που κάτι έπιασε με την άκρη του ματιού της, αποτράβηξε το χέρι της από το δικό του κι άρχισε να περπατάει βιαστικά προς την αντίθετη κατεύθυνση. «Τι τρέχει»; «Μπες μέσα και περίμενε με, δε θα αργήσω». Ο Άρνολντ πέρασε απαλά το ελεύθερο πλέον χέρι του μέσα από τα μαλλιά του και συμμορφώθηκε με το αίτημα της. Μπήκε στο γραφείο, μα κράτησε μια σεβαστή απόσταση ασφαλείας και από τους δυο άλλους, που αμέσως μόλις τον είδαν, άφησαν στη μέση την προηγούμενη κουβέντα τους και κάρφωσαν τα αστραποβόλα τους βλέμματα πάνω του. «Τα θερμά μου συγχαρητήρια για τους αρραβώνες σου με την αδερφή μου. Τα νέα ταξιδεύουν ταχύτατα στον δικό μας τον κύκλο. Ήθελα να σου ευχηθώ με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο για το ευχάριστο αυτό γεγονός, μα δυστυχώς οι περιστάσεις με ανάγκασαν να τροποποιήσω το αρχικό μου σχέδιο. Μόλις τώρα πληροφορούσα και τον πατέρα μου για τα αναπάντεχα αυτά νέα, διότι, η μοναχοκόρη του βλέπεις, δεν το έκρινε σκόπιμο να το κάνει η ίδια». Η φωνή του Κρίστοφερ έκοβε χειρότερα από σπασμένο ποτήρι, αλλά το μόνο που ένιωσε μέσα του για αυτόν ο Άρνολντ ήταν μια βαθύτατη λύπη. Προτίμησε λοιπόν να τον αγνοήσει, και να στρέψει όλη του την προσοχή πάνω στον Γουίλλιαμ. Ξαφνιασμένος, διαπίστωσε πως καμιά ιδιαίτερη ταραχή δε φανέρωνε το βλέμμα του, ενώ λίγο αργότερα, έτσι καθώς τον κοιτούσε, θα μπορούσε να πάρει όρκο πως μια αμυδρή υποψία διασκέδασης περνούσε από το βλέμμα του. Καθάρισε πάντως τον λαιμό του και ετοιμάστηκε να του μιλήσει μα αυτός τον πρόφτασε υψώνοντας απότομα τη δική του φωνή. «Σου εκφράζω κι εγώ με τη σειρά μου τα ειλικρινή μου συγχαρητήρια για την ένωση σου με την κόρη μου, η οποία πήρε πια κι επίσημο χαρακτήρα. Ανέκαθεν γνώριζα πόσο πολυσήμαντη είναι η δική της προσωπικότητα. Θα ήταν ξέρεις αδύνατο να διαπρέπει στον επιχειρηματικό κόσμο αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες, μένοντας πίσω στην προσωπική της ζωή. Κι αυτό το εξηγούσα και στον γιο μου λίγο πριν μπεις εσύ εδώ μέσα. Αυτή τη στιγμή θα προτιμούσα να μην πω περισσότερα για το θέμα αυτό, διότι με απασχολεί η απουσία της συζύγου μου, με την πρώτη όμως ευκαιρία, θα κουβεντιάσουμε οι τρεις μας για το θέμα αυτό. Η Καρολάιν πάντως είναι ενήλικη όπως γνωρίζεις καλά». Και με τα τελευταία αυτά λόγια, έβαλε τέλος στη συζήτηση, αφήνοντας τον Κρίστοφερ να χάσκει χολωμένος. Ήταν δυνατό να του φέρεται έτσι ο ίδιος του ο πατέρας; Ο Άρνολντ από τη δική του τη μεριά, ανακουφίστηκε τόσο που λίγο έλειψε να ξεχάσει να γνέψει καταφατικά προς το μέρος του Γουίλλιαμ. Αμέσως μετά, επικεντρώθηκε στο να παραμείνει ψύχραιμος κρατώντας τα μάτια του μακριά από αυτά του δίδυμου αδερφού της Καρολάιν, η οποία δεν έλεγε να φανεί στην είσοδο του γραφείου, κι η αλήθεια ήταν πως ειδικά αυτό δεν του άρεσε καθόλου.

Η κατάρα των ΛάγκερτονWhere stories live. Discover now