Έβαλε σε μια κούπα λίγο ζεστό τσάι.
Ακούμπησε την κουπα στα χείλη της.
Ηταν καυτό.
Ωραία.
Το υγρό έρεε στον οισοφάγο της και ένιωθε ολο της το σώμα να ζεσταίνεται.
Οι χοντρές σταγόνες της βροχής επεφταν με βίαιο τροπο πάνω στο τζάμι.
Έμεινε να κοιτάει την βροχή.
Ήθελε να την νιώσει.
Βγήκε έξω στο μπαλκόνι.
Οι παγωμένες στάλες ηταν σαν να τρυπουσαν τα χέρια της.
Ενα χαμόγελο εμφανίστηκε στο χλωμό της πρόσωπο.
"Μπες μεσα,θα αρρωστήσεις." ηταν η μαμα της.
Αυτο την μάρανε.
"Δεν θα αρρωστησω."
Αυτο ηταν. Εφυγε.
Ο ουρανός ηταν μουντος,ψυχρός. Τέλειος.
Η μυρωδιά της βροχής την ηρεμουσε.
Ο ηχος της.
Τα πάντα.
Για τους αλλους ισως η βροχή ήταν η Κόλαση,τους χαλούσε τα σχέδια,την μερα.
Για αυτην ηταν ο Παράδεισος,την γαληνευε,σκεφτόταν ξεκάθαρα.
Μπήκε μέσα.
Ξανακαθησε στο κρεβάτι της.
Πηρε την κούπα της.
Σκεφτηκε ποσο όμορφη ηταν η μερα της.
Η βροχή.
Το τσάι.
Η ηρεμία.
Και αυτή.
Για αυτές τις μέρες ζούσε.
YOU ARE READING
Crybaby.
SpiritualΣκοταδι. Μαύρο. Ψυχρό. Αλλά και το αγαπημένο της χρώμα. Ο δικός της παράδεισος. Έξω απο έναν κόσμο όπου δεν ανήκει. Ενας δικός της κόσμος.