Ήταν αυτή.
Και ο ουρανός.
Η ζέστη μπήκε για τα καλά και ήλιος ήταν λες και έκανε ανταγωνισμό με τον άνεμο για το ποιός θα κυβερνήσει.
Έξω έσκαγε ο τζίτζικας και αυτή καθόταν στο μπαλκόνι της με τα μαύρα ρούχα της.
Κανονική αυτοκτονία.
Κοιτούσε τον χρωματιστό ουρανό.
Μωβ,γαλάζιο,ροζ,πορτοκαλί.
Μαγικό.
Έβλεπε τα χέρια της και σκεφτόταν ότι 3 μήνες δεν θα άντεχε.
Έπρεπε να κάνει κάτι.
Κοιταξε ξανά τον ουρανό καο σκέφτηκε πόσο όμορφος ήταν.
Ήθελε τόσο πολύ να πάει στην θάλασσα.
Είχε ανάγκη να βγει έξω να πάρει αέρα και να σκεφτεί.
Αλλά δεν μπορούσε.
Ήθελε τόσο πολυ τον χειμώνα της.
Το κρύο της.Ένοιωθε τόσο αναίσθητη ξανά.
Σαν ένα κρύο, παγωμένο πράγμα.
Απλά ένοιωθε πολύ..
Παραμελημένη.Ήθελε κάτι.
Ξανά.
Την έτρωγε.
Σαν κάτι να της έκοβε κάθε μέρα ένα κομμάτι απο την ψυχή της.
Και την άδειαζε.
Και ήταν μια άδεια περιφερομενη ύπαρξη που πήγαινε απο εδώ και απο εκεί.
YOU ARE READING
Crybaby.
SpiritualΣκοταδι. Μαύρο. Ψυχρό. Αλλά και το αγαπημένο της χρώμα. Ο δικός της παράδεισος. Έξω απο έναν κόσμο όπου δεν ανήκει. Ενας δικός της κόσμος.