Το επόμενο πρωί άνοιξε τα μάτια της.
Το φως την ενόχλησε οπότε τα ξανά έκλεισε.
Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να συνδέσει τα ακουστικά με το τηλέφωνο της και να ακούσει μουσική.
Θυμήθηκε τα λόγια της μάνας της.
"Θα γίνεις ψυχολόγος εσύ; Όχι αγάπη μου. Ψυχίατρος να γίνεις. Θα σε πάνε μέσα αν ψυχολογισεις κάποιον. Θα τον τρελάνεις."
Ήταν απο τα πιο βαριά λόγια.
Ένιωσε πολύ άσχημα, τόσο, που τα μάτια της βουρκωσαν.
Άνοιξε η πόρτα.
"Κοιμάσαι;" είπε απαλά η μαμα της.
Κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.
Την πλησίασε και έσκυψε να της δώσει μια αγκαλιά.
Της φάνηκε περίεργο.
"Όλο το βράδυ σκεφτόμουν αυτά που είπαμε. Απλά θέλω να είσαι καλά χωρίς να πάει κάτι λάθος και να το μετανιωνεις. Θέλω να είσαι χαρούμενη μετά." το βλέμμα της ήταν απολογητικό και μετανιωμένο.
"Τα λάθη υπάρχουν για να γίνονται. Και τι γίνεται με το τώρα; Τώρα πρέπει να μισώ εσάς και όλους γύρω μου για να είμαι καλά μετά;" είπε αμασηκονωντας τους ώμους της.
Την γκρεμιζε αυτή η συζήτηση.
Την είχε κάνει τόσες φορές.
Αλλά το αποτέλεσμα πάντα το ίδιο. Αρνητικό.
Δεν το συζήτησε άλλο.
.
Σχολείο.
Μιλούσε με τον Jacob για αυτά που έγιναν με την μαμά της.
"Ξες, σε καταλαβαίνω πουλάκι μου. Αλλά ακόμα και οι γονείς δεν ξέρουν τι να κάνουν με τα παιδιά. Δεν ξέρουμε αν αυτοί είναι ευτυχισμένοι, σωστα; Δεν ξες τι έχουν στο μυαλό τους καθε μέρα. " της είπε προσπαθώντας να την λογικεψει.
Και καταλάβαινε, ήξερε ότι είχε δίκιο.
Αλλά ήταν πολύ άσχημο να σε απογοητεύουν οι γονείς σου, σκόπιμα.
Ήξερε πως το παρελθόν του πατέρα της ήταν άθλιο.
Πόνεσε μικρός και νεος.
Αλλά δεν ήταν ανάγκη να πονέσει και αυτή.
Δεν ήθελε να γίνει σαν αυτόν.
Ήδη την κουραζε το θέμα των κιλών της.
Ήταν τόσο ενοχλητικό.
YOU ARE READING
Crybaby.
SpiritualΣκοταδι. Μαύρο. Ψυχρό. Αλλά και το αγαπημένο της χρώμα. Ο δικός της παράδεισος. Έξω απο έναν κόσμο όπου δεν ανήκει. Ενας δικός της κόσμος.