(ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΑΛΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΟΛΛΑ FLASHBACKS ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΑΛΛΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ :))
<<την έκανα πάλι να κλαίει ρε φίλε>> ειπα στο Δημητρη τον πονο μου για αλλη μια φορα <<Σταμάτα να κλαιγεσαι ρε μαλακα! Και σταματα να πίνεις!>> Είπε και μου πήρε το ποτήρι με το ουίσκι; Βότκα; Χαχα δεν ξέρω τι πινω, θα σας γελάσω...
<<την ρωτησα αν με αγαπησε>> του ειπα <<ναι, μου το ξανά είπες>> μου απαντησε αλλα δεν του εδωσα σημασια <<και ξέρεις τι μου είπε;>> τον ρώτησα και γελασα <<ναι, σε αγάπησα. Αγάπησα. Παρελθόν. Δεν είπε σαγαπώ αλλά σε αγάπησα>> Είπαμε ταυτόχρονα <<που ξέρεις τι μου είπε;>> Τον ρώτησα και άρχισα να γελαω <<δέκα φορές που μου το είπες το έμαθα απεξω, άντε πάμε σπίτι. Πάλι πιτα έγινες..>>
<<πίτα εε; Τι πίτα; Εγώ τυροπιτα θέλω>> Ειπα και γελασα <<οχι πάλι τα ίδια και άντε πάμε σπίτι ρε αγόρι μου, αύριο εχουμε σχολειο!>>
(...)
<<τι ήπια χθες πάλι ρε φίλε;>> Ρώτησα τον κολλητό μου καθως επιασα το κεφαλι μου. Η ίδια ιστορία κάθε βράδυ. Πίνω μέχρι που δεν θυμάμαι τίποτα και το επόμενο πρωί ξυπνάω με ένα πονοκέφαλο. Αλλά έτσι όπως είναι η ζωή μου, ο πονοκέφαλος μου δεν είναι τίποτα.. <<τον κωλο σου>> Ειπε και γέλασε
<<η δικιά σου τι σου είπε χθες όταν πηγές σπίτι.>> με ρωτησε <<ΣΤΟ ΈΧΩ ΠΕΙ ΈΝΑ ΕΚΑΤΟΜΜΎΡΙΟ ΦΟΡΕΣ! ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ ΔΙΚΙΆ ΜΟΥ!>> κλωτσισα το παγκάκι από τα νεύρα και πηγα στο μισό μέρος του σχολείου. Έβγαλα ένα τσιγάρο και το έβαλα ανάμεσα στα χείλη μου
<<ρε δεν το εννοούσα έτσι ρε>> ειπε οταν ηρθε να με βρει στο πισω μερος του σχολειου αλλα δεν του απάντησα. Αν του μιλήσω θα του πω πράγματα που θα το μετάνιωσω! Θα μαλωσουμε πολύ άσχημα και δεν το θέλω! Είναι ο μόνος άνθρωπος που έχει μείνει στη ζωή μου.
Μετα απο λιγο το κουδούνι χτύπησε και πηγα στην τάξη.
<<τι έγινε και φωναζες πριν ρε; Όλο το σχολείο σε άκουσε!>> Μου είπε χαμηλόφωνα για να την ακούσω μόνο εγώ μολις μπηκα στην ταξη <<άστο ρε Άνδρονίκη>> της απαντησα μη εχοντας ορεξη και εκατσα στην θεση μου <<καλαα>> ειπε και πηγε να κατσει και αυτη στην θεση της
(...)
<<ξερεις πως την κοιτουσες στο μάθημα;>> με ρωτησε ο Δημητρης ενω ρουφηξα αλλη μια τζουρα απο υο τσιγαρο μου <<και τι να κανω ρε φιλε;>> τον ρωτησα αφου το μυαλο μου ειναι κολλημενη σε εκεινη <<να πας την την κολλήσεις στον τοιχο και να την φιλησεις σαν να μην υπαρχει αυριο!>> μου ειπε και τα ματια μου αμεσως έλαμπσαν
<<Ξερεις που ειναι;>> τον ρωτησα καθως πεταξα το τσιγαρο μου κατω και το εσβησα με το ποδι μου <<στις τουαέτες>> ειπε και κατευθήνθηκα προς τα εκει. Μπηκα μεσα και όντως, ήταν εκει
<<τι κανεις εδω; Είναι οι κοριτσιστικες!>> Μου είπα και τον προσπέρασα <<Μυρτώ!>> Δεν μου εδωσε σημασία και πήγε να φύγει αλλά την έπιασα από το καρπό της και με κόλλησα στο τοίχο. Την πλησίασα και την φίλησα. Την φιλούσα μετα από πόσο καιρο. Την φιλουσε αργά αλλά πιεζα τα χείλη μου πάνω στα δικά της υπερβολικά πολύ. Την έπιασα από το μάγουλα και πίεσα ακόμα περισσότερο τα χείλη μου με τα δικά της.
<<συγγνώμη>> Είπε κάποιος που ανοιξε την πορτα, και βγήκε πάλι έξω. Με απομακρυνε και άρχισα να βρίζω με την γκαντεμια που με δερνει. Γιατι επρεπε να μας το χαλασουν αυτο;
<< Χρηστο δεν κάνει! Εχουμε χωρισει! Με έβαλες ή δε με έβαλες στοίχημα; Γιατί αν το έκανες όπως είπες γιατί ρε γαμωτο συνεχίζεις να με ενοχλείς;>> Μου ειπε με νευρα και βγήκε γρήγορα γρήγορα από από την πόρτα. Την έκανα ΠΑΛΙ να κλαίει! Γαμώτο! Αποφάσισα να φυγω τελικά απο το σχολείο και να παω οπουδήποτε αλλού. Πήγα σε ένα μπαράκι παυλα καφετέρια και άρχισα να πίνω. Κατά το απόγευμα είχα πιει αρκετα πολυ και δεν ήξερα τι έκανα και που πήγαινα. Μόνο όταν χτύπησα το κουδουνι και την είδα ψιλοκατάλαβα που ήμουν.
<<Χρήστο τι κάνεις εσύ εδώ;>> με ρώτησε μόλις με είδε και ηταν σαν ξαφνηκα να ξυπνησε <<Μυρτώ; Μυρτώ μου;>> την ρωτησα μη πιστευοντας πως ειανι αυτη και πηγα να με αγκαλιασω αλλα με σταματησε <<Χρήστο γαμω το κέρατο μου, τι κάνεις εσύ σπίτι μου;>> με ρωτησε και εκανε καποια βήματα πισω <<Μυρτώ μου; Αγάπη μου;>> Ξαναειπα <<μωράκι μου!>> συνεχισα να λεω και πήγα να την φιλήσω αλλα και παλι με σταματησα. Γιατι;
<<Χρήστο τι κάνεις; Έχεις πιει!>> μου ειπε και με εδιωξε από πάνω της <<χαχαχ ναι, έχω πιει>> Είπε καθως μπήκα μέσα στο σπίτι της. <<Μυρτώ>> Είπα σοβαρός <<δεν σε είχα βάλει ποτέ στοίχημα! Ψέματα ήταν! Σε αγαπάω!>> Απλα ηθελα να της το πω και να το βγαλω απο μεσα μου.
(...)
Ήρθε στο σαλόνι. Μύρισα το άρωμα της. Κάτι μου είπε αλλα δεν άκουσα καλα. Μετά ακούστηκε μια μουσική για λίγα δευτερόλεπτα και επειδή με ενόχλησε κουνήθηκα. Έφυγε απο κοντά μου και ανοιξα τα μάτια μου. Από την ζάλη μου δεν έβλεπα καθαρα και χρειάστηκε να τα ανοιγοκλείσω λίγες φορές τα ματια μου. Σηκώθηκα πήγα στο δωμάτιό της. Ούτε καν θυμάμαι γιατί ήρθα εδώ και τι της είπα.
Την ειδα να ειναι ξαπλωμενη. Ηξερα πως δεν κοιμοταν. Αλλα δεν ειπα τιποτα. Απλα την κοιταξα για καποια δευτερολεπτα και της χάιδεψα τα μαλλια και μετα το μαγουλο της. Φαινοταν να ειναι κουρασμενη, και ταλαιπωρημένη, και ολα αυτα εξετιας μου!
Έφυγα απο το σπιτι της και πήγα στο δικό 'μου'. Έφτασα στο διαμέρισμα 'μου' και ειδα την πόρτα ανοιχτή. Τι στο καλο!;
YOU ARE READING
ΝΑΙ ΚΑΛΑ |ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΈΝΗ|
Teen Fiction• ΠΡΏΤΟ ΒΙΒΛΊΟ • Δύο έφηβοι. Μια αγάπη. Μια καινούργια ιστορία. Που... μπορεί και να μην έχει ένα αίσιο τέλος! Τα πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν η Μυρτώ και ο Χρήστος δεν θα προλάβουν καν να τεστάρουν την σχέση τους και την αγάπη που νιώθουν για τον...