[Κεφάλαιο 7ο]
Το επόμενο πρωί δεν αργεί να έρθει. Σηκώνομαι αργά από το κρεβάτι μου και πηγαίνω να ετοιμαστώ. Αφού είμαι έτοιμος, παίρνω ότι χρειάζομαι, κλειδώνω την πόρτα κι ξεκινάω για την σχολή. Έχω τα ακουστικά στα αυτιά μου και δεν πολύ ακούω τι γίνεται γύρω μου. Απολαμβάνω απλά το τραγούδι που παίζει, Give me love από τον Ed Sheeran. Μόλις σηκώσω το βλέμμα μου βλέπω την μελαχρινή να τσακώνεται με τον αδελφό της. Τους προσπερνάω και συνεχίζω τον δρόμο μου. Άραγε... γιατί να τσακώνονταν; Μάλλον θα έκανε καμία μαλακία ο μικρός; Ή μάλλον είναι τόσο σπαστικιά που το παιδί δεν άντεξε και ξέσπασε; Ποιος ξέρει; Δεν θα ασχοληθώ και πολύ.
Αφού φτάσω στην σχολή, μπαίνω στην τάξη μου και το μάθημα αρχίζει αμέσως. Δεν μου έλειψε καθόλου, αλλά θα με βοηθήσει να ξεχαστώ. Η πρώτη ώρα περνάει σχετικά γρήγορα και βγαίνω από την τάξη. Προχωράω να βρω τα παιδιά και βλέπω αυτή την τύπισσα, να κάθεται κάτω από το ίδιο δέντρο που ήταν χτες και να κλαίει. Εντάξει, ίσως να τσακώθηκε με τον αδελφό της για κάτι σοβαρό. Να ρωτήσω; Δεν με νοιάζει, αλλά με τρώει η περιέργεια. Θα ρωτήσω και ότι γίνει. Την πλησιάζω και κάθομαι δίπλα της. Εκείνη γυρίζει αργά το κεφάλι της και με κοιτάει στα μάτια. Η μάσκαρα της βρίσκεται πάνω στα μάγουλά της.
«Τι θες;» ρωτάει απότομα καθώς σκουπίζει την μύτη της.
«Να μάθω γιατί κλαις;» λέω κάπως αδιάφορα.
«Και εσένα τι σε νοιάζει;» συνεχίζει απότομα.
«Δεν με νοιάζει, απλή περιέργεια.» ανασηκώνω τους ώμους μου. Η έκφρασή της αλλάζει και γίνεται πιο σκληρή.
«Άντε γαμήσου Στάιλς!» με σπρώχνει και φεύγει.
Όπα-όπα κάτσε... που ξέρει αυτό το σκατό το όνομά μου; Γκρρρ δεν θα τα πάμε καλά... σηκώθηκα και πήγα να φύγω όταν κάποιος έπεσε πάνω μου. Γυρίζω και βλέπω τον αδελφό της. Είναι ίσα με εμένα στο ύψος, πως στο διάολο είναι μικρότερος από εκείνη; Είναι ξανθός, με γαλάζια μάτια και ένα σκουλαρίκι από την δεξιά πλευρά στο κάτω χείλος του. Καλά αυτή η οικογένεια λατρεύει τα piercings το καταλάβαμε. Είναι το άκρος αντίθετο από εκείνη, τουλάχιστον στην εξωτερική εμφάνιση.
«Συγγνώμη.» λέει και σηκώνει την τσάντα του από το πάτωμα.
«Δεν πειράζει. Την αδελφή σου ψάχνεις έτσι;»
«Ναι, την είδες;»
«Ναι... από εκεί πήγε. Ήταν... κλαμένη.»
«Ναι, τσακωθήκαμε. Σε είδα που πέρασες από δίπλα μας...» λέει και τρίβει τον σβέρκο του από αμηχανία λογικά.
«Ναι, αλλά μην ανησυχείς δεν άκουσα τίποτα. Είχα τα ακουστικά στα αυτιά μου και είχα δυνατά την μουσική.»
«Αα! Λουκ χάρηκα.» είπε και άπλωσε το χέρι του.
«Χάρρυ χάρηκα.» κάνω την ίδια χειραψία και σφίγγουμε απαλά τα χέρια.
«Λοιπόν, πάω να την βρω. Αν δεν βαριέσαι σήμερα, έλα από το σπίτι να κάτσουμε. Φαίνεσαι πολύ γαμάτο τυπάκι και ας μην σε πάει η αδελφή μου.» λέει και χαμογελάει.
«Αμοιβαία τα αισθήματα. Εντάξει, θα έρθω.» χαμογελάω και εγώ. Μου κλείνει το μάτι και φεύγει.
Πολύ καλό παιδί φαίνεται, καμία σχέση με την αδελφή του. Είναι ψηλός, με ξανθά μαλλιά που πέφτουν στο μέτωπό του και πολύ φωτεινά γαλάζια μάτια. Ακόμα νιώθω όμως πως αυτή η κοπέλα... κάτι κρύβει. Κάτι έχει συμβεί και την έχει κάνει έτσι, σπαστικιά, σκληρή, απόμακρη... πες το όπως θες. Ας το αφήσω καλύτερα, δεν νομίζω πως θέλω να μάθω την απάντηση. Δεν με νοιάζει! Απλά καλύτερα να βρω τα παιδιά.
ВЫ ЧИТАЕТЕ
Ο Γείτονας 2: Kill me or Save me!
Фанфик«Όσο υπάρχουν μυστικά είναι αδύνατο να υπάρξει και εμπιστοσύνη. Όμως... Ισως τελικά ειναι καλύτερα καποια πράγματα να μην μαθαίνονται ποτε...!»