Κεφάλαιο 2 - Στους κήπους

619 91 216
                                    

Απίστευτο! Κατάφερε πάλι να με ξαφνιάσει και δεν είμαι άνθρωπος που ξαφνιάζομαι εύκολα!

Έχει σκύψει μπροστά μου, σε υπόκλιση, αλλά έχει ανασηκώσει το κεφάλι της και με κοιτάει με τρομαγμένα μάτια.

Από την πρώτη στιγμή που συναντηθήκαμε, καταφέρνει συνέχεια να με ξαφνιάζει. 

Εχτές το απόγευμα, ενώ γύριζα από κυνήγι στο δάσος, άκουσα τις απεγνωσμένες κραυγές της. Κάλπασα κοντά της και τη βρήκα, γυμνή, λασπωμένη και καταχτυπημένη, να αιμορραγεί σε πολλά σημεία στα χέρια της και τα πόδια της. 

Αυτός ο σιχαμένος ο Μπιλ ο ταβερνιάρης, την είχε δέσει σε ένα στύλο και ετοιμαζόταν να τη μαστιγώσει. Έφτασα εγκαίρως την ώρα που σήκωνε το μαστίγιο ψηλά και ήταν έτοιμος να το ρίξει πάνω στο τρεμάμενο κορίτσι, που ούρλιαζε σε απόγνωση.

Πήδηξα απ'το άλογό μου και με μια κλωτσιά, τον έριξα στο έδαφος. 

Άρχισε να μου λέει τις γνωστές τρελές ιστορίες του, για μάγισσες που τον καταδιώκουν και για δαιμόνια που εξαπολύουν εναντίον του προσπαθώντας να τον καταστρέψουν, αλλά πως πρόλαβε εγκαίρως και έπιασε αυτόν τον μικρό κοκκινομάλλικο δαίμονα, πριν προλάβει να του κάνει ζημιά και ετοιμαζόταν να του δώσει ένα καλό μάθημα.

Έγινα έξαλλος με το θράσος του! Γύμνωσε ένα κορίτσι και ετοιμαζόταν να το σακατέψει με το μαστίγιό του! Τον είχα προειδοποιήσει πως έτσι και ξαναχτυπήσει κάποιον θα έχει να αντιμετωπίσει πολύ άσχημες συνέπειες, αλλά αυτός ο τρελόγερος δεν βάζει μυαλό. Με φέρνει συνέχεια στα όριά μου, κάποια στιγμή δεν θα κρατηθώ μαζί του. 

Εχτές όμως προτεραιότητα είχε να σώσω αυτό το φτωχό πλάσμα που έτρεμε σαν το ψάρι και ούρλιαζε σαν χτυπημένο κουτάβι, δεμένο στο στύλο. Έδωσα το παλτό μου στον Άντονι τον πιστό μου συνοδό και φίλο, να την τυλίξει και να την ανεβάσει στο άλογό του και για μια τελευταία φορά, προσπάθησα να μιλήσω λογικά με τον καταραμένο τον Μπιλ τον Ταβερνιάρη.

Έπεσε στα γόνατα και άρχισε να με ικετεύει να μην την πάρω μαζί μου, πως είναι αποκρουστική και επικίνδυνη, πως εμφανίστηκε ξαφνικά μέσα σε μια λάμψη στο δάσος γυμνή, φωνάζοντας και κάνοντας σατανικά τελετουργικά και πως θα έφερνε μεγάλη συμφορά στην πόλη μας, άμα την έπαιρνα στον πύργο μου.

Άρχισα να του φωνάζω για άλλη μια φορά πως, ότι βρίσκεται στην επικράτεια μου ανήκει και πως θα κάνω ότι θέλω και κρίνω σωστό και πως είναι τυχερός που νύχτωνε, έπεφτε κρύο και έπρεπε να γυρίσουμε, αλλιώς θα του έδειχνα την οργή μου για τις πράξεις του επιτόπου.

Στη δίνη του παρελθόντοςOnde histórias criam vida. Descubra agora