Κεφάλαιο 48 - Άννα Ταλ (Κεφάλαιο μπόνους)

674 74 188
                                    

Είκοσι δύο χρόνια μετά...

Κοιτάζω το είδωλό μου στον καθρέπτη. Ο πατέρας λέει πως κάθε φορά που με κοιτάζει, νομίζει πως βλέπει αυτήν! Τη μητέρα μου! Σηκώνει κάθε φορά το χέρι του και το περνάει απαλά πάνω στα μαλλιά μου και μετά πάντα μια θλίψη σκοτεινιάζει το πρόσωπό του. Της μοιάζω πολύ λέει. Έχω τα μάτια της και το χρώμα των μαλλιών της μου λένε όλοι, αλλά εγώ βλέπω μόνο τα χείλια μου, που είναι ίδια με του πατέρα μου. 

Δεν τη γνώρισα ποτέ τη μητέρα μου. Πόσο ήθελα να την είχα γνωρίσει. Να ήξερα τη μορφή της, να είχα ακούσει τη φωνή της. Ήμουν τεσσάρων, ή πέντε μηνών όταν την πήραν με τόση βία από κοντά μου. Πόσο ξεχωριστός άνθρωπος πρέπει να ήταν... Όλοι όταν αναφέρονται σε αυτήν, μιλάνε με τόση αγάπη και μετά όλοι γυρνάνε και κοιτάζουν αλλού, για να μην τους δω να βουρκώνουν.

Είμαι εικοσιπέντε χρονών, όσο ήταν η μητέρα όταν τη βρήκε ο πατέρας στο δάσος του Χάνγκερφορντ. Ο πατέρας δεν σταμάτησε ποτέ να μιλάει γι' αυτήν. Με μεγάλωσε λέγοντάς μου υπέροχα παραμύθια, για φανταστικούς κόσμους, που συνέβαιναν μαγικά πράγματα και τους οποίους είχε πλάσει η μητέρα, μου έλεγε, για να μου τους διηγείται κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ. Γιατί ακόμα και όταν με έβαζε για ύπνο ο πατέρας, για τη μητέρα μου μίλαγε. Μου διηγούνταν τις υπέροχες φανταστικές ιστορίες του, που πάντα μου τόνιζε ότι ήταν ιστορίες της μητέρας και πάντα με έκανε να νιώθω λες και ήταν και εκείνη δίπλα μας. 

 Έμαθα να την αγαπώ και να την θαυμάζω, και ας μην τη γνώρισα ποτέ, μέσα από τα μάτια του και την χωρίς τέλος αγάπη του γι' αυτήν. Όχι μόνο του πατέρα, αλλά και του θείου Άντονι και όλων όσων είχαν γνωρίσει τη μητέρα. Ο πατέρας έλεγε πως ήταν η πιο έξυπνη και όμορφη γυναίκα που υπήρχε στον κόσμο και επειδή είμαι κόρη της, έχω πάρει κι εγώ την εξυπνάδα, την ομορφιά και το πνεύμα της και γι' αυτό πρέπει να τα καλλιεργήσω ανάλογα.

Έφερνε τους καλύτερους δασκάλους για μένα ο πατέρας και ποτέ δεν λυπήθηκε έξοδα, σε ότι αφορούσε τη μόρφωσή μου. Μου εξασφάλιζε ότι βιβλίο κυκλοφορούσε, είτε είχε να κάνει με λογοτεχνία, είτε με επιστήμη. Λάτρευα το διάβασμα και ρουφούσα ότι μου παρείχε, με λαχτάρα. Ένιωθα όμορφα κάθε φορά που αφού μου έλεγε λόγια υπερηφάνειας για την πρόοδό μου, μετά μουρμούριζε σχεδόν από μέσα του : "Σαν τη μητέρα σου! Είδες Ιζαμπέλα μου πόσο έξυπνη είναι η κόρη μας?"  

Στη δίνη του παρελθόντοςWhere stories live. Discover now