Κάθεται μπροστά μου, σοβαρός και αυστηρός. Το όμορφο πρόσωπό του σκοτεινό, μαυρισμένο από τη μουτζούρα της φωτιάς που πριν λίγο έδινε μάχη να σβήσει. Τα ρούχα του κι αυτά μέσα στη μαυρίλα και τις λάσπες. Το ύφος του, έτσι επίμονα και αποφασισμένα να μάθει την αλήθεια που με κοιτάει, έχει κάτι το απόκοσμο, το τρομακτικό. Τα μπλε μάτια του λάμπουν από ανυπομονησία. Περιμένει να του δώσω εξηγήσεις.
Πρέπει να του δώσω μια ιστορία, να δημιουργήσω ένα πλαίσιο αλήθειας, στα τόσα ψέμματα που του έχω πει. Αρχίζω να μιλάω, αργά και σιγανά, προσαρμόζοντας την δικιά μου ιστορία, την πραγματική μου ζωή, στην νέα παρανοϊκή ζωή που έχω βρεθεί.
-"Ήμασταν μια αγαπημένη οικογένεια. Ο πατέρας μου, η μητέρα μου και γω. Ο πατέρας έμπορος, εξασφάλιζε ένα καλό εισόδημα για να έχουμε μια καλή ζωή. Μου πρόσφερε μια καλή εκπαίδευση κατ'οίκον και μια άνετη διαβίωση. Όμως, όπως πολύ καλά θα ξέρεις και συ άρχοντά μου, ένα καλό εισόδημα δεν μπορεί να εξασφαλίσει τα πάντα. Δεν μπορούσε να εξασφαλίσει την εύθραυστη υγεία της μητέρας μου.
'Ημουν δεκαεπτά χρονών, όταν πέθανε τελικά από μια άγνωστη αρρώστια, που την είχε εξασθενήσει τόσο, ώστε να περάσει τους τελευταίους μήνες της ζωής της στο κρεβάτι, ανίκανη να σταθεί, να αυτοσυντηρηθεί, να φάει, ή να πλυθεί μόνη της."
Στο μυαλό μου έρχονται ολοζώντανες οι εικόνες της μανούλας μου, εξαντλημένης απ'τον καρκίνο στο πάγκρεας που την είχε χτυπήσει, ξαπλωμένη και κατάχλωμη, να με κοιτάει με μάτια θολά, χωμένα στις κόχες τους. Οι τελευταίοι αυτοί μήνες, όταν η νόσος είχε πια διηθήσει λεμφαδένες, αιμοφόρα αγγεία και άλλους ιστούς και όργανα, είχε κάνει τη μαμά μου να καταπέσει τελείως και δεν είχε δύναμη ούτε να μιλήσει πια. Ήταν η χειρότερη περίοδος, οι χειρότεροι μήνες της ζωής μου. Έβλεπες τη ζωή να εξατμίζεται, να την εγκαταλείπει μέρα με τη μέρα. Κάθε λεπτό, έβλεπες τα μάτια της να χάνουν τη λάμψη τους, το χρώμα να ξεθωριάζει απ'το πρόσωπό της. Μέχρι που έμεινε μια σκιά της μανούλας μου, μια κατάχλωμη μορφή με θολά μάτια, να κείτεται σε ένα κρεβάτι, χωρίς ψυχή, χωρίς περιεχόμενο. Θυμάμαι το βάρος και την ενοχή που με έπνιξε, τη μέρα που ευχήθηκα να τελειώσει αυτή η μαρτυρική ζωή, να πάψει να ζει πια.
Τα μάτια μου γεμίζουν δάκρυα, καθώς οι τραγικές αυτές στιγμές κατακλύζουν το μυαλό μου.
Ξεροκαταπίνω, παίρνω βαθιά ανάσα και συνεχίζω την ιστορία μου.
-"Ο πατέρας μου, είχε φέρει μια γυναίκα να βοηθάει στο σπίτι και να φροντίζει κάποιες ανάγκες της μαμάς μου, που όπως σου είπα, δεν μπορούσε πια να κάνει από μόνη της. Όταν πέθανε η μαμά μου, η γυναίκα αυτή, που εν τω μεταξύ είχε εδραιώσει τη θέση της μέσα στο σπίτι μας, κόλλησε σα βδέλλα πάνω στον μπαμπά μου. Εκμεταλλεύτηκε τη θλίψη του, προσποιούμενη το νέο στήριγμά του. Με τον τρόπο της και τα κόλπα της, απομάκρυνε τον πατέρα μου από μένα και τον έστρεψε σιγά σιγά εναντίον μου, πείθοντάς τον ότι δεν ήμουνα παρά μια κακομαθημένη που μόνο απαιτήσεις είχα απ'αυτόν."
ВЫ ЧИТАЕТЕ
Στη δίνη του παρελθόντος
Исторические романыΗ Ιζαμπέλα, φοιτήτρια ιστορίας τέχνης, μελετάει στη βιβλιοθήκη της σχολής της στο Κέιμπριτζ. Μια ισχυρή ηλεκτρική καταιγίδα θα αλλάξει τη ζωή της για πάντα. Ιστορικό φαντασίας. Μια ιστορία με πάθη, όνειρα, τραγωδίες και προδοσίες, εν μέσω γεγον...