Κεφάλαιο 13 - Καταιγίδα

337 73 124
                                    

Ένα δυνατό μπουμπουνητό με κάνει να πεταχτώ. Ανασηκώνομαι στο κρεβάτι μου και κοιτάζω γύρω μου αποπροσανατολισμένη.

Προσπαθώ να συγκεντρώσω το μυαλό μου, που σιγά σιγά επανέρχεται από τον ύπνο.

Βρίσκομαι στον πύργο των Ταλ, στο δωμάτιο της αρχόντισσας Άννας, της μητέρας του Τζέθρο.

Ο Τζέθρο! 

Έλειπε εχτές όλη μέρα. Μέχρι που έπεσα και κοιμήθηκα δεν είχε γυρίσει ακόμα. Άραγε να επέστρεψε? Να είναι καλά? Οι μαύρες σκέψεις που είχαν γεμίσει το κεφάλι μου εχτές πριν πέσω για ύπνο, με κατακλύζουν πάλι.

Πρέπει να τον δω. 

Σηκώνομαι και αρχίζω να ντύνομαι βιαστικά με τα ρούχα της μητέρας του. Θα πάω να χτυπήσω στο δωμάτιό του, να δω αν γύρισε, αν είναι εντάξει.

Ξεπλένω βιαστικά το πρόσωπό μου και τακτοποιώ τα μαλλιά μου.

Κατευθύνομαι προς την πόρτα και την ανοίγω αποφασισμένη. Ένα επιφώνημα έκπληξης μου ξεφεύγει με το που ανοίγω, καθώς βλέπω από πίσω τον Τζέθρο με ανασηκωμένο το χέρι, έτοιμο να χτυπήσει.

-"Τζέθρο..." ψελλίζω ξαφνιασμένη. Τον βλέπω να κατεβάζει αργά το χέρι του. Δεν λέει κουβέντα. Μένει να με κοιτάει έκπληκτος. Το ύφος του περίεργο. Τα μάτια του γουρλώνουν στιγμιαία και μετά κατεβαίνουν προς τα κάτω, κοιτώντας τα ρούχα που φοράω. Ξανασηκώνει το βλέμμα του σαστισμένος. Του χαμογελάω.

-"Ερχόμουνα στο δωμάτιό σου. Εχτές, μέχρι που πήγα για ύπνο, δεν είχες γυρίσει ακόμα. Ανησύχησα που άργησες."

Κάνω ένα βήμα πίσω και περνάει μέσα στο δωμάτιο.

Γυρίζει και με ξανακοιτάζει επίμονα απ'την κορφή ως τα νύχια. Τα μάτια του βουρκώνουν. Έκπληξη, θλίψη και συγκίνηση, όλα μαζί ταυτόχρονα, ζωγραφίζονται στο όμορφο πρόσωπό του.

Σίγουρα του θύμισα τη μητέρα του, βλέποντάς με ντυμένη με τα ρούχα της. Έτσι ξαφνιάστηκαν και η Σίλια και τα παιδιά, που μου φέρανε τη μπανιέρα εχτές.

Συνεχίζει να μη λέει κουβέντα και δεν ξέρω πώς να αντιδράσω. Δείχνει ταραγμένος.

-"Βρήκα το σεντούκι που μου είπες. Είχες δίκιο που είπες ότι ο σωματότυπός μας ταιριάζει. Τα ρούχα της μητέρας σου, μου έρχονται μια χαρά." Δεν μιλάει, μόνο στέκεται ακίνητος και με κοιτάζει.

-"Μήπως... θέλεις να τα βγάλω?" του λέω και αμέσως το μετανιώνω, καθώς μέσα στο κεφάλι μου ακούστηκε περίεργα. 

Στη δίνη του παρελθόντοςWhere stories live. Discover now