Όταν είσαι έξω μόνη σου, το ύφος σου πρέπει να είναι αυστηρό κι απόλυτο. Ειδάλλως σε πλησιάζει ο κάθε βλαμμένος να σου αραδιάσει τα δικά του. (Πρόσεξε με: Η μούρη σου δεν πρέπει να λέει απλά "Σεβάσου τα όρια μου". Πρέπει να λέει "Σεβάσου με, αλλιώς θα σου κάψω το σπίτι, το αμάξι, και το σόι ολόκληρο, παλιομαλάκα πρωί πρωί").
Μ' αυτό το στριμμένο ύφος μου λοιπόν, έχω αποφύγει πολλά στη ζωή μου. Καμία φορά βέβαια, υπάρχουν κι εξαιρέσεις, που δε χαμπαριάζουν κι έρχονται και με πρήζουν. Συνήθως είναι δεκαεφτάχρονοι σε παρέες, που έχουν ακόμη παντελή άγνοια κινδύνου, ή πέφτουλες που δε λογαριάζουν πώς είναι η άλλη, δεν πα να είναι κουτσή, στραβή ή σάικο, θα έρθουν να χωθούν να τους φύγει το ντέρτι. Κι εγώ μένω με την αιώνια απορία: Ο κόσμος είναι γεμάτος γλυκούλικα, ψαρωμένα κοριτσάκια, που ίσως κολακεύονταν κιόλας αν έρθει ένας αγνώστου προελεύσεως κάγκουρας και τους κάνει φιλοφρονήσεις ενώ είναι έξω για ποτό με τις φιλενάδες τους (ξέρετε πόσα λαβ στόρι έχουν ξεκινήσει έτσι; Εγώ δεν ξέρω κανένα βέβαια, αλλά δε μπορεί, κάποια τρελή θα γουστάρει με τέτοιο φλερτ). Κι αντ' αυτού, είσαι τόσο ζώον που θα πας στη γκόμενα που σου ρίχνει δύο τρία κεφάλια, έχει καρφιά και σούβλες στη ζώνη, την τσάντα και τα παπούτσια της από statement (άσχετα που χρησιμεύουν κι αλλού), και σε κοιτάει λες και θα σου γδάρει το τομάρι να το κάνει μοκέτα. Τι να πω, ή είσαι αυτοκτονικός, ή σε δέρνουν βίτσια ακραίου μαζοχισμού.
Την τελευταία φορά που έπαθα κάτι ανάλογο με θαρραλέο μαλάκα που με πλησίασε, ήταν πέρσι την άνοιξη, ενώ γυρνούσα απ' την ψυχολόγο. Φόραγα τα γυαλιστερά πετσιά μου και περπάταγα μέρα μεσημέρι στην Πειραϊκή με ταχύ βήμα (μπας και κάψω τη θερμίδα γρηγορότερα), και βλέπω ένα αμάξι να'χει διπλοπαρκάρει. Αγνοώ τη μαλακία που δερνει το μέσο Έλληνα οδηγό και συνεχίζω τη βόλτα μου. (Δε μ'απασχολούν ακόμη αυτά. Εφόσον δεν οδηγώ, καλύτερα να αρκεστώ στο να βρίζω τους πεζούς). Ακούω πίσω μου να ανοίγει η πόρτα, γυρίζω και βλέπω έναν αηδία με κάτι δόντια σα φυσαρμόνικα, να με έχει πάρει στο κατόπι και να μου ζητάει να γνωριστούμε γιατί με είδε και μ'ερωτεύτηκε. Εγώ στην αρχή δεν άκουσα τι είπε, του απάντησα "Δεν έχω ψιλά, σορρυ", κι επιτάχυνα περισσότερο το βήμα μου. Ο φαφούτης κάγκουρας όμως δεν πτοήθηκε, και κάνοντας άλματα για να με φτάσει, συνέχισε την -καθόλου παράλογη- ερωτική του εξομολόγηση κατενθουσιασμένος. Του είπα κοφτά ότι δε θέλω να τον γνωρίσω, και να τσακιστεί να φύγει από δίπλα μου. Φαίνεται στεναχωρέθηκε, αφού με είπε γκρινιάρα και έφυγε με την ουρά στα σκέλια. Δεν ξέρω τι σκεφτόταν, αλλά θέλω εσείς να μου πείτε, με όλη την ειλικρίνεια που σας διέπει, τι πιθανότητες είχε αυτό να πετύχει. Με μια γλυκιά ψαρωμένη κοπελίτσα, σας λέω τώρα. Πόσω μάλλον μ' εμένα, που έχω τα νεύρα μου από τρίτη δημοτικού.

YOU ARE READING
Βιβλίο Παραπόνων
HumorΣε αυτό το βιβλίο θα κράξω ό, τι μα ό, τι μου τη δίνει. Κι αυτό επειδή μου τελείωσαν τα λεφτά για ψυχανάλυση. Θα γκρινιάξω για τους γονείς μου, τους πρώην μου, την πολιτική, το σόι μου όλο, την πατριαρχία, τους μπάτσους, την κυτταρίτιδά μου, τη δυσκ...