Δεν ξέρω ποιος μ' έχει μουντζώσει αυτό το τετραήμερο, αλλά του εύχομαι από καρδιάς να κάνει παιδί και να του βγει Έλληνας τράπερ. ΚΑΙ τικτόκερ.
Το Σάββατο εγώ κι η Λεμονάδα ήμασταν καλεσμένες σε μια βάφτιση, και, αν και καμιά μας δεν είχε όρεξη, πήγαμε (αυτή για να μην εκτεθεί η τίμια οικογένεια μας, μιας κι οι δικοί μας είναι Χίο και δε μπόρεσαν να παρευρεθούν, κι εγώ με την ελπίδα να πιώ δωρεάν αν τυχόν έχει κάνα γλέντι αργότερα). Αργήσαμε όμως να ξεκινήσουμε, διότι η Λεμονάδα, δεν ξέρω πώς τα καταφέρνει πάντα, αλλά κάνει πολύ πιο απλό μέικαπ και χτένισμα από μένα, κι όμως αργεί δέκα ώρες. (Δεν ξέρω αν φταίει βέβαια το γεγονός ότι εγώ προνοώ και ξεκινάω να ετοιμάζομαι τρεις ώρες νωρίτερα, ενώ αυτή το θυμάται την τελευταία μισή ώρα και την παίρνει ο διάολος κάθε φορά). Για να συντομεύουμε, μπήκα στην εφαρμογή να καλέσω ταξί. Όσες φορές κι αν κάλεσα όμως, οι ταρίφες του taxiplon έκαναν τους κινέζους, και κανένας δεν απαντούσε. Κατεβαίνουμε κάτω, να πάρουμε ταξί απ' το δρόμο, έτοιμες να γδάρουμε η μία το τομάρι της άλλης απ' τα νεύρα μας (εγώ γιατί πάλι θα αργούσα κάπου εξαιτίας της, κι αυτή γιατί την ενοχλεί να την πιέζουν λέει -κρατάτε με).
Περνάνε δύο ταξί. Μας συνδέουν και τα δύο με Κάιρο. Η ώρα περνούσε κι εγώ φόρτωνα. Αρχίζουμε να ανηφορίζουμε μήπως βρούμε πιο εύκολα στην πλατεία. Περνάνε απ' την πλατεία άλλα δύο ταξί και δε μας παίρνει κανένα. Λέω δεν παίζει. Μας κάνει πλάκα η πανελλήνια ομοσπονδία. Αρχίζω και βρίζω σαν την τρελή καταμεσής της πλατείας, με το στρας να κοντεύει να μου πεταχτεί απ' το μάτι, και τότε περνάει ένας χριστιανός και επιτέλους δέχεται να κάνει τη δουλειά του και να μας πάρει. Όμως αντί να μας αφήσει στην εκκλησία, χάθηκε ο μαλάκας μες στο Κερατσίνι, και τη βρήκαμε περπατώντας (και όσο ψάχναμε, παραλίγο να φάω και τούμπα με την πλατφόρμα-ουρανοξύστη που φορούσα, επειδή η Λεμονάδα έτρεχε μπροστά σαν τον Κεντέρη και δεν την προλάβαινα).
Όταν φτάσαμε, φυσικά, η βάπτιση είχε ήδη αρχίσει, και την πετύχαμε στο σημείο που είχαν βαλθεί να αποτάσσονται το σατανά (τυχαίο; όχι, θα πω). Οι γριές μας έκοβαν από πάνω ως κάτω μετά μανίας, κι εγώ έκοβα το νονό του μωρού σαν ξελιγωμένη -μακρυμάλλης Ταρζάν γαρ, που τον είχα στο μάτι ήδη απ' το 2016 που με είχε καλέσει το ίδιο σόι σ' ένα γάμο. Το δε μωρό, στ' αρχίδια του. Το είχε πάρει ο ύπνος, και μήτε παπά λογάριαζε, μήτε αγιαστούρα. Αφού για λίγο νόμιζα ότι το' χε βαρέσει η ζέστη κι ήταν λιπόθυμο.
YOU ARE READING
Βιβλίο Παραπόνων
HumorΣε αυτό το βιβλίο θα κράξω ό, τι μα ό, τι μου τη δίνει. Κι αυτό επειδή μου τελείωσαν τα λεφτά για ψυχανάλυση. Θα γκρινιάξω για τους γονείς μου, τους πρώην μου, την πολιτική, το σόι μου όλο, την πατριαρχία, τους μπάτσους, την κυτταρίτιδά μου, τη δυσκ...