Το εργοστάσιο έστεκε κυριολεκτικά στη μέση του πουθενά σε μια τεράστια έκταση, γεμάτη ξερόκλαδα και χώμα. Η μοναδική στιγμή που ένιωσε να έρχεται σε επαφή με τη φύση ήταν όταν σήκωσε το βλέμμα ευθεία μπροστά, πίσω από τα συρματοπλέγματα που περιέβαλλαν την ιδιόκτητη περιοχή, και είδε ένα μικρό κομμάτι σκοτεινής θάλασσας να ενώνεται με το σκοτάδι του ουρανού. Εκτός από την παγωνιά του Γενάρη που περόνιαζε το κορμί του, ο αέρας ξεσηκώθηκε παρασύροντας τα γυμνά κλαδιά των δένδρων, το μαύρο φουστάνι και την κατάξανθη αλογοουρά της. Από μακριά έμοιαζε σαν κάτι να θρηνούσε, μες στη σκούρα φορεσιά της, με το τσιγάρο να ανεβοκατεβαίνει στα χείλη της, έτσι όπως είχε γυρισμένη την πλάτη περιμένοντάς τον. Από μακριά, αυτή η γυναίκα εναρμονιζόταν τέλεια με το μελαγχολικό τοπίο και την ξερή, άγονη γη.
«Όλα είναι τέλεια παλικάρι μου. Όλα, όπως κι αυτή. Δε σημείωσα κάτι παραπάνω», της είπε καθώς σταματούσε τα βήματά του της.
Το σώμα της Δανάης ταράχτηκε από την αύρα του και τη ζεστασιά που εξέπεμπε και την αγκάλιαζε σαν ένα αόρατο παλτό. Φούντωσε ολόκληρη παρά το κρύο που είχε αρχίσει να γίνεται όλο και πιο έντονο. Της ήταν άγνωστο γιατί ήταν ο πρώτος άνδρας που ήθελε να παίξει μαζί του και με τις αισθήσεις του. Δεν ήθελε να δεσμευτεί, αλλά δε θα της έπεφτε λίγος στο κρεβάτι της. Απεναντίας, ήταν 1,90 εκατοστά και ο όγκος του θα έπιανε παραπάνω από το μισό της κρεβάτι. Ήταν η πρώτη φορά που θα πατούσε κάποιες από τις αρχές της όμως θα το απολάμβανε. Θα έπεφτε στα σατέν σεντόνια της με τον βοηθό της και τίποτα παραπάνω. Δε θα εμπιστευόταν κανέναν άνδρα πλέον και αυτή της η αρχή δε θα άλλαζε ώσπου να κλείσει τα μάτια, αφού το μάθημά της το είχε πάρει προ πολλού.
«Αυτό ήθελα να πετύχω», αποκρίθηκε ψυχρά και αγκάλιασε τον εαυτό της για να τον ξυπνήσει από τα φλογισμένα πάθη που της προκάλεσε.
«Κρυώνετε, δεσποινίς;» τη ρώτησε ακουμπώντας τα πράγματά του στην οροφή του τζιπ και έβγαλε αυθόρμητα το σακάκι του, που της το πέρασε στους ώμους να τη ζεστάνει.
Η έντονη μυρωδιά του από σανταλόξυλο, ταμπάκο και βανίλια τρύπωσε στα ρουθούνια της και γύρισε να τον κοιτάξει. Τα τιρκουάζ μάτια του ήταν τόσο έντονα που, παρά το σκοτάδι, το λιγοστό φως από τους προβολείς του εργοστασίου τα έκανε να μοιάζουν με πολύτιμα πετράδια. Στο κάτω κάτω ήταν όμορφος και σέξι και με τα προσόντα που έκρυβε στο παντελόνι του θα περνούσε ηδονικά. «Θα σε προσλάβω για βοηθό μου. Θα παίρνεις μισθό τρεις χιλιάδες ευρώ τον μήνα και θα έχεις άλλα τόσα για να κάνουμε σεξ όταν το επιθυμώ», του πέταξε την πρότασή της σαν κοτρόνα στο κεφάλι.
YOU ARE READING
Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣ
RomanceΗ Δανάη Παπαϊωάννου είναι μια δυναμική γυναίκα, που έχει δύο ασίγαστα πάθη° τη δουλειά της και τα ερωτικά παιχνίδια. Όσο κι αν προσπαθεί να τα συνδυάσει, ο ελεύθερος χρόνος της είναι πολύ περιορισμένος. Όταν την εταιρεία της επισκέπτεται ο Αργύρης Ν...