♥14

136 12 11
                                    

Το τρέμουλο της ηδονής έδωσε τη θέση του σε αυτό της αγωνίας και της δυσάρεστης έκπληξης που του επιφύλαξε μέσα από την ερώτησή της. Ήταν έξυπνη... ποτέ δεν αμφέβαλλε γι' αυτό. Όμως δεν περίμενε πως μόνος του θα έβαζε τα χεράκια του και θα έβγαζε τα ματάκια του. Εκτός κι αν δεν τον είχε προδώσει ο ίδιος του ο εαυτός, μέσα από τη συμβουλή που της έδωσε να ακούει το ένστικτό της, και η διαπίστωσή της οφειλόταν σε κάτι άλλο, που ούτε καν του περνούσε από το μυαλό.

Αναστέναξε βαθιά και έπεσε πίσω στο κρεβάτι, αποκαρδιωμένος. Πήρε ένα τσιγάρο από το πακέτο στο κομοδίνο της, το άναψε και ύψωσε τα τιρκουάζ του μάτια στο ξύλινο ταβάνι.

«Ο Ανδρέου...» είπε μέσα από τα δόντια του. «Αυτός είναι ο άνδρας που σε πλήγωσε;»

«Άλλο σε ρώτησα, Αργύρη», αποκρίθηκε και ακολούθησε κάθε κίνησή του. «Τι σου έταξε για να με πλησιάσεις;» επέμεινε και τον κοίταξε σταθερά στα μάτια. Δε θα αποκάλυπτε τίποτα για τον Ορέστη° δεν ήταν αυτό το θέμα τους, αν και ίσως έτσι σταματούσε να υποκρίνεται και της έλεγε όλη την αλήθεια. Αυτό πίστευε εξαρχής για εκείνον, πως με τον έρωτά του για όπλο θα γκρέμιζε κάθε ύπουλο κατασκεύασμα και θα της ανοιγόταν.

«Ο Ανδρέου; Τίποτα!» της απάντησε ειλικρινά.

«Αυτό αποκλείεται. Κάτι σου έταξε κι αυτό το κάτι ήταν πολύ σημαντικό. Σε κρατάει στο χέρι, έτσι δεν είναι;»

Θα του ανοιγόταν μπας και τον παρέσερνε το συναίσθημα. Ήταν αισχρό αυτό που θα έκανε, όμως κι εκείνος έπραττε το ίδιο. Έπαιζε βρόμικα και ύπουλα.

«Ο Ορέστης είναι ένας μεγάλος απατεώνας. Ό,τι κι αν σου έταξε να ξέρεις πως είναι ψέμα. Εμένα, ας πούμε, κάποτε μου έταξε μια ευτυχισμένη ζωή. Ένα μεγάλο όραμα, με τους δυο μας να ανοίγουμε την εταιρεία μας, να κάνουμε οικογένεια και να είμαστε αγαπημένοι ως τα βαθιά γεράματά μας. Ξέρεις τι πήρα;» τον ρώτησε και σηκώθηκε. Έπιασε από το μπαρ του δωματίου ένα μπουκάλι ουίσκι και ήπιε από μέσα. «Μου έδωσε τα χρέη του και γκρέμισε την εταιρεία μου κι εμένα, αφήνοντάς με άφησε έγκυο με λίγα ψίχουλα στην τσέπη», απάντησε μόνη της καπνίζοντας και πίνοντας με μανία, εξαιτίας των αναμνήσεων που ζωντάνευαν ξανά από την αρχή.

«Λυπάμαι πολύ που σου φέρθηκε τόσο σκάρτα, Δανάη, αλλά αυτόν τον τύπο τον έχω δει μόνο μία φορά».

Γύρισε και τον κοίταξε στα μάτια με το πιο παγωμένο ύφος που είχε αντικρίσει στο πρόσωπό της.
««Δεν έχεις ιδέα πόσο πόνεσα για να τα καταφέρω. Έπρεπε να διαλέξω ανάμεσα στο παιδί και στη διαλυμένη μου επιχείρηση μου και διάλεξα το δεύτερο. Με τριακόσια ευρώ στην τσέπη δεν μπορούσα παρά να βρω έναν γιατρό να μου το πάρει».

Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣWhere stories live. Discover now